ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER ΤΗΣ PROSLIPSIS.GR
Μάθετε πρώτοι τα νέα ...

  ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
 

 
Βάλτε Αγγελία      Δείτε Αγγελίες      Newsletters       
  Επικοινωνία     
 
 
 
 
 
 
 
 



 
  Επικαιρότητα Επιστροφή    
Α. Ζερβού: Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας 5/3/09


Αθήνα 5.3.2009
Του ΑΡΘΟΥΡΟΥ ΖΕΡΒΟΥ*
Το κείμενο που ακολουθεί εκφωνήθηκε στην σημερινή εκδήλωση του ΠΑΣΟΚ, κατά την οποία ο Γ. Παπανδρέου παρουσίασε την πρόταση του κόμματος για την "πράσινη ανάπτυξη". 

Είναι σήμερα ευρύτατα αποδεκτό ότι ένα ενεργειακό μέλλον στηριζόμενο σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και στην εντατική χρήση των ορυκτών καυσίμων, είναι βέβαιο ότι δεν θα οδηγήσει σε μια βιώσιμη ενεργειακά ανάπτυξη.

Ένα βιώσιμο ενεργειακά μέλλον είναι δυνατό να συμβεί μόνο αν θα στηριχθεί πολύ περισσότερο στην χρήση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και στην ορθολογική χρήση της ενέργειας.

Η ορθολογική χρήση θα μπορούσε να ελαττώσει την κατανάλωση ενέργειας, να μειώσει τις επενδυτικές απαιτήσεις και να βελτιώσει τις ενεργειακές υπηρεσίες στα φτωχότερα στρώματα του πληθυσμού και στα φτωχότερα κράτη.

Το πέρασμα από τα ορυκτά καύσιμα στις ΑΠΕ τις επόμενες δεκαετίες θα μπορούσε ν’ αντιμετωπίσει όλα τα προβλήματα του μέλλοντος.

Οι ΑΠΕ μπορούν να έχουν σημαντική συμβολή στην προσπάθεια μείωσης των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου, καθώς είναι οι μόνες πηγές ενέργειας που δεν επιβαρύνουν το περιβάλλον με εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα.

Πέρα όμως από τα στενά πλαίσια αντιμετώπισης του φαινομένου του θερμοκηπίου, τα χαρακτηριστικά των ΑΠΕ τις καθιστούν συστατικό στοιχείο μιας νέας αναπτυξιακής πολιτικής και μοναδική μακροπρόθεσμη απάντηση στην πορεία προς την βιώσιμη ανάπτυξη.

Τα οφέλη που προκύπτουν από την εκμετάλλευση των ανανεώσιμων πηγών δεν είναι μόνο περιβαλλοντικής φύσης.

Η αξιοποίηση αυτών των εγχώριων ενεργειακών πόρων, μπορεί να επιφέρει επίσης σημαντικές θετικές κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις στην περιφερειακή και στην τοπική ανάπτυξη. Μπορούν να αποτελέσουν σε πολλές περιπτώσεις πυρήνα για την αναζωογόνηση οικονομικά και κοινωνικά υποβαθμισμένων περιοχών.

Οι αλλαγές στο κυρίαρχο ενεργειακό σύστημα είναι εκ των πραγμάτων μεγάλης χρονικής διάρκειας και απορροφούν σημαντικούς πόρους για την στήριξή τους, τουλάχιστον στο πεδίο της ωρίμανσης. Έχουν όμως ταυτόχρονα σημαντικές επιδράσεις σε παγιωμένα αναπτυξιακά πρότυπα.

Περιοχές ή και παραγωγικοί κλάδοι, τεχνολογίες ή και ειδικότητες χάνουν έδαφος προς όφελος νέων. Η αναστάτωση αυτή προκαλεί φοβίες και αντιδράσεις κι επομένως απαιτεί περιόδους και πολιτικές προσαρμογής.

Πολλοί απ’ τους παράγοντες που ώθησαν στις προηγούμενες αλλαγές το ενεργειακό σύστημα των ανεπτυγμένων χωρών, δεν έχουν εκλείψει εντελώς. Νέοι όμως, πολύ σημαντικοί παράγοντες, θέτουν το πρόβλημα ενός νέου και ριζικότερου μετασχηματισμού, όπως αναφέρατε κ. Πρόεδρε κι εσείς χρησιμοποιώντας την ίδια έκφραση, του κυρίαρχου ενεργειακού συστήματος.

