ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER ΤΗΣ PROSLIPSIS.GR
Μάθετε πρώτοι τα νέα ...

  ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
 

 
Βάλτε Αγγελία      Δείτε Αγγελίες      Newsletters       
  Επικοινωνία     
 
 
 
 
 
 
 
 

 
  Οργάνωση - Διοίκηση Επιστροφή    
Εκτενής απάντηση Παυλόπουλου για συμβασιούχους (13/7/06)


ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ 13.7.2006

ΣΗΜΕΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗΣ 
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,  ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗ κ. ΠΡΟΚΟΠΗ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 886/13.7.2006 ΕΠΙΚΑΙΡΗΣ ΕΡΩΤΗΣΗΣ ΤΟΥ ΒΟΥΛΕΥΤΗ ΤΟΥ ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ κ. Φ. ΚΟΥΒΕΛΗ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΕΚ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΣΥΜΒΑΣΙΟΥΧΟΥΣ

«Όπως είναι ήδη γνωστό, η Κυβέρνηση Καραμανλή έπρεπε να επιλύσει επειγόντως ένα ιδιαιτέρως δύσκολο πρόβλημα, το οποίο εσκεμμένα διαιώνιζαν οι Κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ με σκοπό την ομηρία των εργαζομένων. Το πρόβλημα αυτό καθίστατο περισσότερο δυσεπίλυτο, εξαιτίας των προδήλως αντεργατικών και αντικοινοτικών ρυθμίσεων του π.δ. 81/2003 (Ρέππα-Σκανδαλίδη), οι οποίες αφενός μεν δεν προστάτευσαν ούτε έναν εργαζόμενο από καταχρηστικές συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου, αφετέρου δε εξέθεσαν τη Χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Και το πρόβλημα αυτό έπρεπε η Κυβέρνηση να το επιλύσει σε ταχύτατο χρονικό διάστημα, υπό το βάρος της κοινωνικής αναταραχής, την οποία προκάλεσε το ΠΑΣΟΚ με την πολυετή διόγκωση του προβλήματος, αλλά και υπό την πίεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για ορθή ενσωμάτωση της Οδηγίας 1999/70. Τέλος, έπρεπε να επιλυθούν δυσχερή νομικά προβλήματα συνταγματικού επιπέδου, χωρίς ταυτόχρονα να θιγεί η αξιοκρατία και η αγωνία δεκάδων χιλιάδων νέων για ανεύρεση εργασίας μέσω διαγωνισμών ΑΣΕΠ. Αρκεί κανείς να διαβάσει το Πρακτικό Επεξεργασίας της Ολομέλειας του ΣτΕ επί του π.δ. 164/2004 για ν’ αντιληφθεί τα νομικά προβλήματα που έπρεπε να ξεπερασθούν και, πράγματι, ξεπεράσθηκαν.

Και η όλη προσπάθεια της Κυβέρνησης εξελίχθηκε, δυσχερώς, με σκληρή και ανεύθυνη πολεμική πολλών πλευρών σε βάρος των συμφερόντων των εργαζομένων. Τόσο η Αξιωματική Αντιπολίτευση, όσο και μέρος, τουλάχιστον, των μέσων μαζικής ενημέρωσης και της συνδικαλιστικής ηγεσίας δημιουργούσαν, με κάθε ευκαιρία, προσκόμματα στην προσπάθεια της Κυβέρνησης να επιλύσει το πρόβλημα και παραπληροφορούσαν τους εργαζομένους, όταν, μάλιστα, οι ίδιοι σιωπούσαν μπροστά στην αβελτηρία των Κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και, ιδίως, μπροστά στον εμπαιγμό των εργαζομένων με το διάταγμα Ρέππα -Σκανδαλίδη.

Μπορούν να ξεχασθούν μήπως, οι πρόωροι πανηγυρισμοί κάποιων, όταν το π.δ. 164/2004 είχε προσβληθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας με σκοπό να κηρυχθεί αντισυνταγματικό, ως αντίθετο στο άρθρο 103 του Συντάγματος και ν’ απαγορευθεί, κατά απόλυτο τρόπο, η μετατροπή συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου σε βάρος όλων των συμβασιούχων; Οι προσδοκίες, βεβαίως, αυτών που επεδίωκαν και επιδιώκουν – για λόγους που οι ίδιοι γνωρίζουν - μικροκομματικά συμφέροντα στις πλάτες των εργαζομένων διαψεύσθηκαν.

