ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER ΤΗΣ PROSLIPSIS.GR
Μάθετε πρώτοι τα νέα ...

  ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
 

 
Βάλτε Αγγελία      Δείτε Αγγελίες      Newsletters       
  Επικοινωνία     
 
 
 
 
 
 
 
 

 
  Επικαιρότητα Επιστροφή    
Ρυθμίσεις για δημοτικές αστυνομικίνες και εργαζόμενους των ΚΕΠ (5/12/05)


Αθήνα 5.12.2005, 15:44
Καταργείται η ποσόστωση 15% για τις γυναίκες που προσλαμβάνονται στην Δημοτική Αστυνομία, ενώ οι εργαζόμενοι των ΚΕΠ θα παραμένουν υποχρεωτικά πέντε χρόνια στο ΚΕΠ που προσλήφθηκαν.

Τα παραπάνω προβλέπονται, μεταξύ άλλων, στο σχέδιο νόμου "Για την περαιτέρω χρήση πληροφοριών του δημόσιου τομέα και τη ρύθμιση θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Εσωτερικών", που κατέθεσαν σήμερα στην Βουλή τα συναρμόδια υπουργεία Εσωτερικών, Οικονομίας, Υγείας και Μεταφορών.

Ειδικότερα, το σχέδιο νόμου αίρει την διάταξη που έβαζε ποσόστωση 15% στις προσλήψεις γυναικών στην Δημοτική Αστυνομία. Η συγκεκριμένη διάταξη έρχονταν σε άμεση αντίθεση τόσο με το Σύνταγμα όσο και με την κοινοτική οδηγία 76/207/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 9ης Φεβρουαρίου 1976, περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών

Για το μόνιμο και αορίστου χρόνου προσωπικό των ΚΕΠ προβλέπεται υποχρεωτική παραμονή για πέντε χρόνια στο ΚΕΠ που προσλήφθηκαν, «ώστε να μην απολεσθεί η εμπειρία η οποία έχει αποκτηθεί στα συγκεκριμένα ΚΕΠ και να μην υπάρχουν φαινόμενα μετακίνησης, απόσπασης ή μετάταξης, που θα έχουν ως αποτέλεσμα τη διατάραξη της ισόρροπης και με πληθυσμιακά κριτήρια στελέχωσής τους, εντός της οικείας Περιφέρειας.

Επίσης προβλέπεται η ίδρυση Διεύθυνσης Οργάνωσης και Λειτουργίας των ΚΕΠ στη Γενική Γραμματεία Δημόσιας Διοίκησης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, με σκοπό την διασφάλιση της άρτιας λειτουργίας των ΚΕΠ και της μετεξέλιξής τους σε Κέντρα Ολοκληρωμένων Διοικητικών Συναλλαγών.

Προσλήψεις κατ' εξαίρεση
Με το σχέδιο ρυθμίζονται επίσης και θέματα που αφορούν την κατ’ εξαίρεση πρόσληψη στον δημόσιο τομέα μελών της οικογενείας εργαζομένου στο Δημόσιο ή στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, που απεβίωσε κατά και εξαιτίας της εκτέλεσης υπηρεσιακού του καθήκοντος. Στις περιπτώσεις αυτές ορίζεται ότι ένα μέλος της οικογένειας του θανόντος μέχρι πρώτου βαθμού συγγενείας με αυτόν, ή αδελφός ή αδελφή ή σύζυγός του να διορίζεται στο δημόσιο ή ευρύτερο δημόσιο τομέα σε κενή οργανική θέση ανάλογη των προσόντων που διαθέτει ο διοριζόμενος.

Μέχρι σήμερα η αίτηση διορισμού προβλεπόταν ότι πρέπει να υποβληθεί μέσα σε αποκλειστική προθεσμία πέντε ετών από την ημερομηνία του θανάτου του εργαζομένου. Όμως αυτό ήταν άδικο, διότι υπήρξαν περιπτώσεις που οι δικαιούχοι διορισμού ήταν τέκνα του θανόντος υπαλλήλου, ανήλικα κατά το χρόνο του θανάτου του και δεν μπορούσαν να κάνουν χρήση των προαναφερομένων διατάξεων, λόγω της χρονικής προθεσμίας των πέντε ετών από του θανάτου που ετίθετο στη διάταξη για την υποβολή αίτησης διορισμού.

Με τη νέα ρύθμιση η προθεσμία των πέντε ετών θα αρχίζει από τότε που αποκτούν τη νόμιμη ηλικία διορισμού ή από την εκπλήρωση των στρατιωτικών υποχρεώσεών τους. Μάλιστα, προς πλήρη διόρθωση της αδικίας, ορίζεται ότι για όσους μέχρι τη δημοσίευση του νόμου αυτού έχει παρέλθει η πενταετής προθεσμία, παρέχεται προθεσμία ενός έτους από τη δημοσίευσή του για την υποβολή αίτησης διορισμού.

Το πλήρες κείμενο του σχεδίου νόμου έχει ως εξής:

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ
Για την περαιτέρω χρήση πληροφοριών του δημόσιου τομέα και τη ρύθμιση θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΧΡΗΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΤΟΜΕΑ
Αρθρο 1
Αντικείμενο
Αντικείμενο ρύθμισης των διατάξεων των άρθρων 1 έως 13 αυτού του νόμου είναι ο καθορισμός, σύμφωνα και με την Οδηγία 2003/98/ΕΚ (L 345/90/31.12.2003), των όρων, των προϋποθέσεων, καθώς και των τρόπων διευκόλυνσης της περαιτέρω χρήσης εγγράφων, που βρίσκονται στην κατοχή φορέων του δημόσιου τομέα, όπως τα έγγραφα και οι φορείς καθορίζονται στις επιμέρους διατάξεις των άρθρων 3 και 4 αυτού του νόμου. Οι κείμενες διατάξεις για την πρόσβαση στα παραπάνω έγγραφα εξακολουθούν να ισχύουν, με την επιφύλαξη των ρυθμίσεων αυτού του νόμου.

Αρθρο 2
Υποχρέωση μέριμνας για την περαιτέρω χρήση
Οι φορείς του δημόσιου τομέα μεριμνούν ώστε τα έγγραφα, τα οποία βρίσκονται στην κατοχή τους, να μπορούν να επαναχρησιμοποιηθούν για εμπορικούς ή μη σκοπούς, σύμφωνα με τους όρους αυτού του νόμου. Όπου αυτό είναι δυνατόν, τα έγγραφα διατίθενται και με ηλεκτρονικά μέσα.

Αρθρο 3
Πεδίο εφαρμογής
1. Οι διατάξεις των άρθρων 1 έως 14 αυτού του νόμου δεν εφαρμόζονται σε έγγραφα:
α) Η χορήγηση των οποίων δεν εμπίπτει στη δημόσια αποστολή των οικείων φορέων του δημόσιου τομέα, όπως αυτή ορίζεται από τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις.
β) Για τα οποία τρίτοι ή φορείς του δημόσιου τομέα έχουν δικαίωμα πνευματικής ή βιομηχανικής ιδιοκτησίας.
γ) Στα οποία η πρόσβαση αποκλείεται σύμφωνα με τις διατάξεις των παρ. 3 και 5 του άρθρου 5 του ν. 2690/1999 (ΦΕΚ 45 Α΄), καθώς και σύμφωνα με κάθε άλλη σχετική διάταξη και ιδίως για λόγους που αφορούν: αα) Την εθνική ασφάλεια, άμυνα ή δημόσια τάξη και ββ) Το στατιστικό, εμπορικό ή βιομηχανικό απόρρητο.
δ) Που βρίσκονται στην κατοχή δημόσιων ραδιοτηλεοπτικών φορέων και των θυγατρικών τους εταιρειών ή άλλων οργανισμών και των θυγατρικών τους εταιρειών, με σκοπό την εκπλήρωση δημόσιας αποστολής με τη μορφή ραδιοτηλεοπτικής εκπομπής.
ε) Σε έγγραφα που βρίσκονται στην κατοχή εκπαιδευτικών, ερευνητικών ή και πολιτιστικών ιδρυμάτων, όπως σχολεία, Α.Ε.Ι., Τ.Ε.Ι., αρχεία, βιβλιοθήκες, μουσεία, ορχήστρες, λυρικές σκηνές, θέατρα και ερευνητικών εγκαταστάσεων ή άλλων οργανισμών τήρησης αποτελεσμάτων ερευνών.
Τα υπό στοιχεία δ και ε έγγραφα μπορεί να χορηγούνται για περαιτέρω χρήση, εφόσον αυτό προβλέπεται από γενικές διατάξεις ή διατάξεις που διέπουν τον οικείο φορέα.
2. Η περαιτέρω χρήση εγγράφων γίνεται πάντοτε με την επιφύλαξη τήρησης των διατάξεων για την προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (ν. 2472/1997 ΦΕΚ 50 Α΄), όπως αυτές κάθε φορά ισχύουν, και, σε κάθε περίπτωση, ύστερα από ειδική επεξεργασία, προκειμένου ν’ απαλειφθούν τα παραπάνω στοιχεία.