Πρώτα απ’ όλα ο κορεσμός στις ανεπτυγμένες χώρες των παραγωγικών και καταναλωτικών προτύπων που στηρίχθηκαν στις οικονομίες κλίμακας και στον συγκεντρωτισμό, σε μονοδιάστατες τεχνολογικές επιλογές και στην ομοιομορφία, την πλήξη και την επιδεικτική σπατάλη.

Επίσης οι κίνδυνοι που απορρέουν από την υπανάπτυξη των 4/5 του παγκόσμιου πληθυσμού αλλά και την αδυναμία να διευρυνθούν σε παγκόσμια κλίμακα τα ίδια παραγωγικά και καταναλωτικά πρότυπα, κυρίως δε τα ενεργειακά.

Και τέλος, η κατακόρυφη αύξηση της ευαισθησίας της παγκόσμιας κοινής γνώμης, που προκαλούν η όξυνση των ποικίλων τοπικών ή υπερτοπικών περιβαλλοντικών προβλημάτων και τα αδιέξοδα που διαγράφονται από την επιδείνωση των φαινομένων του θερμοκηπίου.

Οι ΑΠΕ δεν είναι αναγκαίο κακό για περιβαλλοντικούς λόγους. Μεγάλη διασπορά στο χώρο, ανεξάντλητα συνολικώς αποθέματα, αμελητέες επιπτώσεις στο περιβάλλον, μικρά μεγέθη και ευέλικτη διαχείριση, αύξηση της απασχόλησης, είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά που τις καθιστούν συστατικό στοιχείο μιας νέας αναπτυξιακής πολιτικής.

Οι ανανεώσιμες πηγές, εάν αποτελέσουν βασικό στόχο ενός νέου ενεργειακού δόγματος μπορούν να καλύψουν σημαντικό μέρος της ενεργειακής ζήτησης των ανεπτυγμένων χωρών σε σύντομο σχετικά χρονικό διάστημα με αντίστοιχη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.

Το πρόβλημα δεν είναι τεχνικό, είναι πολιτικό. Το ουσιώδες ζήτημα είναι: Η υιοθέτηση ενός στρατηγικού στόχου, η διαμόρφωση αποτελεσματικών πολιτικών και η διάθεση των αναγκαίων πόρων.

Σήμερα το κόστος παραγωγής ηλεκτρισμού ή θερμότητας από ανανεώσιμες πηγές, σε σύγκριση με την χρήση συμβατικών καυσίμων είναι σε αρκετές περιπτώσεις υψηλότερο.

Το πραγματικό ερώτημα όμως είναι αν μακροπρόθεσμα η προώθηση της χρήσης των ΑΠΕ θα επηρεάσει αρνητικά το κόστος παραγωγής της ενέργειας και επομένως το κόστος διαβίωσης των πολιτών και την ανταγωνιστικότητα των εγχώριων προϊόντων.

Ωστόσο οι τάσεις που διαμορφώνονται διεθνώς, δεν αφήνουν περιθώρια πραγματικής ανησυχίας. Έτσι είναι σαφές ότι το κόστος των τεχνολογιών ΑΠΕ μειώνεται ραγδαία με την επέκταση της χρήσης τους και συνεπώς με την μαζική παραγωγή τους. Ορισμένες τεχνολογίες είναι ήδη ανταγωνιστικές και προβλέπεται ότι το ίδιο θα συμβεί και με πολλές από τις υπόλοιπες.

Αντίθετα, είναι εξίσου σαφές ότι με την βαθμιαία κατανόηση του εξωτερικού κόστους που συνεπάγεται η  παραγωγή ενέργειας, η χρήση των συμβατικών καυσίμων θα επιβαρυνθεί είτε άμεσα με φόρους, είτε έμμεσα με περιορισμούς εκπομπών ρύπων που οδηγούν σε ειδικές επενδύσεις υψηλού κόστους.

Γίνεται επομένως αυτονόητο ότι η ενσωμάτωση του περιβαλλοντικού κόστους στην διαδικασία λήψης των ενεργειακών αποφάσεων μεταβάλλει την κυρίαρχη αντίληψη περί κόστους των διαφόρων χρησιμοποιούμενων πηγών ενέργειας. Αποδεικνύεται ότι οι ανανεώσιμες πηγές είναι τεχνικά εφικτό, οικονομικά αποδεκτό και περιβαλλοντικά επιβεβλημένο να παίξουν ένα πολύ σημαντικότερο ρόλο από εκείνον που τους προσδιορίζει το ισχύον σύστημα αξιών.