Και αυτά είναι σκόπιμο και τώρα να αναφερθούν. Διότι και σήμερα γίνεται προσπάθεια παραπληροφόρησης των εργαζομένων, τους οποίους ακόμη κάποιοι επιμένουν να εκμεταλλεύονται.

Σαφές είναι, πάντως, ακόμη και για τον πλέον κακόπιστο, το δύσκολο έργο που έφερε σε πέρας η Κυβέρνηση.

Γιατί η αλήθεια είναι μία. Για πρώτη φορά μετατρέπονται, υπό τον έλεγχο μάλιστα του ΑΣΕΠ, δεκάδες χιλιάδες συμβάσεις ορισμένου χρόνου σε αορίστου. Και μάλιστα δεκάδες χιλιάδες συμβάσεις που είχαν συναφθεί επί Κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ. Για πρώτη φορά τίθενται διατάξεις με τις οποίες αφενός προστατεύεται η συνταγματική νομιμότητα, η αρχή της αξιοκρατίας και των ίσων ευκαιριών εργασίας στο δημόσιο τομέα και, αφετέρου, ενσωματώνεται πλήρως η Κοινοτική Οδηγία για την προστασία των εργαζομένων από καταχρηστικές διαδοχικές συμβάσεις.

Και η πραγματικότητα αυτή αναγνωρίσθηκε τόσο από την Επιτροπή της Ε.Ε. όσο και από τις αποφάσεις του ΔΕΚ και των ανώτατων ελληνικών δικαστηρίων. Συγκεκριμένα :

1. Μετά την έκδοση του π.δ. 164/2004 η καταγγελία για παράβαση της Οδηγίας 1999/70 αρχειοθετήθηκε με την από 13.10.2004 απόφαση της Επιτροπής (PV 1674). Υπενθυμίζεται ότι πριν την έκδοση του π.δ. 164/2004 η Επιτροπή είχε αποστείλει την από 9-2-2004 Επιστολή της, με την οποία κατήγγειλε τις βασικές διατάξεις του π.δ. 81/2003 ως αντίθετες με την Κοινοτική Οδηγία. Εξάλλου, παρά τις προσπάθειες στελεχών του ΠΑΣΟΚ και μέρους συνδικαλιστικών ηγεσιών να παραπληροφορήσουν την Επιτροπή Αναφορών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η Επιτροπή της Ε.Ε. σταθερά απαντάει σε σχετικές ερωτήσεις της Επιτροπής Αναφορών ότι οι διατάξεις του π.δ. 164/2004 συμφωνούν με την Οδηγία και δεν τίθεται ζήτημα κοινοτικής παράβασης (σχετικώς βλ. τις από 7-12-2004, 1-2-2005 και 28-3-2006 απαντήσεις της Επιτροπής. Βλ. ιδίως την από 28-3-2006 απάντηση, όπου η Επιτροπή ρητώς αναφέρει ότι, παρά τις πολυάριθμες καταγγελίες που έχει λάβει, «κατόπιν διεξοδικής ανάλυσης των προαναφερθέντων προεδρικών διαταγμάτων η Επιτροπή δεν εξετάζει το ενδεχόμενο να κινήσει διαδικασία επί παραβάσει κατά της Ελλάδας»). Η θέση αυτή, όπως προκύπτει από το από 10.7.2006 περιεχόμενο του site της Επιτροπής Αναφορών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, δεν έχει αλλάξει, παρά τις πρόσφατες αναφορές της Ε.Σ.Η.Ε.Α. σ’ αυτήν.

2. Το υπ’ αριθμ. 162/2004 Πρακτικό Επεξεργασίας της Ολομέλειας του ΣτΕ έκρινε τις διατάξεις του π.δ. 164/2004 ως σύμφωνες τόσο με το Σύνταγμα όσο και με το Κοινοτικό Δίκαιο.