Αρθρο 4
Ορισμοί
Με την επιφύλαξη της παρ. 1 του προηγούμενου άρθρου, για τους σκοπούς του πρώτου κεφαλαίου αυτού του νόμου νοούνται ως:
1. «Φορείς του δημόσιου τομέα», οι κρατικές αρχές, κεντρικές και περιφερειακές, οι ΟΤΑ πρώτου και δεύτερου βαθμού, τα λοιπά ν.π.δ.δ., οι κατά την παρ. 2 αυτού του άρθρου οργανισμοί δημόσιου δικαίου και οι ενώσεις που σχηματίζονται από μία ή περισσότερες από τις αρχές αυτές ή από έναν ή περισσότερους από τους οργανισμούς δημόσιου δικαίου.
2. «Οργανισμός δημόσιου δικαίου», κάθε οργανισμός που:
α) Έχει συσταθεί με συγκεκριμένο σκοπό την κάλυψη αναγκών γενικού συμφέροντος που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα.
β) Έχει νομική προσωπικότητα.
γ) Χρηματοδοτείται για τη δραστηριότητά του κατά κύριο λόγο από το Κράτος, τους ΟΤΑ ή άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου, είτε η διαχείρισή του υπόκειται στην εποπτεία των ανωτέρω είτε διοικείται, διευθύνεται ή εποπτεύεται από όργανο, του οποίου ο μεγαλύτερος αριθμός των μελών διορίζεται από το Κράτος, τους ΟΤΑ ή άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου.
3. «Έγγραφο προς περαιτέρω χρήση», κάθε έγγραφο, το οποίο εκδίδεται ή κατέχεται από τους φορείς του δημόσιου τομέα και ιδίως μελέτες, πρακτικά, στατιστικά στοιχεία, εγκύκλιοι οδηγίες, απαντήσεις των διοικητικών αρχών, γνωμοδοτήσεις, αποφάσεις, αναφορές, ανεξάρτητα από το μέσο αποτύπωσης που χρησιμοποιείται (π.χ. αποτύπωση σε χαρτί, αποθήκευση σε ηλεκτρονική μορφή ή ηχητική, οπτική, οπτικοακουστική εγγραφή), καθώς και τμήμα τέτοιου εγγράφου. Ως «έγγραφα», για την εφαρμογή των διατάξεων αυτού του νόμου λογίζονται και τα ιδιωτικά έγγραφα που βρίσκονται σε αρχεία (φακέλους) φορέων του δημόσιου τομέα και χρησιμοποιήθηκαν ή λήφθηκαν υπόψη για τον καθορισμό της διοικητικής τους δράσης.
4. «Περαιτέρω χρήση», η χρήση, από φυσικά ή νομικά πρόσωπα, εγγράφων που βρίσκονται στην κατοχή φορέων του δημόσιου τομέα, για εμπορικούς ή μη σκοπούς, πέραν του αρχικού σκοπού της εκπλήρωσης δημόσιας αποστολής, για τον οποίο εκδόθηκαν τα έγγραφα αυτά. Η ανταλλαγή εγγράφων μεταξύ φορέων του δημόσιου τομέα κατά την άσκηση της δημόσιας αποστολής τους δεν συνιστά περαιτέρω χρήση.

Αρθρο 5
Προθεσμία αιτήσεων για περαιτέρω χρήση εγγράφων
1. Αιτήματα ως προς τη χορήγηση εγγράφων για περαιτέρω χρήση υποβάλλονται εγγράφως ή σε ηλεκτρονική μορφή στην υπηρεσία, η οποία έχει εκδώσει ή έχει στην κατοχή της το έγγραφο. Οι φορείς του δημόσιου τομέα των άρθρων 3 και 4 αυτού του νόμου επεξεργάζονται, με ηλεκτρονικά μέσα όπου αυτό είναι δυνατό και ενδεδειγμένο, τα σχετικά αιτήματα και διαθέτουν το έγγραφο προς περαιτέρω χρήση στον αιτούντα, σύμφωνα με όσα ορίζονται στις επόμενες παραγράφους.
2. Οι φορείς του δημόσιου τομέα επεξεργάζονται την αίτηση και παραδίδουν τα έγγραφα προς περαιτέρω χρήση στον αιτούντα στην προθεσμία που ορίζουν οι κείμενες διατάξεις. Αν δεν προβλέπεται προθεσμία για την έγκαιρη χορήγηση των εγγράφων, οι παραπάνω φορείς χορηγούν το έγγραφο μέσα σε είκοσι εργάσιμες ημέρες από την παραλαβή της αίτησης . Η προθεσμία αυτή μπορεί να παρατείνεται μέχρι είκοσι εργάσιμες, επιπλέον, ημέρες για τις περίπλοκες, ή μεγάλης κλίμακας αιτήσεις. Στην περίπτωση αυτή γνωστοποιείται στον αιτούντα, μέσα σε τρεις εβδομάδες από την αρχική αίτηση, ότι απαιτείται περισσότερος χρόνος για την επεξεργασία της.
3. Σε περίπτωση απόρριψης του συνόλου ή μέρους της αίτησης προς παροχή εγγράφου για περαιτέρω χρήση, οι φορείς του δημόσιου τομέα υποχρεούνται να γνωστοποιούν εγγράφως στον αιτούντα τους λόγους απόρριψης. Αν η απορριπτική απόφαση οφείλεται στην ύπαρξη πνευματικών δικαιωμάτων τρίτων, ο φορέας του δημόσιου τομέα υποχρεούται ν’ αναφέρει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που είναι δικαιούχος του εν λόγω δικαιώματος, ή εκείνον από τον οποίο έλαβε το σχετικό υλικό.
4. Κατά της απορριπτικής απόφασης του οικείου φορέα επιτρέπεται η άσκηση διοικητικής προσφυγής (αίτηση θεραπείας) για επανεξέταση του θέματος. Η προσφυγή αυτή ασκείται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία 10 ημερών από την κοινοποίηση της απορριπτικής απόφασης. Στην απορριπτική απόφαση αναφέρεται πάντοτε η δυνατότητα άσκησης προσφυγής και η προθεσμία άσκησής της.
5. Κατά της απόφασης του οικείου φορέα, που απορρίπτει τη διοικητική προσφυγή της προηγούμενης παραγράφου, επιτρέπεται η άσκηση διοικητικής προσφυγής ενώπιον του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, ο οποίος κρίνει σε δεύτερο βαθμό κατά νόμo και κατ’ ουσία. Η προσφυγή αυτή ασκείται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία 10 ημερών από την κοινοποίηση της απορριπτικής απόφασης επί της πρώτης προσφυγής.
6. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού μπορούν να συντμηθούν οι προθεσμίες αυτού του άρθρου, όπου αυτό κρίνεται αναγκαίο.

Αρθρο 6
Μορφές διάθεσης των εγγράφων
1. Οι φορείς του δημόσιου τομέα διαθέτουν τα έγγραφά τους με την υφισταμένη μορφή ή γλώσσα. Η διάθεσή τους, όπου αυτό είναι δυνατό και ενδεδειγμένο, γίνεται με ηλεκτρονικά μέσα. Οι φορείς του δημόσιου τομέα δεν υποχρεούνται να διαμορφώνουν ή να προσαρμόζουν τα έγγραφα, ώστε ν’ ανταποκρίνονται στο αίτημα παροχής τους, ούτε υποχρεούνται να παρέχουν αποσπάσματα εγγράφων, όταν αυτό συνεπάγεται δυσανάλογη προσπάθεια και επεξεργασία που υπερβαίνει έναν απλό χειρισμό.
2. Οι διατάξεις των άρθρων αυτού του κεφαλαίου δεν παρέχουν σε οποιονδήποτε τρίτο το δικαίωμα ν’ απαιτήσει από τον φορέα του δημόσιου τομέα την παραγωγή συγκεκριμένου τύπου εγγράφων για τον σκοπό της περαιτέρω χρήσης τους.
3. Η περαιτέρω χρήση των εγγράφων υπόκειται στον περιορισμό ότι το περιεχόμενό τους δεν πρέπει να αλλοιωθεί, ούτε να διαστρεβλωθεί με οποιοδήποτε τρόπο, καθώς και ότι πρέπει να γίνεται αναφορά στην πηγή προέλευσής τους και στην ημερομηνία τελευταίας επικαιροποίησής τους. Οι περιορισμοί αυτοί γνωστοποιούνται εγγράφως στον αιτούντα κατά τη χορήγηση του εγγράφου.
4. Οι φορείς του δημόσιου τομέα δεν φέρουν ευθύνη για τις περιπτώσεις μη ορθής περαιτέρω χρήσης των εγγράφων. Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων της παρ. 3 αυτού του άρθρου οι παραβάτες τιμωρούνται σύμφωνα με το άρθρο 458 του Ποινικού Κώδικα περί παράβασης διοικητικών διατάξεων, εκτός εάν προβλέπεται βαρύτερη ποινή από άλλες διατάξεις.

