Σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύτηκε από τον Alessio Cortellini, MD, στο Journal of Thoracic Oncology ο κίνδυνος θανάτου για ασθενείς με λοίμωξη SARS-CoV-2 και καρκίνο του θώρακα βασίζεται σε επτά βασικούς καθοριστικούς παράγοντες.
Οι Ιατροί της ΓΆ Παθολογικής Κλινικής (Νοσοκομείο Σωτηρία) ,της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Γαρυφαλλιά Πουλάκου (Επίκουρη Καθηγήτρια), Κοσμάς Πανταζόπουλος (Ακαδημαϊκός Υπότροφος) και Κωνσταντίνος Συρίγος (Καθηγητής-Διευθυντής) συνοψίζουν τα βασικά ευρήματα της μελέτης.
Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα από το Thoracic Cancers International COVID-19 Collaboration (TERAVOLT), το οποίο είναι ένα ενεργό παγκόσμιο μητρώο που ιδρύθηκε τον Μάρτιο του 2020 με σκοπό να κατανοήσει τον αντίκτυπο της λοίμωξης από COVID-19 σε ασθενείς με κακοήθειες θωρακικής νόσου παγκόσμια. Συνολικά, 114 κέντρα σε 19 χώρες έχουν ενεργοποιήσει τη μελέτη και 92 έχουν συνεισφέρει δεδομένα.
Στη μελέτη εντάχθηκαν ασθενείς που έπασχαν από καρκίνους του θώρακα (μη μικροκυτταρικό και μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα, μεσοθηλίωμα, όγκους θύμου και άλλους νευροενδοκρινικούς όγκους πνευμονικής προέλευσης) και είχαν διάγνωση COVID-19 είτε εργαστηριακά επιβεβαιωμένη λοίμωξη (με χρήση PCR/ορολογική εξέταση) είτε ύποπτη λοίμωξη SARS–CoV-2 με βάση ακτινολογικά ευρήματα που συνάδουν με πνευμονία COVID-19 και κλινικά συμπτώματα (π.χ. πυρετός > 99,5°C, βήχας, μείωση κορεσμού οξυγόνου τουλάχιστον 5%, βήχας, διάρροια, ωτίτιδα, δυσγευσία, μυαλγία, αρθραλγία, επιπεφυκίτιδα και ρινόρροια).
Το TERAVOLT εκτός από τα αποτελέσματα που σχετίζονται με τη νοσηρότητα και τη θνησιμότητα, στοχεύει να προσδιορίσει και τους παράγοντες κινδύνου οι οποίοι σχετίζονται με κακή έκβαση της λοίμωξης, ώστε να παρέχει στους επαγγελματίες υγείας δεδομένα σε πραγματικό χρόνο για θεραπείες που μπορεί να επηρεάσουν την επιβίωση του COVID-19 . Παράλληλα στοχεύει στην αξιολόγηση των μακροπρόθεσμων επιπτώσεων που σχετίζονται με τη φροντίδα ασθενών με ιάσιμες και ανίατες κακοήθειες του θώρακα.
Έτσι μέχρι τις 15 Απριλίου 2021, οι ερευνητές είχαν αξιολογήσει 1.491 ασθενείς σε 18 χώρες με μια μέση περίοδο παρατήρησης τις 42 ημέρες. Ο Δρ. Κορτελίνι, από το Imperial College του Λονδίνου, και οι συν-ερευνητές του ανέφεραν 361 θανατηφόρα συμβάντα με συνολικό ποσοστό θνησιμότητας, από όλες τις αιτίες, το 24,2%.
Ακολούθησε αναδρομική εξέταση, χρονικά , η οποία εντόπισε επτά κύριους καθοριστικούς παράγοντες θανάτου σε περισσότερες από 70 μεταβλητές που αναλύθηκαν. Οι παράγοντες που συμβάλλουν στη θνησιμότητα είναι :
1.ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ (κλίμακα ECOG)
2.ΑΡΙΘΜΟΣ ΟΥΔΕΤΕΡΟΦΙΛΩΝ
3.ΠΡΟΚΑΛΣΙΤΟΝΙΝΗ ΟΡΟΥ
4.ΣΤΑΔΙΟ ΟΓΚΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΤΟΥ COVID-19
5.ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΠΝΕΥΜΟΝΙΑΣ
6. C-ΑΝΤΙΔΡΩΣΑ ΠΡΩΤΕΪΝΗ ( C-RP)
7. ΗΛΙΚΙΑ
Δεδομένων των χαρακτηριστικών της νόσου και του κοινού οργάνου-στόχου (=πνεύμονας), οι ασθενείς με κακοήθειες του θώρακα έχει αποδειχθεί ότι παρουσιάζουν υψηλότερη νοσηρότητα και θνησιμότητα από λοίμωξη SARS-CoV-2, με ποσοστά θνησιμότητας να κυμαίνονται από 22% έως 41%, σύμφωνα με τη βιβλιογραφία. Η κακή βιολογική κατάσταση (performance status) των ασθενών έδειξε την ισχυρότερη σχέση με την κακή έκβαση της νόσησης με COVID-19.
Συμπερασματικά η εκτίμηση των συγκεκριμένων παραγόντων αποτελεί ένα ισχυρό σύστημα πρόγνωσης το οποίο μπορεί να είναι ένα χρήσιμο εργαλείο για τους κλινικούς γιατρούς ,ενώ μένει να αναλυθούν και δεδομένα μετά τους εμβολιασμούς σύμφωνα με τους γιατρούς της μελέτης.