Η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει ενισχύσει σημαντικά την ανάπτυξη των ΑΠΕ τα τελευταία χρόνια. Οι ΑΠΕ είναι οι μόνες πηγές ενέργειας που συνεισφέρουν σημαντικά και στους τρεις άξονες της ευρωπαϊκής πολιτικής για την ανάπτυξη: την ανταγωνιστικότητα, την προστασία του περιβάλλοντος και την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού.

Αν και  η συνεισφορά τους είναι γενικά αποδεκτή για τους δυο από τους τρεις άξονες, δεν συμβαίνει το ίδιο με την ανταγωνιστικότητα και την εν γένει συνεισφορά τους στην οικονομική ανάπτυξη. Οι διάφοροι καλόβουλοι ή μη σκεπτικιστικές προβάλλουν ως κύριο επιχείρημα το κόστος τους και την επιβάρυνση της οικονομίας.

Γίνεται όμως και σαφέστερο τα τελευταία χρόνια ότι η περιβαλλοντική προστασία δεν εμποδίζει την οικονομική ανάπτυξη. Αντίθετα, μπορεί να την επιταχύνει. Έχουμε πλέον απτά παραδείγματα που το αποδεικνύουν. Τ’ αναφέρατε κι εσείς κ. Πρόεδρε.

Στην Γερμανία και την Ισπανία για παράδειγμα, η επιχειρηματική δραστηριότητα με τον ήλιο, τον αέρα και το νερό βρίσκεται σε τεράστια άνθηση κι έχει ξεπεράσει ακόμα και στις εξαγωγές πολλούς από τους παραδοσιακούς τομείς της γερμανικής και της ισπανικής βιομηχανίας.

Πέρα από τα στοιχεία που ανέφερα προηγουμένως, η καλύτερη απάντηση πιστεύω σ’ αυτά τα επιχειρήματα αυτού του τύπου, ήρθε από τον Πρόεδρο Ομπάμα και τον κεντρικό ρόλο που δίνει στις πράσινες δραστηριότητες, στο πρόγραμμα ανάπτυξης που αναφέρατε αναλυτικά της αμερικάνικης οικονομίας, μάλιστα μέσα στην περίοδο της πρωτόγνωρης κρίσης που διανύουμε.

Διπλασιασμός παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ μέσα σε μια τριετία, προώθηση της ενεργειακής αποδοτικότητας των κτιρίων, ενίσχυση της έρευνας στον τομέα των νέων ενεργειακών τεχνολογιών, είναι οι τρεις βασικοί πυλώνες της ενεργειακής του πολιτικής με στόχο να περιορίσει δραστικά την ενεργειακή εξάρτηση των Ηνωμένων Πολιτειών.

Αλλά όπως αναφέρατε κι εσείς κύριε Επίτροπε, δεν είναι μόνο οι Ηνωμένες Πολιτείες που έχουν βάλει σε προτεραιότητα τις δράσεις για την πράσινη ανάπτυξη, τουλάχιστον στα προγράμματα ανάκαμψης των τελευταίων μηνών. Έχω κι εγώ τα νούμερα για την Κίνα που αναφέρατε.

Απλώς, η δική μου ανάγνωση είναι ότι είναι το 38% του προγράμματός τους και το οποίο είναι 221 δις δολάρια. Το διπλάσιο από αυτό που είναι του Ομπάμα για τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι των Κινέζων.

Επίσης, η Νότια Κορέα το 81% του προγράμματός της είναι για την πράσινη ανάπτυξη. Η Γαλλία το 21%, η Γερμανία το 13%.

Διαχρονικά οι κύριες κινητήριες δυνάμεις προώθησης των ΑΠΕ στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η πολιτική για το κλίμα και η ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού. Εξίσου σημαντικές παράμετροι όμως για την πολιτική ενίσχυσης των ΑΠΕ είναι η απασχόληση και η βιομηχανική ανάπτυξη.