Αρθρο 7
Αδειες και λοιποί όροι για την περαιτέρω χρήση εγγράφων
1. Οι φορείς του δημόσιου τομέα μπορούν να επιτρέπουν την άνευ όρων περαιτέρω χρήση εγγράφων ή να επιβάλουν όρους μέσω αδειοδότησης, ή με άλλους τρόπους, συμπεριλαμβανομένης και της επιβολής τελών. Ο καθορισμός των όρων του προηγούμενου εδαφίου γίνεται με απόφαση του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού. Προκειμένου για εποπτευόμενους φορείς, η απόφαση αυτή εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του οικείου φορέα. Οι όροι που επιβάλλονται δεν μπορεί να οδηγούν σε περιορισμό ή στρέβλωση του ανταγωνισμού. Με κοινή απόφαση του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού και του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται το ύψος των τελών, όπου αυτά επιβάλλονται.
2. Όπου για την περαιτέρω χρήση εγγράφων προβλέπονται άδειες, οι φορείς του δημόσιου τομέα πρέπει να εξασφαλίζουν, όπου τούτο είναι δυνατόν, τη διάθεση τυποποιημένων άδειών σε ψηφιακή μορφή και με δυνατότητα ηλεκτρονικής επεξεργασίας τους. Οι άδειες αυτές είναι δυνατόν να προσαρμόζονται, προκειμένου ν’ αντιμετωπίζουν ειδικότερες περιπτώσεις αιτήσεων αδειοδότησης.

Αρθρο 8
Αρχές που διέπουν την επιβολή τελών για περαιτέρω χρήση εγγράφων
1. Εφόσον επιβάλλονται τέλη, είτε σύμφωνα με τις διατάξεις αυτού του νόμου είτε σύμφωνα με ήδη ισχύουσες διατάξεις, το συνολικό έσοδο από την άδεια περαιτέρω χρήσης εγγράφων δεν πρέπει να υπερβαίνει το κόστος συλλογής, παραγωγής, αναπαραγωγής και διάδοσής τους, συμπεριλαμβανομένης μιας εύλογης απόδοσης της επένδυσης, στην οποία έχει προβεί ο οικείος δημόσιος φορέας, αφού ληφθεί υπόψη και το πιθανό κόστος για την περαιτέρω επεξεργασία, σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 2 αυτού του νόμου. Τα τέλη πρέπει να υπολογίζονται με βάση το κόστος που προκύπτει κατά τη διάρκεια της αντίστοιχης λογιστικής περιόδου και σύμφωνα με τις λογιστικές αρχές που εφαρμόζονται στους οικείους φορείς του δημόσιου τομέα.
2. Όταν ο φορέας του δημόσιου τομέα εκδίδει ή κατέχει έγγραφα, τα οποία εμπεριέχουν πληροφορίες και χρησιμοποιεί τις πληροφορίες αυτές στο πλαίσιο των οικονομικών δραστηριοτήτων του, δεν μπορεί να επιβάλλει τέλη υψηλότερα από τα προβλεπόμενα στην προηγούμενη παράγραφο.

Αρθρο 9
Διαφάνεια ως προς τους όρους χορήγησης των εγγράφων
1. Οι όροι καθώς και τα πάγια τέλη για την περαιτέρω χρήση εγγράφων καθορίζονται εκ των προτέρων και δημοσιοποιούνται, ιδίως με ηλεκτρονικά μέσα, όπου αυτό είναι δυνατό και ενδεδειγμένο. Ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου, ο φορέας του δημόσιου τομέα αναφέρει τη βάση υπολογισμού για το δημοσιευόμενο τέλος, καθώς και τους παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό των τελών σε ειδικές περιπτώσεις.
2. Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή αποφασίσει να μην διαθέτει πλέον ορισμένα έγγραφα προς περαιτέρω χρήση ή να σταματήσει την ενημέρωση των σχετικών αρχείων, σε οποιαδήποτε μορφή και αν αυτά τηρούνται, θα πρέπει να δημοσιοποιεί την απόφασή της αυτή χωρίς υπαίτια καθυστέρηση και, κατά προτίμηση, με ηλεκτρονικά μέσα.

Αρθρο 10
Μέτρα διευκόλυνσης της αναζήτησης εγγράφων
Οι φορείς του δημόσιου τομέα μεριμνούν, ώστε να λαμβάνονται τα μέτρα που είναι αναγκαία για τη διευκόλυνση της αναζήτησης εγγράφων προς περαιτέρω χρήση, όπως η κατάρτιση και διάθεση καταλόγων των κυριότερων εγγράφων με δυνατότητα ηλεκτρονικής πρόσβασης, καθώς και η δημιουργία ιστοσελίδων που συνδέονται με αποκεντρωμένους καταλόγους. Οι φορείς του δημόσιου τομέα λαμβάνουν ειδική μέριμνα για τη διευκόλυνση των ατόμων με αναπηρίες στην αναζήτηση εγγράφων για περαιτέρω χρήση.

Αρθρο 11
Αποφυγή διακρίσεων
1. Οι όροι που επιβάλλονται για την περαιτέρω χρήση εγγράφων δεν επιτρέπεται να επιφέρουν διακρίσεις μεταξύ όμοιων κατηγοριών περαιτέρω χρήσης.
2. Αν τα έγγραφα χρησιμοποιούνται περαιτέρω από φορέα του δημόσιου τομέα ως αρχικό υλικό για οικονομικές δραστηριότητές του, που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της δημόσιας αποστολής του, τα έγγραφα αυτά παρέχονται με τα ίδια τέλη και τους ίδιους όρους που ισχύουν για τους άλλους χρήστες.

Αρθρο 12
Απαγόρευση αποκλειστικών ρυθμίσεων
1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 2 αυτού του άρθρου, συμβάσεις ή άλλες ρυθμίσεις μεταξύ των φορέων του δημόσιου τομέα που κατέχουν τα έγγραφα και τρίτων δεν θεμελιώνουν αποκλειστικά δικαιώματα και δεν εμποδίζουν την περαιτέρω χρήση των εγγράφων αυτών.
2. Στις περιπτώσεις όπου προβλέπεται δυνατότητα χορήγησης αποκλειστικών δικαιωμάτων για την παροχή υπηρεσίας δημόσιου συμφέροντος, η βασιμότητα του λόγου για τη χορήγηση αυτή υποβάλλεται σε τακτική επανεξέταση και, σε κάθε περίπτωση, τουλάχιστον κάθε τριετία. Συμβατικές ή άλλες ρυθμίσεις, που προβλέπουν αποκλειστικά δικαιώματα, μετά την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου δημοσιοποιούνται.
3. Υφιστάμενες συμβάσεις ή άλλες ρυθμίσεις που προβλέπουν αποκλειστικά δικαιώματα, οι οποίες δεν εμπίπτουν στην παρ. 2 αυτού του άρθρου, παύουν να ισχύουν με τη λήξη της σύμβασης ή, με τη λήξη του τυχόν χρονικού ορίου της ρύθμισης και σε κάθε περίπτωση, το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2008.

Αρθρο 13
Εξουσιοδοτικές διατάξεις
Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού ρυθμίζονται ειδικότερα ζητήματα καθώς και ζητήματα με χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό αναφορικά με την περαιτέρω χρήση των εγγράφων.