3. Η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την υπ’ αριθμ. 19-1/2005 απόφασή της, αφενός δέχθηκε - εμμέσως πλην σαφώς - την εντός του συνταγματικού πλαισίου πρόβλεψη μετατροπής συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου με τις μεταβατικές διατάξεις του π.δ. 164/2004, σε αντίθεση με τις αντισυνταγματικές διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 14 του ν. 3051/2002 (Σκανδαλίδη). Αφετέρου δε τόνισε την υποχρέωση τήρησης των παρ. 7 και 8 του άρθρου 103 Συντάγματος, με σκοπό την απαγόρευση τακτοποίησης προσωπικού σε θέσεις του δημόσιου τομέα, χωρίς προηγούμενη επιτυχή συμμετοχή σε διαγωνισμό ΑΣΕΠ (βλ. παρ. ΙΙΙ απόφασης).

4. Το Συμβούλιο της Επικρατείας (επταμελής σύνθεση), με τις υπ’ αριθμ. 1253-1259/2006 αποφάσεις του, απέρριψε τις αιτήσεις ακυρώσεως κατά του π.δ. 164/2004, κρίνοντας ότι οι διατάξεις του διατάγματος είναι σύμφωνες τόσο με το Σύνταγμα όσο και με το Κοινοτικό Δίκαιο. Ειδικότερα έκρινε ότι:

α) Το π.δ. 81/2003 (Ρέππα-Σκανδαλίδη) εξαιρούσε, ουσιαστικά, από το πεδίο εφαρμογής του όλους τους εργαζομένους του δημόσιου τομέα (βλ. σκέψη 7 απόφασης ΣτΕ 1253/2006)

β) Ο Αναθεωρητικός Νομοθέτης με τις νέες διατάξεις των παρ. 7 και 8 του άρθρου 103 του Συντάγματος « . . .θέλησε να αποτρέψει την συνέχιση μιας συνήθους πρακτικής του παρελθόντος, η οποία συνίστατο στην πρόσληψη προσωπικού με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου για την κάλυψη, τύποις, απρόβλεπτων ή επειγουσών ή παροδικών αναγκών (. . . ), στην εκ των υστέρων διαπίστωση ότι οι ανάγκες αυτές είναι πάγιες και διαρκείς και, τελικά, στην «τακτοποίηση» του προσληφθέντος κατά τα ως άνω με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου προσωπικού, . . . , κατ αποκλεισμό όλων των λοιπών ενδιαφερομένων που θα ηδύναντο να διεκδικήσουν τις θέσεις αυτές βάσει των παγίων διατάξεων της εκάστοτε ισχύουσας νομοθεσίας» (βλ. σκέψη 12 απόφασης) .

γ) Η Κοινοτική Οδηγία δεν επιβάλλει, ως μέτρο αποτροπής των καταχρηστικών διαδοχικών συμβάσεων, τη μετατροπή των συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου, αλλά την πρόβλεψη ενός τουλάχιστον εκ των μέτρων που περιλαμβάνονται στη ρήτρα 5 της Οδηγίας καθώς και σχετικές κυρώσεις. Με τις πάγιες διατάξεις του π.δ. 164/2004 προβλέπονται όχι ένα αλλά όλα τα μέτρα της ρήτρας 5 της Οδηγίας, καθώς και αυστηρές κυρώσεις σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων αυτών (βλ. σκέψη 10 απόφασης ΣτΕ 1253/2006). Έτσι, « . . .η προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στο κοινοτικό δίκαιο έγινε, δυνάμει των ως άνω διατάξεων, με σεβασμό της απαγόρευσης μετατροπής συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου σε συμβάσεις αορίστου χρόνου, που θεσπίσθηκε με την παράγραφο 8 του άρθρου 103 του Συντάγματος» (βλ. σκέψη 13 απόφασης ΣτΕ 1253/2006).

δ) Τυχόν πρόβλεψη στις πάγιες διατάξεις του π.δ. 164/2004 περί μετατροπής συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου «. . . θα ήταν οπωσδήποτε ανεπίτρεπτη εν όψει της κατηγορηματικής απαγόρευσης μετατροπής των συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου σε συμβάσεις αορίστου χρόνου, η οποία θεσπίζεται εμ τη διάταξη της παρ. 8 του άρθρου 103 του Συντάγματος . . . Πλην, η πρόβλεψη του εν λόγω μέτρου της μετατροπής των διαδοχικών συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου σε συμβάσεις αορίστου χρόνου στις μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 11 του Π.Δ/τος 164/2004, δεν αντίκειται στην παρ. 8 του άρθρου 103 του Συντάγματος». Αναλύει, ακολούθως, η απόφαση τους λόγους για τους οποίους οι μεταβατικές διατάξεις του π.δ. 164/2004 είναι αφενός σύμφωνες με το κοινοτικό δίκαιο, αφετέρου σύμφωνες με το άρθρου 103 του Συντάγματος (βλ. σκέψη 15 απόφασης ΣτΕ 1253/2006).