Καθώς η εφαρμογή τεχνολογιών ΑΠΕ δημιουργεί περισσότερες θέσεις απασχόλησης απ’ ό,τι οι τεχνολογίες αξιοποίησης των ορυκτών καυσίμων, μπορεί να συμβάλει σε σημαντικό βαθμό στη βιομηχανική και την περιφερειακή ανάπτυξη. Αυτή η διάσταση είναι σημαντική στην ενεργειακή πολιτική για την εφαρμογή τεχνολογιών ΑΠΕ στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποστηρίζει τις τελευταίες τρεις δεκαετίες την ανάπτυξη των ΑΠΕ μέσω των προγραμμάτων της έρευνας και ανάπτυξης. Με τη Λευκή Βίβλο για τις ΑΠΕ, που υιοθετήθηκε το Νοέμβριο του ’97, κατέστρωσε για πρώτη φορά μία περιεκτική στρατηγική και ένα σχέδιο δράσης για τον τομέα.

Ως συνέπεια των ενεργειών που προβλέπονται στη Λευκή Βίβλο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προώθησε μία Οδηγία για τον ηλεκτρισμό που παράγεται από ΑΠΕ το 2001 και μία Οδηγία για τη χρήση των βιοκαυσίμων το 2003.  Η Ευρώπη, σαν επακόλουθο όλων αυτών των πολιτικών, είναι σήμερα πρωτοπόρος σε παγκόσμια κλίμακα, τόσο στην εγκατάσταση τεχνολογιών ΑΠΕ όσο και στη βιομηχανική παραγωγή τους.

Οι στόχοι που τέθηκαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση για το 2010 -και που αναφέρατε κιόλας προηγουμένως- τόσο μέσω της Λευκής Βίβλου όσο και μέσω των Οδηγιών που ακολούθησαν, φαίνεται σήμερα δύσκολο να επιτευχθούν.

Και αυτό οφείλεται κύρια στο γεγονός ότι μόνο μερικά κράτη-μέλη, αυτά που αναφέρθηκαν και από τους δυο σας προηγουμένως, Γερμανία, Ισπανία, Δανία, Πορτογαλία, εφάρμοσαν μέχρι σήμερα αποτελεσματικά τις πολιτικές τους για την Ευρωπαϊκή Ένωση για την προώθηση των ΑΠΕ. Οι υπόλοιπες δεν τα εφάρμοσαν. Γι’ αυτό δεν θα πιάσουν και τους στόχους.

Καθοριστική για το μέλλον των ΑΠΕ είναι η Οδηγία που ψηφίστηκε τον περασμένο Δεκέμβριο ως μέρος του κλιματικού ενεργειακού πακέτου και περιλαμβάνει τη θέσπιση του δεσμευτικού στόχου του 20% της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας το 2020 να προέρχεται από ΑΠΕ.

Είναι η πρώτη φορά που η Ευρωπαϊκή Ένωση θεσπίζει δεσμευτικούς στόχους για τις ΑΠΕ. Κι αυτό νομίζω είναι το κυρίαρχο που είναι σε αυτή τη νέα Οδηγία. Το γεγονός αυτό, δεδομένου του φιλόδοξου χαρακτήρα του στόχου, θα τους δώσει μία σημαντική ώθηση.

Ο δεσμευτικός αυτός στόχος θα υποχρεώσει και εκείνα τα κράτη-μέλη που μέχρι σήμερα υστερούν στην αξιοποίηση των ΑΠΕ, όπως είναι η Ελλάδα, να ανταποκριθούν στις προσπάθειες που τους αναλογούν προκειμένου να αποφύγουν δυσβάσταχτες κυρώσεις στο μέλλον.

Με αυτές τις αποφάσεις η Ευρωπαϊκή Ένωση επιβεβαιώνει τον ηγετικό της ρόλο διεθνώς, τόσο στην ανάπτυξη των ΑΠΕ όσο και στον περιορισμό των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου. Τα αποτελέσματα της πολιτικής αυτής είναι ήδη ορατά, ιδιαίτερα στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής.

Δύο από τις τεχνολογίες, η αιολική ενέργεια και τα φωτοβολταϊκά, έχουν σημειώσει εντυπωσιακούς ρυθμούς αύξησης τα τελευταία χρόνια. Ο μέσος όρος του ετήσιου ρυθμού ανάπτυξης της αγοράς στην Ευρώπη τα τελευταία 15 χρόνια για την αιολική ενέργεια είναι πάνω από 25%.

Ένα ποσοστό ανάπτυξης που το έχουν επιτύχει μόνο η βιομηχανία ηλεκτρονικών υπολογιστών και ο τομέας των τηλεπικοινωνιών για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Το 4,3% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση σήμερα γίνεται από την αιολική ενέργεια.