Αρθρο 14
Κώδικας πρόσβασης στα δημόσια έγγραφα
1. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται εντός έτους από τη δημοσίευση του νόμου αυτού, ύστερα από πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Δικαιοσύνης, κωδικοποιούνται σε ενιαίο κείμενο, υπό τον τίτλο «Κώδικας πρόσβασης στα δημόσια έγγραφα», οι ισχύουσες διατάξεις που αφορούν το δικαίωμα, τους όρους και τη διαδικασία πρόσβασης στα δημόσια έγγραφα, οι διατάξεις του νόμου αυτού για την περαιτέρω χρήση πληροφοριών του δημόσιου τομέα και κάθε άλλη συναφής διάταξη, η οποία εμμέσως τροποποιεί ή συμπληρώνει τις ανωτέρω διατάξεις.
2. Κατά την κωδικοποίηση αυτή επιτρέπεται, χωρίς αλλοίωση της έννοιας των διατάξεων που ισχύουν, η νέα διάρθρωση του νομοθετικού υλικού, όπως η διάσπαση ή συγχώνευση άρθρων ή προσθήκη νέων και η νέα γενικώς κατάστρωση αυτού, η απάλειψη των διατάξεων που έχουν ρητώς ή σιωπηρώς καταργηθεί, καθώς και των μεταβατικών διατάξεων, η διόρθωση φράσεων που περιέχουν κανόνες που έχουν καταργηθεί ή τροποποιηθεί, η διενέργεια διορθώσεων και προσαρμογών στη φραστική διατύπωση και η διενέργεια των αναγκαίων προσαρμογών εν όψει της γενικώς ισχύουσας νομοθεσίας.


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΚΕΝΤΡΩΝ ΕΞΥΠΗΡΕΤΗΣΗΣ ΠΟΛΙΤΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΖΗΤΗΜΑΤΩΝ
Αρθρο 15
Διεύθυνση Οργάνωσης και Λειτουργίας Κέντρων Εξυπηρέτησης Πολιτών
1. Στη Γενική Διεύθυνση Διοικητικής Οργάνωσης και Διαδικασιών της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Διοίκησης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης συνιστάται Διεύθυνση Οργάνωσης και Λειτουργίας των Κέντρων Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ), η οποία είναι αρμόδια για την οργάνωση, την εποπτεία, την παρακολούθηση και το συντονισμό της λειτουργίας των ΚΕΠ, με σκοπό την εξασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας τους και της περαιτέρω ανάπτυξής τους για την εξυπηρέτηση των πολιτών και των επιχειρήσεων.
Η Διεύθυνση Οργάνωσης και Λειτουργίας ΚΕΠ συγκροτείται από τις ακόλουθες οργανικές μονάδες:
α) Τμήμα Λειτουργίας των ΚΕΠ.
β) Επιχειρησιακό Κέντρο ΚΕΠ.
γ) Τμήμα Πληροφοριακών Συστημάτων ΚΕΠ.
Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Οργάνωσης και Λειτουργίας ΚΕΠ κατανέμονται μεταξύ των Τμημάτων της ως εξής:
α) Τμήμα Λειτουργίας των ΚΕΠ με τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α1) Μελέτη και εισήγηση για την ίδρυση ή διακοπή της λειτουργίας ΚΕΠ.
α2) Διατύπωση προτάσεων και λήψη μέτρων για τη βελτίωση της λειτουργίας των ΚΕΠ και των προσφερόμενων υπηρεσιών προς τους πολίτες.
α3) Σχεδιασμός και εφαρμογή συστήματος ελέγχου και αξιολόγησης της λειτουργίας των ΚΕΠ ως προς την εφαρμογή των υφιστάμενων διαδικασιών καθώς και προτάσεις για νέες διαδικασίες παροχής υπηρεσιών προς τους πολίτες.
α4) Μελέτη και εισήγηση μέτρων και ρυθμίσεων που προάγουν τη λειτουργία των ΚΕΠ, με στόχο τη μετατροπή τους σε Κέντρα Ολοκληρωμένων Διοικητικών Συναλλαγών για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις.
α5) Έλεγχος, παρακολούθηση και συντονισμός της λειτουργίας των ΚΕΠ, σε συνεργασία με τους οικείους συνδέσμους ή υπεύθυνους Περιφερειών. Ο έλεγχος περιλαμβάνει και την τυχόν απασχόληση των υπαλλήλων των ΚΕΠ σε άλλα καθήκοντα.
β) Επιχειρησιακό Κέντρο ΚΕΠ. Οι αρμοδιότητες του Επιχειρησιακού Κέντρου, που λειτουργεί σε επίπεδο Τμήματος, είναι οι ακόλουθες:
β1) Η παραλαβή και διακίνηση της αλληλογραφίας που αφορά τα ΚΕΠ.
β2) Η υποστήριξη της καθημερινής λειτουργίας των ΚΕΠ, η παροχή οδηγιών και η μέριμνα για την αντιμετώπιση και επίλυση πάσης φύσεως ζητημάτων που προκύπτουν από τη λειτουργία τους και αφορούν οικονομικά, τεχνικά, λειτουργικά θέματα, καθώς και θέματα κατάστασης προσωπικού τους, σε συνεργασία με τις καθ’ ύλην αρμόδιες μονάδες του Υπουργείου.
γ) Τμήμα Πληροφοριακών Συστημάτων ΚΕΠ, με τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
γ1) Μέριμνα για την καλή λειτουργία και την περαιτέρω αξιοποίηση των Πληροφοριακών Συστημάτων των ΚΕΠ.
γ2) Έλεγχο και συντονισμό των Πληροφοριακών Συστημάτων που υποστηρίζουν το έργο των ΚΕΠ καθώς και των πληροφοριακών υποσυστημάτων διαλειτουργικότητας ΚΕΠ και δημοσίων υπηρεσιών.
γ3) Έλεγχος της παραγωγικότητας των ΚΕΠ, τήρηση στατιστικών στοιχείων για την παραγωγικότητά τους, ανάλυση των στατιστικών αυτών στοιχείων και λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση τυχόν δυσλειτουργιών των ΚΕΠ και της συνεργασίας τους με τις δημόσιες υπηρεσίες.
Στην ανωτέρω Διεύθυνση και τα Τμήματα αυτής προΐστανται υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ Διοικητικής Οργάνωσης, με την εξαίρεση του Τμήματος Πληροφοριακών Συστημάτων ΚΕΠ, του οποίου προΐσταται υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Πληροφορικής.

Αρθρο 16
Αποσπάσεις και μετατάξεις του προσωπικού των ΚΕΠ
1. Από τη δημοσίευση αυτού του νόμου, οι μόνιμοι υπάλληλοι και οι υπάλληλοι με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου που υπηρετούν στα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ) υποχρεούνται να παραμείνουν στο ΚΕΠ τοποθέτησής τους τουλάχιστον για μία πενταετία.
2. Απόσπαση, μετάταξη ή μεταφορά υπαλλήλων των ΚΕΠ, η οποία πραγματοποιείται με οποιαδήποτε διάταξη, γενική ή ειδική, πριν από τη συμπλήρωση της πενταετίας είναι αυτοδικαίως άκυρη. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, επιτρέπεται, κατ’ εξαίρεση και πριν από την πάροδο της πενταετίας, η διενέργεια εκούσιων αμοιβαίων μετατάξεων-μεταφορών ή αμοιβαίων αποσπάσεων των υπαλλήλων των ΚΕΠ.

Αρθρο 17
Βεβαίωση γνησίου υπογραφής από υπαλλήλους των ΚΕΠ
Οι υπάλληλοι των ΚΕΠ, ανεξάρτητα από την ιδιότητά τους ως τακτικών ή υπαλλήλων με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, έχουν αρμοδιότητα να βεβαιώνουν το γνήσιο της υπογραφής και να επικυρώνουν αντίγραφα, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.

Αρθρο 18
Πρόσληψη στο Δημόσιο συγγενούς αποβιώσαντος κατά την εκτέλεση υπηρεσιακού καθήκοντος
1. Η παρ. 20 του άρθρου 14 του ν. 2266/1994 (ΦΕΚ 218 Α΄), όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 17 α του άρθρου 2 του ν. 2349/1995 (ΦΕΚ 224 Α΄) και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 5 του ν. 2839/2000 (ΦΕΚ 196 Α΄), αντικαθίσταται ως εξής:
«20. Όταν εργαζόμενος στο Δημόσιο ή στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, με τον τρόπο που αυτός προσδιορίζεται στην παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 2190/1994, όπως αυτός ισχύει, αποβιώσει κατά και εξαιτίας της εκτέλεσης υπηρεσιακού του καθήκοντος, τότε δύναται ένα μέλος της οικογένειας του θανόντος μέχρι πρώτου βαθμού συγγενείας με αυτόν, ή αδελφός ή αδελφή ή σύζυγός του να διορίζεται στο δημόσιο ή ευρύτερο δημόσιο τομέα σε κενή οργανική θέση ανάλογη των προσόντων που διαθέτει ο διοριζόμενος. Η αίτηση διορισμού πρέπει να υποβληθεί μέσα σε αποκλειστική προθεσμία 5 ετών από την ημερομηνία του θανάτου ή από τη συμπλήρωση του νόμιμου ορίου ηλικίας για διορισμό ή από την εκπλήρωση των στρατιωτικών υποχρεώσεων. Η αίτηση συνοδεύεται από αμετάκλητη δήλωση παραίτησης των λοιπών δικαιούχων από το δικαίωμα διορισμού και συνεπάγεται, από την ημερομηνία διορισμού, την αυτοδίκαιη και αμετάκλητη παραίτηση του διοριζομένου από τις οικονομικές απαιτήσεις του έναντι του φορέα, στον οποίο παρείχε την εργασία του ή ήταν ασφαλισμένος ο θανών, καθώς και την αναστολή του συνταξιοδοτικού του δικαιώματος».
2. Για όσους μέχρι τη δημοσίευση του νόμου αυτού έχει παρέλθει η προθεσμία της προηγούμενης παραγράφου, παρέχεται προθεσμία ενός έτους από τη δημοσίευσή του για την υποβολή αίτησης διορισμού.