ε) Η πρόβλεψη, στο άρθρο 5 του π.δ. 164/2004, σχετικά με το χρονικό διάστημα των τριών μηνών μεταξύ δύο συμβάσεων, είναι σύμφωνη με την Οδηγία. «Ο καθορισμός, άλλωστε, από τον εθνικό νομοθέτη ενός χρονικού διαστήματος που επιτρέπεται κατ ανώτατο όριο να μεσολαβεί μεταξύ περισσοτέρων συμβάσεων ορισμένου χρόνου, ώστε αυτές να μη θεωρούνται διαδοχικές, και, συνεπώς, απαγορευμένες, αποτελεί επιλογή ενός κριτηρίου το οποίο είναι, κατ αρχήν, αντικειμενικό και πρόσφορο για την επίτευξη του σκοπού τον οποίο εξυπηρετεί» (βλ. σκέψη 18 αποφάσεων ΣτΕ 1257, 1258, 1259/2006).

στ) Η εξαίρεση που προβλέπεται στην παρ. 4 του άρθρου 11 του π.δ. 164/2004 για το εκτός Ελλάδος προσωπικό του ΥΠΕΞ, είναι σύμφωνη με την Οδηγία (βλ. σκέψεις 17 επ. απόφασης ΣτΕ 1256/2006).

5. Η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, με την υπ’ αριθμ. 18/2006 απόφασή της, με την οποία έγινε δεκτή αναίρεση του Δήμου Σικυωνίων σχετικά με υπόθεση συμβασιούχου σε ΚΕΠ, δέχθηκε ότι:

α) Η αναγνώριση του πραγματικού χαρακτήρα σχέσης εργασίας ως ορισμένου ή ως αορίστου χρόνου κατά τη διοικητική διαδικασία μπορεί να γίνει μόνο υπό τον έλεγχο του ΑΣΕΠ (βλ. σελ. 11 απόφασης). Πράγματι με τις μεταβατικές διατάξεις του π.δ 164/2004 η μετατροπή συμβάσεων γίνεται με αντικειμενική διαδικασία μέσω ΑΣΕΠ.

β) Η απόφαση του Αρείου Πάγου δεν περιορίσθηκε, όσον αφορά στους εργαζομένους στο δημόσιο τομέα (στην επίδικη περίπτωση επρόκειτο για εργαζόμενο σε ΚΕΠ), στην εκτίμηση των γνωστών από την πάγια νομολογία για τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα κριτηρίων για την αναγνώριση μίας εργασιακής σχέσης ως αορίστου χρόνου, αλλά προχώρησε και στην εκτίμηση των διατάξεων νόμου που ρυθμίζουν τις εργασιακές σχέσεις της συγκεκριμένης υπηρεσίας του δημόσιου τομέα (βλ. σελ. 17 και 18 απόφασης).

6. Το ΔΕΚ, με την υπ’ αριθμ. 212/04 απόφασή του, ύστερα από προδικαστικό ερώτημα του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης πριν την έκδοση του π.δ. 164/2004, έκρινε ότι οι βασικές διατάξεις του π.δ. 81/2003 (Ρέππα-Σκανδαλίδη), το οποίο και κρινόταν σε συνδ. με το άρθρο 21 του ν. 2190/1994, ήταν προδήλως αντίθετες με την Οδηγία 1999/70. Περαιτέρω, από το σκεπτικό της απόφασης αυτής προκύπτει, με σαφήνεια, η συμφωνία των διατάξεων του π.δ. 164/2004 με την Οδηγία. Ειδικότερα :