Η αγορά των φωτοβολταϊκών στην Ευρώπη έχει να επιδείξει έναν ακόμα μεγαλύτερο ρυθμό ανάπτυξης της τάξης του 60% το διάστημα της τελευταίας πενταετίας.

Οι ΑΠΕ παίζουν πλέον κυρίαρχο ρόλο στο ευρωπαϊκό σύστημα ηλεκτροπαραγωγής. Δεν είναι απλά οι πηγές ενέργειας του μέλλοντος, είναι οι πηγές του παρόντος. 

Επιτρέψτε μου να αναφέρω δύο-τρία νούμερα. Προσπάθησα στην ομιλία να αποφύγω τα πολλά νούμερα γιατί κουράζουν, αλλά πιστεύω ότι δύο-τρία αξίζει τον κόπο.

Κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας (1999 - 2008) η νέα εγκατεστημένη ισχύς στην Ευρωπαϊκή Ένωση στην ηλεκτροπαραγωγή είχε την ακόλουθη κατανομή: Φυσικό αέριο 50%, ΑΠΕ 38%, υπόλοιπες συμβατικές πηγές 12%.

Το 2008 έγινε η απόλυτη ανατροπή. Οι εγκαταστάσεις ΑΠΕ αποτέλεσαν το 57% των εγκαταστάσεων ηλεκτροπαραγωγής στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 27. Πρώτη σε εγκατεστημένη ισχύ ήταν η αιολική ενέργεια με 36%, δεύτερο το φυσικό αέριο με 29% και τρίτα τα φωτοβολταϊκά συστήματα με 18%. Οι υπόλοιπες συμβατικές πηγές, πετρέλαιο, άνθρακας και πυρηνικά, όλα μαζί 14%.

Η μεγάλη αλλαγή του ενεργειακού μίγματος για την ηλεκτροπαραγωγή στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ήδη δρομολογηθεί, αν και βεβαίως όχι με τον ίδιο τρόπο σε όλες τις χώρες-μέλη.

Και λίγα λόγια για την Ελλάδα. Μεταξύ του ’70 και σήμερα οι δείκτες της ενέργειας στην Ελλάδα σημειώνουν σημαντική αύξηση, παρά τις δύο ενεργειακές κρίσεις που μεσολαβούν και την επακόλουθη οικονομική κρίση.

Η αύξηση είναι ταχύτερη από όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ικανοποιείται σε αυξανόμενο βαθμό από ηλεκτρισμό που παράγεται επίσης σε αυξανόμενο βαθμό από λιγνίτη, ένα καύσιμο δηλαδή φτωχό ενεργειακά και ρυπογόνο περιβαλλοντικά, πλην όμως εγχώριο. Η πολιτική αυτή ανταποκρίθηκε στις απαιτήσεις των καιρών, συγκράτησε το κόστος της ενέργειας, μειώνοντας ταυτόχρονα την ενεργειακή εξάρτηση της χώρας, όχι όμως χωρίς συνέπειες για το περιβάλλον.

Ο τομέας της ηλεκτροπαραγωγής έχει ασφαλώς τη μεγαλύτερη άμεση συμμετοχή στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, αλλά εκείνο που έχει ακόμα μεγαλύτερη σημασία είναι η σταθερή αύξηση της συμμετοχής αυτής, από 32% το ’70 σε 50% περίπου σήμερα.

Είναι γνωστό ότι η Ελλάδα διαθέτει εξαιρετικά πλούσιο δυναμικό -το αναφέρατε πολύ πιο αναλυτικά από εμένα κύριε Πρόεδρε- και σε πολλούς τομείς των ανανεώσιμων.

Η μέχρι σήμερα αξιοποίησή του υπήρξε πολύ περιορισμένη, παρά το γεγονός ότι όπως επίσης αναφέρατε οι πρώτες εγκαταστάσεις και οι προσπάθειες για την τεχνολογία έγιναν τη δεκαετία του ’80 από τη ΔΕΗ με τις πρώτες εγκαταστάσεις ανεμογεννητριών και φωτοβολταϊκών.