Αρθρο 19
Κύρωση Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων
Το σχέδιο του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων που συντάσσεται από την Επιτροπή που προβλέπεται στο άρθρο 14 παρ. 1 του ν. 3242/2004 (ΦΕΚ 102 Α΄) υποβάλλεται στην Βουλή προς κύρωση κατά τη διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 76 παρ. 6 του Συντάγματος.

Αρθρο 20
Παροχή υπηρεσιών πιστοποίησης – Αρχές πιστοποίησης
1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων που ισχύουν για την εθνική άμυνα και ασφάλεια, η Ειδική Υπηρεσία Εφαρμογής Προγραμμάτων Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Διοίκησης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης του ΥΠ.ΕΣ.Δ.Δ.Α. (Πρωτεύουσα Αρχή Πιστοποίησης) είναι αρμόδια για την πιστοποίηση, τον καθορισμό των κατευθύνσεων και τον συντονισμό των άλλων δημοσίων υπηρεσιών ή φορέων του δημόσιου τομέα (Υποκείμενες Αρχές Πιστοποίησης), οι οποίοι εκδίδουν ψηφιακά πιστοποιητικά για την παροχή υπηρεσιών από φορείς του δημόσιου τομέα, μέσω του δικτύου «ΣΥΖΕΥΞΙΣ» ή άλλων δημόσιων δικτύων επικοινωνιών. Έως ότου τεθεί σε λειτουργία η Ειδική Υπηρεσία Εφαρμογής Προγραμμάτων Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης, τις αρμοδιότητες ασκεί η Υπηρεσία Ανάπτυξης Πληροφορικής.
2. Με αποφάσεις των Υπουργών Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Μεταφορών και Επικοινωνιών, ύστερα από σύμφωνη γνώμη της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (Ε.Ε.Τ.Τ.), κυρώνονται Κανονισμοί Πιστοποίησης της Πρωτεύουσας Αρχής Πιστοποίησης (Π.Α.Π.), με τους οποίους καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις για την παροχή των υπηρεσιών πιστοποίησης της Π.Α.Π. και των Υποκείμενων Αρχών Πιστοποίησης (ΥπΑΠ). Στους παραπάνω Κανονισμούς περιλαμβάνονται διατάξεις ιδίως για τα κριτήρια που πρέπει να πληρούν οι ΥπΑΠ, για την έκδοση, έλεγχο και ανάκληση των πιστοποιητικών καθώς και διατάξεις για τις παρεχόμενες υπηρεσίες, τους μηχανισμούς ασφαλείας, την προστασία του απορρήτου και των προσωπικών δεδομένων και τις υποχρεώσεις των φορέων παροχής υπηρεσιών πιστοποίησης προς τους τελικούς χρήστες.
3. Με αποφάσεις των Υπουργών Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Μεταφορών και Επικοινωνιών και μετά από σύμφωνη γνώμη της Ε.Ε.Τ.Τ., καθορίζονται ειδικότερες ρυθμίσεις ως και διατάξεις τεχνικού χαρακτήρα, στο πλαίσιο των Κανονισμών Πιστοποίησης της Π.Α.Π. καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια, για την έκδοση των ψηφιακών πιστοποιητικών από τις ΥπΑΠ.
4. Ο καθορισμός των υπηρεσιών ή φορέων του δημόσιου τομέα ως Υποκειμένων Αρχών Πιστοποίησης για την παροχή υπηρεσιών πιστοποίησης σύμφωνα με τις διατάξεις αυτού του άρθρου, γίνεται με κοινή απόφαση του Υπουργού των Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, ύστερα από εισήγηση της Π.Α.Π.
5. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, μπορεί αρμοδιότητες αυτού του άρθρου, εφόσον δεν έχουν κανονιστικό χαρακτήρα, να εκχωρούνται σε φορείς του δημόσιου τομέα, όπως αυτός ισχύει, που διαθέτουν την απαιτούμενη υποδομή και τεχνογνωσία ή στην Κοινωνία της Πληροφορίας Α.Ε. Με όμοια απόφαση μπορεί να ανατίθεται η υποστήριξη ή η παροχή υπηρεσιών πιστοποίησης και σε τρίτους φορείς, οι οποίοι υποχρεούνται να εφαρμόζουν το νομικό, τεχνικό και λειτουργικό πλαίσιο της Πρωτεύουσας Αρχής Πιστοποίησης.

Αρθρο 21
Ρυθμίσεις για το Πρόγραμμα «Πολιτεία» και λοιπά διοικητικά ζητήματα
1. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 2880/2001 (ΦΕΚ 9 Α΄), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 17 του ν. 3345/2005 (ΦΕΚ 138 Α΄), η φράση «ένα τουλάχιστον Γενικό Γραμματέα από κάθε Υπουργείο και τους Γενικούς Γραμματείς των Περιφερειών ως μέλη» αντικαθίσταται με τη φράση «έναν τουλάχιστον Γενικό Γραμματέα από κάθε Υπουργείο, έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Εθνικής Αμυνας, τους Γενικούς Γραμματείς Περιφερειών, τον Ειδικό Γραμματέα της Κοινωνίας της Πληροφορίας του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών και έναν εκπρόσωπο της ΑΔΕΔΥ ως μέλη».
2. Η περίπτωση δ) του άρθρου 3 του ν. 2880/2001, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 17 του ν. 3345/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«δ) Χρηματοδότηση από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και ειδικότερα από πόρους του Γ΄ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης και από λοιπά Ευρωπαϊκά Προγράμματα».
3. Στο τέλος του άρθρου 10 του ν. 3320/2005 (ΦΕΚ 48 Α΄) προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Ειδικά για υπαλλήλους ΟΤΑ πρώτου βαθμού και των ν.π.δ.δ. αυτών, που υπηρετούν σε προβληματική περιοχή, θα πρέπει η κατοικία που αγοράζουν ή ανεγείρουν να βρίσκεται στην περιοχή της χωρικής αρμοδιότητας του Δήμου ή της Κοινότητας ή του ν.π.δ.δ. των ΟΤΑ όπου υπηρετούν. Η ρύθμιση αυτή καταλαμβάνει και τις υποθέσεις που εκκρεμούν κατά τη δημοσίευση του παρόντος».
4. Στο τέλος της παρ. 4 του άρθρου 56 του ν. 2218/1994 (ΦΕΚ 90 Α΄), όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 7 του ν. 2880/2001 (ΦΕΚ 9 Α΄) και της παρ. 6 του άρθρου 22 του ν. 3051/2002 (ΦΕΚ 220 Α΄), προστίθεται περίπτωση γ, η οποία έχει ως εξής:
«γ. Οι θέσεις Διευθυντών των Περιφερειακών Ταμείων Ανάπτυξης μπορεί να καλύπτονται και με αποσπάσεις υπαλλήλων φορέων του δημόσιου τομέα. Οι αποσπάσεις διενεργούνται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, έχουν διάρκεια έως δύο έτη και μπορεί να ανανεώνονται για μία ή περισσότερες φορές. Με την απόφαση απόσπασης καθορίζεται ο φορέας που καταβάλλει τις αποδοχές του αποσπασμένου υπαλλήλου».
5. Η περ. α΄ της παρ. 3 του άρθρου 14 του π.δ. 64/1990 (ΦΕΚ 30 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:
«α. Στο Τμήμα Διοικητικής Μέριμνας της Διεύθυνσης Διοικητικού προΐστανται υπάλληλοι του κλάδου ΤΕ Τεχνολογικών Εφαρμογών και, ελλείψει αυτών, υπάλληλοι του κλάδου ΔΕ Διοικητικού – Λογιστικού».
6. Η Διεύθυνση Επιθεώρησης της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Διοίκησης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης καταργείται.
7. Από τη δημοσίευση του νόμου αυτού μεταφέρονται αυτοδικαίως οι είκοσι εννέα (29) υφιστάμενες κενές οργανικές θέσεις του κλάδου ΔΕ Δακτυλογράφων-Στενογράφων του τέως Υπουργείου Εσωτερικών, οι οποίες προβλέπονται από το π.δ. 49/1988 (ΦΕΚ Α΄ 18), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, και προστίθενται στον αντίστοιχο συνολικό αριθμό οργανικών θέσεων του κλάδου ΔΕ Διοικητικού Λογιστικού που προβλέπει το ανωτέρω π.δ.