α) Το π.δ. 81/2003 (διάταγμα Ρέππα-Σκανδαλίδη), με την «πονηρή» ρύθμιση του τέταρτου εδαφίου της περ. α της παρ. 1 του άρθρου 5, προέβλεπε ότι επιτρέπονται απεριόριστες ανανεώσεις συμβάσεων ορισμένου χρόνου, εάν αυτό επιβάλλεται από διάταξη νόμου ή κανονιστική διάταξη! Έδινε δηλαδή το διάταγμα Ρέππα-Σκανδαλίδη τη δυνατότητα στον Υπουργό να εκδίδει αποφάσεις, με τις οποίες θα μπορούσε να ανανεώνει συνεχώς συμβάσεις ορισμένου χρόνου, κρατώντας έτσι σε συνεχή ομηρία τους εργαζόμενους. Το ΔΕΚ έκρινε, βεβαίως, ότι η ρύθμιση αυτή ήταν ευθέως αντίθετη με την Κοινοτική Οδηγία, ως δυνάμενη να καταστρατηγήσει όλο το προστατευτικό πλαίσιο της Οδηγίας (βλ. σκέψεις 59 επ. απόφασης ΔΕΚ). Προβλέψαμε εγκαίρως, και βεβαίως πολύ πριν την έκδοση της απόφασης του ΔΕΚ, ώστε τόσο το π.δ 164/2004 όσο και το π.δ. 180/2004 να μην περιλαμβάνουν τη ρύθμιση αυτή ή οποιαδήποτε άλλη παρόμοια ρύθμιση ισοδυνάμου αποτελέσματος.

β) Το π.δ. 81/2003, με την παρ. 4 του άρθρου 5, προέβλεπε ότι διαδοχικές συμβάσεις θεωρούνται οι συμβάσεις μεταξύ των οποίων δεν μεσολαβεί χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 20 ημερών. Το ΔΕΚ έκρινε ότι το διάστημα των 20 ημερών θα μπορούσε να οδηγήσει σε καταστρατήγηση των ρυθμίσεων της Οδηγίας (βλ. σκέψεις 77 επ. απόφασης ΔΕΚ). Το π.δ. 180/2004, κατόπιν συμφωνίας των κοινωνικών εταίρων στην ΟΚΕ, διπλασίασε το διάστημα αυτό στις 40 ημέρες, ενώ το π.δ. 164/2004 για το δημόσιο τομέα, όπου και εστιάστηκε κυρίως το πρόβλημα των συμβασιούχων, προέβλεψε ως χρονικό διάστημα τους τρεις μήνες!

Εξάλλου, με το π.δ. 164/2004 προβλέπεται και άλλη ασφαλιστική δικλείδα, αυτή του άρθρου 6, με την οποία απαγορεύεται η διάρκεια της σύμβασης ορισμένου χρόνου να ξεπερνά τους 24 μήνες, ανεξαρτήτως χρόνου διακοπής μεταξύ των συμβάσεων. Με τον τρόπο αυτόν αποκλείεται και η όποια δυνατότητα καταστρατήγησης των προστατευτικών διατάξεων του π.δ. 164/2004. Υποχρεούνται, έτσι, και με τη διάταξη αυτή, όλοι οι φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα να προσλαμβάνουν μόνιμο προσωπικό ή προσωπικό με σύμβαση αορίστου χρόνου σε οργανικές θέσεις μέσω διαγωνισμού ΑΣΕΠ.

γ) Η απόφαση του ΔΕΚ δεν διαλαμβάνει καμία σκέψη που να στρέφεται, έστω εμμέσως, κατά των ρυθμίσεων του π.δ. 164/2004. Αντιθέτως, από το προαναφερόμενο σκεπτικό της για την αντίθεση των διατάξεων του π.δ. 81/2003 στην Κοινοτική Οδηγία - διατάξεων που εγκαίρως αντικαταστάθηκαν με το π.δ. 164/2004 προς την κατεύθυνση της πλήρους ενσωμάτωσης της Οδηγίας - προκύπτει σαφώς η ορθότητα των επιλογών της Κυβέρνησης. Περαιτέρω το ΔΕΚ, με την υπ’ αριθμ. 100 σκέψη της απόφασής του, δέχεται ότι δεν υπήρχε κανένα μέτρο ικανό ν΄ αποτρέπει την κατάχρηση από τις διαδοχικές συμβάσεις, ως την έκδοση του π.δ. 164/2004.

δ) Το ΔΕΚ δέχεται, όπως δέχθηκε και το Συμβούλιο της Επικρατείας με τις προαναφερόμενες αποφάσεις του, ότι η Οδηγία δεν επιβάλλει υποχρέωση των κρατών μελών για τη μετατροπή συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου σε περίπτωση κατάχρησης διαδοχικών συμβάσεων. Αντιθέτως, επιβάλλει τη λήψη ενός από τα αναφερόμενα στο σημείο 1 της ρήτρας 5 της Οδηγίας μέτρα, με την πρόβλεψη, εφόσον χρειάζεται, και σχετικών κυρώσεων (βλ. σκέψεις 101 και 102 απόφασης).