Επίσης είχαμε τη μεγάλη αύξηση των ηλιακών θερμικών, ήμαστε πρωτοπόροι στην Ευρώπη ήδη από το τέλος της δεκαετίας του ’70. Ακόμα, το νομοθετικό πλαίσιο υποστήριξης των ΑΠΕ που φτιάξαμε ήταν ένα από τα πρώτα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αλλά στον τομέα της αιολικής ενέργειας, αν πάρω για παράδειγμα, η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα στη 12η θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δηλαδή στην Ευρώπη των 15, γιατί δεν πρέπει να μετρήσουμε τις 12 νέες χώρες σε αυτή την ιστορία, διότι δεν είχαν ποτέ ανάπτυξη των ανανεώσιμων. Από τις 15 χώρες είμαστε μπροστά από το Λουξεμβούργο, το Βέλγιο και τη Φιλανδία.
Βρισκόμαστε δηλαδή στη 12η θέση, ενώ το 2000 βρισκόμασταν στην 7η. Ξεκινήσαμε από τους πρώτους και καταλήξαμε στους τελευταίους. Το γιατί είναι ένα μεγάλο θέμα, που θα μπορούσε από μόνο του να αποτελέσει αντικείμενο μιας άλλης συζήτησης, ώστε να βγάλουμε συμπεράσματα για το μέλλον.

Πολλές από τις προτάσεις που υπάρχουν στο κείμενο που παρουσιάζεται πιστεύω ότι είναι στην κατεύθυνση της κατανόησης ακριβώς αυτού του θέματος και νομίζω ότι η διαβούλευση θα βοηθήσει ακριβώς στο να πιάσουμε αυτό το κομμάτι, διότι αυτό είναι το κύριο, πώς μπορούμε να ανατρέψουμε αυτή την ιστορία που έχουμε μέχρι σήμερα.

Και για να πετύχουμε σήμερα τους στόχους που προβλέπονται στη νέα Οδηγία θα πρέπει να επιταχύνουμε σημαντικά τους ρυθμούς εγκατάστασης. Θέλω κ. Πρόεδρε το 18 να το κάνουμε 20. Μαζί σας προφανώς σε αυτή την κατεύθυνση.

Και επίσης αυτό, πέρα από αυτά που είπε ο κύριος Επίτροπος σχετικά με τα οικονομικά, έχει και επιπλέον οικονομικό, εάν πετύχουμε κάτι τέτοιο. Διότι προβλέπεται στην Οδηγία για τις ανανεώσιμες, όχι την Οδηγία των ρύπων πλέον, ότι αν ένα κράτος υπερβεί τους στόχους του, μπορεί να το πουλήσει στα άλλα. Αλλά δεν είναι μόνο αυτά, είναι και απ’ αυτό το κομμάτι, γιατί είναι και τα δύο αλληλένδετα η ιστορία των ρύπων κι εδώ.

Στο ελληνικό μικροσύστημα οι ΑΠΕ μπορεί να παίξουν καθοριστικό ρόλο σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα. Με αιχμή την αιολική ενέργεια την επόμενη δεκαετία και με σημαντική συνεισφορά από την ηλιακή ενέργεια, από τα φωτοβολταϊκά συστήματα, τόσο στις εφαρμογές στα κτίρια όσο και στις εφαρμογές μεγάλης κλίμακας, οι ΑΠΕ μπορούν να καλύψουν το 33% των ηλεκτρικών αναγκών μέχρι το 2020, το 55% μέχρι το 2030 και το 85% μέχρι το 2050.

Αν θέλουμε να φτάσουμε το νούμερο του 65% των μειώσεων, αυτά είναι περίπου τα νούμερα τα οποία επιτάσσουμε στους διάφορους τομείς.

Μικρότερο αλλά ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο πρέπει να μπορούν να παίξουν η χρήση της βιομάζας κύρια και στην παραγωγή, τα μικρά υδροηλεκτρικά, τα ηλιοθερμικά και η γεωθερμία.

Μια τέτοια προοπτική προϋποθέτει μια διαφορετική στρατηγική συνολικά στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής.

Η ευρεία χρήση των ΑΠΕ απαιτεί ένα πολύ πιο ευέλικτο σύστημα ηλεκτροπαραγωγής με δυνατότητα αποθήκευσης που μπορεί να γίνει με την χρήση υδροηλεκτρικών. Πρέπει να επεκταθούν και να ενισχυθούν τα δίκτυα και οι διασυνδέσεις τόσο με τον νησιωτικό χώρο όσο και με τις γειτονικές χώρες.