Αρθρο 22
Ρυθμίσεις θεμάτων Συνηγόρου του Πολίτη
Οι υπηρετούντες σε θέση βοηθού επιστήμονα στον Συνήγορο του Πολίτη κρίνονται, μετά από αίτησή τους, για την εξέλιξη τους σε θέση ειδικού επιστήμονα, χωρίς να απαιτείται προκήρυξη της αντίστοιχης θέσης, εφόσον διαθέτουν τα οριζόμενα υπό στοιχ. α΄ της παρ.1 του άρθρου 5 του ν. 3094/2003 (ΦΕΚ 10 Α΄) προσόντα και έχουν συμπληρώσει ως βοηθοί επιστήμονες τρία τουλάχιστον έτη ευδόκιμης υπηρεσίας. Την παραπάνω κρίση διενεργεί η Επιτροπή της παρ.1 του ίδιου άρθρου και νόμου μετά από δημόσια συνέντευξη του ενδιαφερομένου ενώπιόν της. Η κρίση αυτή μπορεί να διενεργείται ταυτοχρόνως για όλες τις αιτήσεις που υποβλήθηκαν εντός του αυτού ημερολογιακού έτους.
Οι κρινόμενοι ως ικανοί για εξέλιξη, σύμφωνα με τη διαδικασία της προηγούμενης παραγράφου, εντάσσονται με πράξη του Συνηγόρου του Πολίτη σε θέσεις ειδικών επιστημόνων, στις οποίες και μετατρέπονται οι ήδη κατεχόμενες από αυτούς θέσεις βοηθών επιστημόνων. Νέα αίτηση μπορεί να υποβληθεί για μια μόνο φορά, μετά την παρέλευση ενός τουλάχιστον έτους και πάντως πριν από τη συμπλήρωση τριών ετών από την απόρριψη της πρώτης αίτησης. Οι θέσεις όσων η αίτηση για εξέλιξη απορρίπτεται για δεύτερη φορά ή δεν έχουν υποβάλει αίτηση για εξέλιξη έως και την ημερομηνία που συμπληρώνουν τρία έτη υπηρεσίας από την έναρξη ισχύος του παρόντος, μετατρέπονται εφεξής σε ειδικές προσωποπαγείς θέσεις βοηθών επιστημόνων.
Οι θέσεις βοηθών επιστημόνων στον Συνήγορο του Πολίτη, που παραμένουν κενές κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος ή κενώνονται εφεξής, για οποιονδήποτε λόγο, μετατρέπονται αυτοδικαίως σε αντίστοιχες θέσεις ειδικών επιστημόνων και προκηρύσσονται σύμφωνα με τη διαδικασία της παρ.1 του άρθρου 5 του ν. 3094/2003.

Αρθρο 23
Σύσταση Ομάδων Αναγνώρισης Θυμάτων Καταστροφών
1. Στη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας συνιστώνται εθνικές ομάδες με διακριτικό τίτλο «Ομάδες Αναγνώρισης Θυμάτων Καταστροφών», οι οποίες έχουν ως αποστολή την αναγνώριση και ταυτοποίηση των θυμάτων από ατυχήματα, καταστροφές καθώς και εγκληματικές και τρομοκρατικές ενέργειες.
2. Οι Ομάδες της προηγούμενης παραγράφου αποτελούνται από ειδικευμένο ιατρικό προσωπικό, εμπειρογνώμονες και αξιωματικούς της Ελληνικής Αστυνομίας. Η συγκρότησή τους γίνεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και τίθενται σε λειτουργία όταν συντρέξουν περιστατικά της παρ. 1 αυτού του άρθρου. Ύστερα από απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας, η διοίκησή τους μπορεί να ανατίθεται σε ανώτερο Αξιωματικό της Ελληνικής Αστυνομίας, ο οποίος προτείνεται από τον Αρχηγό της. Οι Ομάδες Αναγνώρισης Θυμάτων Καταστροφών μπορεί, με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, ν’ αποστέλλονται στην αλλοδαπή, ύστερα από υποβολή σ’ αυτόν σχετικού αιτήματος της αρμόδιας αρχής.
3. Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών, Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Δημόσιας Τάξης ορίζεται ο αριθμός των Ομάδων Αναγνώρισης Θυμάτων Καταστροφών, τα προσόντα των μελών τους, ο τρόπος οργάνωσης και λειτουργίας τους, οι δημόσιες υπηρεσίες που παρέχουν συνδρομή και διοικητική υποστήριξη στο έργο τους, καθώς και κάθε άλλο σχετικό ζήτημα. Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται η αποζημίωση του Αρχηγού και των μελών των Ομάδων καθώς και ο τρόπος καταβολής της.

Αρθρο 24
Θέματα στήριξης του Κοινωνικού Πολύκεντρου της Α.Δ.Ε.Δ.Υ.
Το ποσοστό χρηματοδότησης που προβλέπεται στην από 22 Νοεμβρίου 2004 Προγραμματική Συμφωνία μεταξύ ΥΠ.ΕΣ.Δ.Δ.Α., Α.Δ.Ε.Δ.Υ και Ε.Κ.Δ.Δ.Α., η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 15 του ν. 3345/2005 (ΦΕΚ 138 Α΄), για τη διοικητική και λειτουργική στήριξη και τις προβλεπόμενες αυτοτελείς δράσεις του Κοινωνικού Πολύκεντρου της ΑΔΕΔΥ, καθώς και ποσά που κατανέμονται κάθε φορά από την Επιτροπή Συντονισμού Δράσεων για την εκτέλεση των συμφωνούμενων δράσεών του διατίθενται από το Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης στο Κοινωνικό Πολύκεντρο, το οποίο έχει την ευθύνη διαχειρίσεώς τους, σύμφωνα με τις καταστατικές του διατάξεις. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών, ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής της παραγράφου 3.2 (Χρηματοδότηση) της Προγραμματικής Συμφωνίας.

Αρθρο 25
Τροποποίηση διατάξεων για την Κεντρική Επιτροπή Κωδικοποίησης
1. Η παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 3133/2003 (ΦΕΚ 85 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Η Κ.Ε.Κ. αποτελείται από δεκατρία (13) μέλη. Ως μέλη της ορίζονται δικαστικοί λειτουργοί, Νομικοί Σύμβουλοι και Πάρεδροι του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, μέλη του Διδακτικού Επιστημονικού Προσωπικού των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων και δικηγόροι, εν ενεργεία ή μη».
2. Η παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 3133/2003 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και τα μέλη της Κ.Ε.Κ. ορίζονται με απόφαση του Πρωθυπουργού. Με την ίδια απόφαση ορίζεται ο Γραμματέας της Κ.Ε.Κ. με τον αναπληρωτή του από το προσωπικό της Γενικής Γραμματείας της Κυβέρνησης».
3. Έως τη νέα συγκρότηση της Κ.Ε.Κ. σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 3133/2003, όπως αυτή τροποποιείται με την προηγούμενη παράγραφο, τα αναπληρωματικά της μέλη συμμετέχουν ως τακτικά.