Έτσι, καταλήγει το ΔΕΚ (βλ. σκέψη 105) ότι εθνική ρύθμιση που προβλέπει απόλυτη απαγόρευση μετατροπής συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου δεν είναι συμβατή με την Οδηγία, μόνον εφόσον δεν προβλέπεται άλλο μέτρο από τα αναφερόμενα στην Οδηγία, ικανό ν΄ αποτρέψει τις καταχρηστικές διαδοχικές συμβάσεις. Με τις διατάξεις του π.δ. 164/2004 προβλέπονται όχι απλώς ένα, αλλά όλα τα διαλαμβανόμενα στο σημείο 1 της ρήτρας 5 μέτρα (άρθρα 5 και 6 του διατάγματος), καθώς και αυστηρές κυρώσεις αλλά και αποζημίωση του εργαζομένου (άρθρο 7 διατάγματος). Είναι, επομένως, σαφές ότι οι διατάξεις του π.δ. 164/2004, όπως δέχθηκε και το ΣτΕ, σε αντίθεση με τις διατάξεις του π.δ. 81/2003, εισάγουν ένα προστατευτικό πλαίσιο για τους εργαζομένους, που προχωρά πέραν του πλαισίου προστασίας που επιβάλλει η Οδηγία.

Στην ερμηνεία της Οδηγίας 1999/70 αναφέρεται και η απόφαση C -144/2004 του ΔΕΚ, κατόπιν προδικαστικού ερωτήματος γερμανικού δικαστηρίου, από την οποία, καθ’ ο μέρος μας αφορά, προκύπτει ότι η Οδηγία (όπως είναι σαφές) αναφέρεται σε διαδοχικές συμβάσεις και όχι σε συμβάσεις που έχουν συναφθεί μία μόνο φορά (βλ. σκέψεις 41-43 απόφασης). Επισημαίνεται ότι εκκρεμούν και άλλες αποφάσεις του ΔΕΚ επί προδικαστικών ερωτημάτων και άλλων δικαστηρίων λοιπών κρατών μελών.

Από τις αποφάσεις, επομένως, της Επιτροπής της Ε.Ε, των Ανώτατων Ελληνικών Δικαστηρίων και του ΔΕΚ συνάγονται τα εξής συμπεράσματα :

- Η Επιτροπή κρίνει τις διατάξεις του π.δ. 164/2004 ως σύμφωνες με την Οδηγία 1999/70.

- Η Οδηγία δεν επιβάλλει, σε κάθε περίπτωση καταχρηστικών διαδοχικών συμβάσεων, τη μετατροπή συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου. Έτσι, η Οδηγία δεν επιβάλλει την κατάλυση της ελληνικής συνταγματικής νομιμότητας και της αξιοκρατικής επιλογής εργαζομένων στο δημόσιο τομέα μέσω διαγωνισμών ΑΣΕΠ, σύμφωνα με τις παρ. 3, 7 και 8 του άρθρου 103 του Συντάγματος (βλ. ιδίως αποφάσεις ΣτΕ και ΔΕΚ).

- Η μετατροπή συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου είναι σύμφωνη με το Σύνταγμα, μόνον όπως αυτή προβλέπεται στις μεταβατικές διατάξεις του π.δ. 164/2004 (βλ. ιδίως αποφάσεις ΣτΕ).

- Οποιαδήποτε πρόβλεψη μετατροπής συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου, ακόμη και εάν είναι συμβατή με το Σύνταγμα, πρέπει σε κάθε περίπτωση να γίνεται μέσω ΑΣΕΠ (βλ. ιδίως απόφαση ΑΠ).

- Οι διατάξεις του π.δ. 81/2003 (Ρέππα-Σκανδαλίδη) ήταν προδήλως αντίθετες με την Κοινοτική Οδηγία και έπρεπε να αντικατασταθούν (βλ. ιδίως αποφάσεις ΣτΕ και ΔΕΚ).