Οι όποιοι καινούργιοι σταθμοί με συμβατικά καύσιμα πρέπει να είναι ευέλικτοι και να συνεργάζονται αποτελεσματικά με τις ΑΠΕ και γι’ αυτό, σε αυτή την λογική δεν χωρούν ούτε σταθμοί λιθάνθρακα, ούτε η πυρηνική ενέργεια.

Στον τομέα των κτιρίων, πρέπει να προωθηθούν οι τεχνικές ρυθμίσεις, οι κανονισμοί, οι προδιαγραφές που θα ενθαρρύνουν και θα καθιστούν υποχρεωτικές την ενσωμάτωση ενεργητικών ή παθητικών συστημάτων ΑΠΕ, ηλιακών, βιομάζας, γεωθερμίας και γενικότερα την υιοθέτηση νέων τεχνολογιών.

Πρέπει να ενισχυθούν ιδιαίτερα με πριμοδοτήσεις κατά περίπτωση ο βιοκλιματικός σχεδιασμός των κτιρίων, οι τεχνολογίες ΑΠΕ για θέρμανση και ψύξη, καθώς και η διαμόρφωση του μικροκλίματος με δενδροφυτεύσεις  και άλλους τρόπους που συμβάλλουν στο παθητικό δροσισμό των κτιρίων.

Οι ΑΠΕ μπορούν να καλύψουν το 25% των ενεργειακών αναγκών σε θέρμανση και ψύξη μέχρι το 2020, με προοπτική το 60% μέχρι το 2050.
Και τέλος στον τομέα των μεταφορών, πρέπει να ενισχυθεί τόσο η κρίση των βιοκαυσίμων, όσο και η χρήση των υβριδικών και ηλεκτρικών αυτοκινήτων.
Οι προοπτικές σ’ αυτό τον τομέα είναι η κάλυψη του 10% των αναγκών μέχρι το 2020 που μπορεί να φτάσει επίσης το 60% μέχρι το 2050.

Οι τεχνολογίες ΑΠΕ υπάρχουν, είναι εδώ και βελτιώνονται θεαματικά. Αυτό που χρειάζεται είναι η βούληση της πολιτείας αλλά και της κοινωνίας για μια άλλου τύπου ανάπτυξη.

Μπορούμε να σχεδιάσουμε το οικονομικό μας μέλλον βασιζόμενοι σε εγχώριους ενεργειακούς πόρους με γνωστό και προβλέψιμο ενεργειακό κόστος, πράγμα που δεν συμβαίνει με τα συμβατικά καύσιμα, απαλλαγμένους από όλα τα γεωστρατηγικά, οικονομικά και περιβαλλοντικά μειονεκτήματα του υπάρχοντος ενεργειακού συστήματος.

Με μια γενναία στροφή στις ΑΠΕ και προωθώντας την εξοικονόμηση ενέργειας, μπορούμε να καταστήσουμε την Ελλάδα πρωτοπόρα στην προσπάθεια να γίνει η Ευρώπη η πιο ανεξάρτητη ενεργειακά περιοχή του πλανήτη.

Όπως άλλωστε λέει και ο νέος Αμερικανός Πρόεδρος, η χώρα που τιθασεύει την δύναμη του ήλιου και του ανέμου, που αξιοποιεί τις καθαρές ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, θα είναι η ηγέτιδα χώρα του 21ου αιώνα. 

* Ο Αρθούρος Ζερβός είναι πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


 

 

 



 

 

 

 

 

 

 Επιστροφή  Κορυφή σελίδας

ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η με οποιονδήποτε τρόπο αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, κατά παράφραση ή διασκευή απόδοση του περιεχομένου της εφημερίδας, χωρίς την γραπτή άδεια του εκδότη. Κάθε δημόσια αναφορά στο περιεχόμενο της συνεπάγεται και αναφορά του ονόματός της, όπως η δημοσιογραφική δεοντολογία επιτάσσει.

 

 

[Αρχική σελίδα]  [Αγορά Εργασίας]  [Επιχειρηματικότητα]  [Προσλήψεις στο Δημόσιο]  [Εκπαίδευση]  [Σεμινάρια]  [Νομοθεσία]  [Βιβλία]
Διεύθυνση: Λ. Ριανκούρ 73, 11524 Αθήνα, email: info@proslipsis.gr , Τηλ: 6949244434
©  2004-2021  proslipsis.gr, All rights reserved