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΟΤΑ
Αρθρο 26
Ρυθμίσεις θεμάτων Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων
1. Επιτρέπεται, κατ’ εξαίρεση, στις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις να καταβάλλουν από ίδιους πόρους τη μισθοδοσία του απασχολούμενου σ’ αυτές προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, καθώς και των ειδικών συμβούλων-συνεργατών που προσλαμβάνονται προς πλήρωση των θέσεων του άρθρου 105 του π.δ. 30/1996.
2. Συνιστάται στο Υπουργείο Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης Επιτροπή για την καταγραφή των προβλημάτων κατά την άσκηση του ελέγχου νομιμότητας των δαπανών των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων, στο πλαίσιο της διαδικασίας εκκαθάρισης και εντολής πληρωμής των δαπανών αυτών, που διενεργείται από τις Υπηρεσίες Δημοσιονομικού Ελέγχου (Υ.Δ.Ε.) του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, σύμφωνα με την παρ.1 του άρθρου 87 του π.δ.30/1996 (ΦΕΚ 21 Α΄). Η Επιτροπή αυτή αποτελείται από:
α) Τον Νομικό Σύμβουλο του Κράτους ή έναν πάρεδρο του Ν.Σ.Κ. στο Υπουργείο Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, ως πρόεδρο, ο οποίος αναπληρώνεται από τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.
β) Τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, ο οποίος αναπληρώνεται από τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Οικονομικών Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
γ) Τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Οικονομικών Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ο οποίος αναπληρώνεται από τον προϊστάμενο του Τμήματος Οικονομικής Διοίκησης Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης της ανωτέρω Διεύθυνσης.
δ) Τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Συντονισμού και Ελέγχου Εφαρμογής Δημοσιολογιστικών Διατάξεων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, ο οποίος αναπληρώνεται κατά περίπτωση από τον προϊστάμενο του Τμήματος Συντονισμού ή του Τμήματος Ελέγχου της ανωτέρω Διεύθυνσης και
ε) Δύο εκπροσώπους της Ένωσης Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων Ελλάδος, που ορίζονται, μαζί με τους αναπληρωτές τους, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της.
στ) Έναν Προϊστάμενο Υπηρεσίας Δημοσιονομικού Ελέγχου (Υ.Δ.Ε.) Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, που ορίζεται, μαζί με τον αναπληρωτή του, με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.
Ως μέλη της γραμματείας της Επιτροπής ορίζονται δύο υπάλληλοι, μόνιμοι ή με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, κατηγορίας ΠΕ, της Διεύθυνσης Οικονομικών Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης του ΥΠ.ΕΣ.Δ.Δ.Α., με ισάριθμους αναπληρωτές της ίδιας κατηγορίας. Η Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται ο χρόνος περάτωσης του έργου της Επιτροπής, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά την οργάνωση και λειτουργία της. Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών, καθορίζεται, κατά τις κείμενες διατάξεις, η αποζημίωση των μελών της Επιτροπής και της γραμματείας της.
3. Στην Επιτροπή για τη σύνταξη Κώδικα Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, που έχει συσταθεί με το άρθρο 5 του ν. 3274/2004 (ΦΕΚ 195 Α΄), συμμετέχει και ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, ο οποίος, όταν παρίσταται, προεδρεύει αυτής, καθώς και ένας εκπρόσωπος της Ομοσπονδίας Συλλόγων Υπαλλήλων Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων Ελλάδας (Ο.Σ.Υ.Ν.Α.Ε.).
4. Η προθεσμία του δεύτερου εδαφίου της περίπτ. α΄ της παρ. 10 του άρθρου 91 του ν. 3386/2005 (ΦΕΚ 212 Α΄) παρατείνεται από τη λήξη της (31.10.2005) έως τις 31.12.2005.

Αρθρο 27
Ρύθμιση θεμάτων για το Πρόγραμμα «Θησέας»
Η παρ. 2 του άρθρου 10 του ν. 3274/2004 (ΦΕΚ 195 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:
«Η Κεντρική Επιτροπή Παρακολούθησης του Προγράμματος «ΘΗΣΕΑΣ» αποφασίζει για την ένταξη έργων, μελετών και ενεργειών στο Πρόγραμμα «ΘΗΣΕΑΣ», ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης».

Αρθρο 28
Ακίνητη περιουσία Επιτροπής Κήπων και Δενδροστοιχιών
Στην παρ. 6 του άρθρου 25 του ν. 3274/2004 (ΦΕΚ 195 Α΄) προστίθεται περίπτωση στ΄ ως εξής:
«στ. Η ακίνητη περιουσία του καταργούμενου νομικού προσώπου περιέρχεται στην κυριότητα του Δημοσίου».

Αρθρο 29
Ρύθμιση οικονομικών ζητημάτων ΟΤΑ πρώτου βαθμού
1. Στο άρθρο 23 του ν. 3202/2003 (ΦΕΚ 284 Α΄), όπως τροποποιήθηκε μεταγενέστερα και ισχύει, προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:
«4. Για την αντιμετώπιση προβλημάτων που προκύπτουν από την εφαρμογή του ανωτέρω ελέγχου, συνιστάται στο Υπουργείο Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης Επιτροπή, η οποία αποτελείται από:
α) Έναν Επίτροπο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που ορίζεται από τον Πρόεδρο αυτού με τον αναπληρωτή του, ως πρόεδρο.
β) Τον Νομικό Σύμβουλο του Κράτους, στο Υπουργείο Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης,
γ) Τον προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Υπουργείου, Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, ο οποίος αναπληρώνεται από τον προϊστάμενο της Διεύθυνσης Οικονομικών Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης του ίδιου Υπουργείου, όταν κωλύεται ή απουσιάζει.
δ) Τον προϊστάμενο της Διεύθυνσης Οικονομικών Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ο οποίος αναπληρώνεται από τον προϊστάμενο του Τμήματος Οικονομικής Διοίκησης Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης της ανωτέρω Διεύθυνσης, όταν κωλύεται ή απουσιάζει καθώς και στην περίπτωση που αυτός αναπληρώνει τον προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Τοπικής Αυτοδιοίκησης και
ε) Έναν εκπρόσωπο της Κεντρικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδος, που ορίζεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου αυτής με τον νόμιμο αναπληρωτή του.
Ως μέλη της γραμματείας της Επιτροπής ορίζονται δύο (2) υπάλληλοι, μόνιμοι ή με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, κατηγορίας ΠΕ, της Διεύθυνσης Οικονομικών Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης του ανωτέρω Υπουργείου, με ισάριθμους αναπληρωτές τους, της ίδιας κατηγορίας.
Η Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται ο χρόνος περάτωσης του έργου της, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά στην οργάνωση και λειτουργία της.
Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών, καθορίζεται κατά τις κείμενες διατάξεις η αποζημίωση των μελών της Επιτροπής και της γραμματείας αυτής».
2. Η περίπτωση (δ) της παρ. 3 του άρθρου 25 του ν. 1828/1989 (ΦΕΚ 2 Α΄) τροποποιείται ως εξής:
«δ) φόρους που έχουν θεσπισθεί υπέρ της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και δεν καταργούνται με τον παρόντα νόμο. Από τα έσοδα της περίπτωσης α της παραγράφου αυτής το ένα τρίτο (1/3) εγγράφεται στον προϋπολογισμό δημοσίων επενδύσεων και διατίθεται για τη χρηματοδότηση επενδυτικών δραστηριοτήτων των Δήμων, Κοινοτήτων, Αναπτυξιακών Συνδέσμων και επιχειρήσεων που λειτουργούν με τη μορφή των Α.Ε. και στις οποίες συμμετέχουν φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης με ποσοστό 50% τουλάχιστον. Τα υπόλοιπα δύο τρίτα (2/3) εγγράφονται στον τακτικό προϋπολογισμό και διατίθενται για γενικές δαπάνες Δήμων, Κοινοτήτων, Αναπτυξιακών Συνδέσμων και επιχειρήσεων που λειτουργούν με τη μορφή των Α.Ε. και στις οποίες συμμετέχουν φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης με ποσοστό 50% τουλάχιστον».
3. Η παρ. 13 του άρθρου 26 του ν. 1828/1989 (ΦΕΚ 2 Α΄) καταργείται και, εντός τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση αυτού του νόμου, παύει η επιβολή και είσπραξη του προβλεπόμενου από τις διατάξεις αυτές τέλους.
4. Στο τέλος της περίπτ. β΄ της παρ. 3 του άρθρου 12 του β.δ. 24/1958, όπως αντικαταστάθηκε από την παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 1518/1985 (ΦΕΚ 30 Α΄), την παρ. 3 του άρθρου 26 του ν. 1828/1989 (ΦΕΚ 2 Α΄) και την παρ. 14 του άρθρου 57 του ν. 2218/1994 (ΦΕΚ 90 Α΄), προστίθεται εδάφιο τελευταίο ως εξής:
«Ύστερα από απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας, η οποία εκδίδεται μετά από πρόταση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, τα ποσά αυτά μπορούν να αναπροσαρμόζονται, εφόσον μεταβληθούν σημαντικά, για οποιονδήποτε λόγο, τα στοιχεία, με βάση τα οποία διαμορφώθηκαν».
5. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 173 του π.δ. 410/1995 (ΦΕΚ 231 Α΄), όπως προστέθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 25 του ν. 2738/1999 και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 10 του ν. 3146/2003 (ΦΕΚ 125 Α΄), εφαρμόζεται και στους προέδρους δημοτικών συμβουλίων που λαμβάνουν την ειδική άδεια του άρθρου 29 του ν. 3274/2004.
6. Η εξόφληση των ληξιπρόθεσμων ή μη οφειλών των αμιγών δημοτικών, κοινοτικών και διαδημοτικών επιχειρήσεων, ακόμη και αν αυτές τελούν υπό καθεστώς εκκαθάρισης, προς το Ελληνικό Δημόσιο και το ΙΚΑ, οι οποίες έχουν αναληφθεί από τους ΟΤΑ πρώτου βαθμού που τις έχουν συστήσει, σύμφωνα με την περίπτ. α΄ της παρ. 2 του άρθρου 18 του ν. 3320/2005 (ΦΕΚ 48 Α΄), παρατείνεται από τη λήξη της έως την 30.6.2006. Στις ανωτέρω οφειλές, στις οποίες περιλαμβάνονται και εκείνες που κατέστησαν ληξιπρόθεσμες έως και 23.2.2006, εντάσσονται και όσες εξ αυτών δεν έχουν βεβαιωθεί ταμειακά. Οι οφειλές των προηγούμενων εδαφίων είναι δυνατόν να εξοφλούνται από τους οικείους ΟΤΑ με σύναψη δανείων από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων κατά τις ρυθμίσεις των παρ. 4, 5α και 6 του άρθρου 19 του ν. 3242/2004 (ΦΕΚ 102 Α΄). Η αίτηση δανειοδότησης υποβάλλεται μέσα σε δύο μήνες από τη δημοσίευση αυτού του νόμου, η δε έγκριση του σχετικού δανείου από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων γίνεται εντός δύο μηνών από την υποβολή της. Περιοδικές και εκκαθαριστικές δηλώσεις ΦΠΑ που αφορούν διαχειριστικές και φορολογικές περιόδους που έληξαν μέχρι την 23.2.2005 υποβάλλονται έως 30.6.2006 από τις επιχειρήσεις αυτές χωρίς προσαυξήσεις και πρόστιμα».