- Η Οδηγία αφορά σε καταχρηστικές διαδοχικές συμβάσεις, και όχι σε συμβάσεις που έχουν συναφθεί μία μόνο φορά (βλ. ιδίως απόφαση ΔΕΚ).

- Οι πάγιες διατάξεις του π.δ. 164/2004 είναι σύμφωνες τόσο με το Σύνταγμα όσο και με την Οδηγία, και εισάγουν ένα προστατευτικό πλαίσιο για τους εργαζομένους πέραν αυτού που υποχρεώνει η Οδηγία (βλ. ιδίως αποφάσεις ΣτΕ και ΔΕΚ).

- Οι μεταβατικές διατάξεις του π.δ. 164/2004, με τις οποίες μετατρέπονται συμβάσεις για το διάστημα που δεν είχε εμπροθέσμως ενσωματωθεί πλήρως η Οδηγία, δεν αντίκεινται στις παρ. 7 και 8 του άρθρου 103 Συντάγματος, ούτε βεβαίως και στην Οδηγία (βλ. ιδίως αποφάσεις ΣτΕ).

Είναι, έτσι, σαφές ότι, παρά την απαράδεκτη και ύποπτη αντίδραση ορισμένων, που επιδιώκουν μικροκομματικά ή άλλα συμφέροντα, δικαιώνονται τόσο η προσπάθεια της Κυβέρνησης, όσο και οι εργαζόμενοι, τους οποίους τόσα χρόνια εκμεταλλεύονταν οι Κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ. Ακόμη και σήμερα, όμως, το ΠΑΣΟΚ εξακολουθεί να παίζει παιχνίδια στις πλάτες των συμβασιούχων, αλλά και των νέων που προσδοκούν να εργασθούν στο δημόσιο τομέα μέσω διαγωνισμών του ΑΣΕΠ. Σε δήλωσή του μάλιστα το ΠΑΣΟΚ αναφέρει (όπως άλλωστε αναφέρεται και σε δήλωση της Ευρωβουλευτή του ΠΑΣΟΚ κας Ματσούκα στην Επιτροπή Αναφορών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου) ότι πρέπει να διαβάσουμε προσεκτικότερα την απόφαση του ΔΕΚ! Εάν κάποιοι στο ΠΑΣΟΚ δεν ξέρουν να διαβάζουν, ας ακούσουν τουλάχιστον και ας σταματήσουν την παραπληροφόρηση των εργαζομένων.

Αυτό όμως που δεν μπορεί ούτε το ΠΑΣΟΚ να κρύψει από την ελληνική κοινωνία είναι ότι, για πρώτη φορά, μετατρέπονται δεκάδες χιλιάδες συμβάσεις ορισμένου χρόνου σε αορίστου, με παράλληλο σεβασμό τόσο των αρχών της αξιοκρατίας όσο και της αγωνίας τόσων άλλων χιλιάδων νέων που περιμένουν να εργασθούν μέσω διαγωνισμών του ΑΣΕΠ.

Όσον αφορά, τέλος, στις διατάξεις των άρθρων 20 του ν. 3301/2004 και 4 του ν. 3388/2005, ήδη ο Άρειος Πάγος ερμήνευσε και εφάρμοσε τις διατάξεις αυτές δεχόμενος τη συμβατότητά τους με το Σύνταγμα (βλ. απόφαση 3/2006 του Τριμελούς Συμβουλίου του Αρείου Πάγου)».

ΑΠΟ ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ

 

 

 

 

 

 

 

 

 



 

 

 

 

 

 

 Επιστροφή  Κορυφή σελίδας

ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η με οποιονδήποτε τρόπο αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, κατά παράφραση ή διασκευή απόδοση του περιεχομένου της εφημερίδας, χωρίς την γραπτή άδεια του εκδότη. Κάθε δημόσια αναφορά στο περιεχόμενο της συνεπάγεται και αναφορά του ονόματός της, όπως η δημοσιογραφική δεοντολογία επιτάσσει.

 

 

[Αρχική σελίδα]  [Αγορά Εργασίας]  [Επιχειρηματικότητα]  [Προσλήψεις στο Δημόσιο]  [Εκπαίδευση]  [Σεμινάρια]  [Νομοθεσία]  [Βιβλία]
Διεύθυνση: Λ. Ριανκούρ 73, 11524 Αθήνα, email: info@proslipsis.gr , Τηλ: 6949244434
©  2004-2021  proslipsis.gr, All rights reserved