Αρθρο 30
Ρυθμίσεις επιμέρους ζητημάτων ΟΤΑ πρώτου βαθμού
1. Η παρ. 7 του άρθρου 27 του ν. 3013/2002 (ΦΕΚ 102 Α΄) καταργείται, οι δε επόμενες παράγραφοι αναριθμούνται σε 7 και 8 αντιστοίχως.
2. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, ύστερα από αίτημα του οικείου Δημάρχου ή Προέδρου της Κοινότητας, μπορεί να καθορίζεται ο τύπος και ο τρόπος τήρησης των ληξιαρχικών βιβλίων των αντίστοιχων ΟΤΑ πρώτου βαθμού, οι οποίοι διαθέτουν Πληροφοριακό Σύστημα, ικανό να ανταποκριθεί στις σχετικές ανάγκες, εφόσον τα προς καταχώρηση ληξιαρχικά γεγονότα υπερβαίνουν τον αριθμό των 3.000 κατ’ έτος.
3. Στο Κεντρικό Συμβούλιο Πρόληψης της Παραβατικότητας της παρ. 4 του άρθρου 16 του ν. 2713/1999 (ΦΕΚ 89 Α΄), η οποία προστέθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 13 του ν. 3387/2005 (ΦΕΚ 224 Α΄), προστίθεται ένας εκπρόσωπος του ΥΠ.ΕΣ.Δ.Δ.Α.

Αρθρο 31
Συγχωνεύσεις δημοτικών ή κοινοτικών ν.π. με δημοτικά ή κοινοτικά ιδρύματα
Μετά το άρθρο 203 του π.δ.410/1995, προστίθεται άρθρο, οι διατάξεις του οποίου έχουν ως εξής:
«Αρθρο 203 Α
1. Δημοτικά ή κοινοτικά νομικά πρόσωπα του άρθρου 203 του Π.Δ. 410/1995 (ΦΕΚ 231 Α΄), που συστήθηκαν με οποιοδήποτε τρόπο, μπορεί να συγχωνεύονται με δημοτικά ή κοινοτικά ιδρύματα του άρθρου 190 του Π.Δ. 410/1995, εφόσον επιδιώκουν τον ίδιο κοινωφελή σκοπό. Εξαιρούνται τα ιδρύματα του άρθρου 96 του α.ν. 2039/1939 (ΦΕΚ Α΄ 455).
2. Η ανωτέρω συγχώνευση γίνεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας, που εκδίδεται ύστερα από απόφαση του οικείου δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου με την απόλυτη πλειοψηφία των μελών του, και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Από τη δημοσίευσή της τα δημοτικά ή κοινοτικά ιδρύματα υποκαθίστανται αυτοδικαίως, σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των συγχωνευθέντων νομικών προσώπων. Οι εκκρεμείς δίκες συνεχίζονται από τα ιδρύματα.
3. Οι θέσεις του προσωπικού των απορροφώμενων δημοτικών ή κοινοτικών νομικών προσώπων μεταφέρονται αυτοδικαίως στα δημοτικά ή κοινοτικά ιδρύματα και εντάσσονται στους Οργανισμούς Εσωτερικής Υπηρεσίας τους. Η ένταξη γίνεται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του ιδρύματος σε αντίστοιχη κενή οργανική θέση και ειδικότητα και, σε περίπτωση που δεν υπάρχουν, σε προσωποπαγή θέση. Το ανωτέρω προσωπικό εξακολουθεί να διέπεται από το μισθολογικό και ασφαλιστικό καθεστώς κύριας, επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας που είχε πριν από την έναρξη ισχύος του άρθρου αυτού.
4. Με την ίδια διαδικασία της παρ. 2 του άρθρου αυτού, η κυριότητα και κάθε άλλο εμπράγματο δικαίωμα επί του συνόλου της κινητής και ακίνητης περιουσίας των καταργουμένων νομικών προσώπων που συγχωνεύονται, περιέρχεται στα δημοτικά ή κοινοτικά ιδρύματα. Για καθένα από τα ακίνητα που περιέρχονται στην περιουσία του, το διοικητικό συμβούλιο καταρτίζει σχετική πράξη από την οποία προκύπτει η ταυτότητα του ακινήτου. Η πράξη αυτή αποτελεί μεταγραπτέο τίτλο. Οι ιδιωτικές περιουσίες που έχουν περιέλθει στα ανωτέρω ιδρύματα εξακολουθούν και μετά τη συγχώνευση να διατίθενται αποκλειστικά για τον σκοπό, για τον οποίο αφιερώθηκαν.
5. Οι δαπάνες λειτουργίας και συντήρησης, καθώς και οι δαπάνες μισθοδοσίας του προσωπικού των δημοτικών ή κοινοτικών νομικών προσώπων μετά την κατάργηση και τη συγχώνευσή τους με δημοτικά ή κοινοτικά ιδρύματα και μέχρι το τέλος του οικονομικού έτους που πραγματοποιείται η συγχώνευση, βαρύνουν τους προϋπολογισμούς των ιδρυμάτων, στους οποίους μεταφέρονται οι σχετικές πιστώσεις με απόφαση του οικείου δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου. Για τα επόμενα έτη οι σχετικές πιστώσεις εγγράφονται στους προϋπολογισμούς των δημοτικών ή κοινοτικών ιδρυμάτων».


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
ΙΣΧΥΣ
Αρθρο 32
Καταργούμενες διατάξεις
Από την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου καταργείται κάθε γενική ή ειδική διάταξη, που αντίκειται στις διατάξεις του παρόντος ή ρυθμίζει διαφορετικά τα θέματα που αποτελούν αντικείμενο αυτού.

Αρθρο 33
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Kυβερνήσεως, εκτός αν από τις διατάξεις του ορίζεται διαφορετικά.

 

 

 

 

 



 

 

 

 

 

 

 Επιστροφή  Κορυφή σελίδας

ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η με οποιονδήποτε τρόπο αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, κατά παράφραση ή διασκευή απόδοση του περιεχομένου της εφημερίδας, χωρίς την γραπτή άδεια του εκδότη. Κάθε δημόσια αναφορά στο περιεχόμενο της συνεπάγεται και αναφορά του ονόματός της, όπως η δημοσιογραφική δεοντολογία επιτάσσει.

 

 

[Αρχική σελίδα]  [Αγορά Εργασίας]  [Επιχειρηματικότητα]  [Προσλήψεις στο Δημόσιο]  [Εκπαίδευση]  [Σεμινάρια]  [Νομοθεσία]  [Βιβλία]
Διεύθυνση: Λ. Ριανκούρ 73, 11524 Αθήνα, email: info@proslipsis.gr , Τηλ: 6949244434
©  2004-2021  proslipsis.gr, All rights reserved