Πρωτοβουλία Μελών ΔΕΠ Υπό Αναμονή Τοποθέτησης «Α-λέκτωρ
Προς:
Γενικό Γραμματέα Έρευνας και Τεχνολογίας κ. Χρ. Βασιλάκο
Υπουργό ΠΑΙΘ κ. Κ. Αρβανιτόπουλο
Κοινοποίηση:
Σύνοδο Πρυτάνεων Ελληνικών Πανεπιστημίων
Σύλλογοι Μελών ΔΕΠ
Πρόεδρο Ένωσης Ελλήνων Ερευνητών κ. Μαρία Στουμπούδη
Διοικούσα Επιτροπή της ΠΟΣΔΕΠ
ΜΜΕ
Θέμα: Απαράδεκτες καθυστερήσεις πληρωμών στα ερευνητικά προγράμματα της ΓΓΕΤ με χρηματοδότηση ΕΣΠΑ
Έχει γίνει πλέον σαφές σε όλους όσους δραστηριοποιούμαστε στο χώρο του ελληνικού πανεπιστημίου ότι η πολιτική της απαξίωσης της δημόσιας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και έρευνας από την πλευρά της κυβέρνησης και των «διεθνών επιτηρητών» της ελληνικής οικονομίας ούτε τυχαία είναι ούτε και ευκαιριακή.
Στην απόλυτη περιφρόνηση που βιώνουμε οι επί πολλά έτη εκλεγμένοι πανεπιστημιακοί, με το πάγωμα των διορισμών μας, έρχεται να προστεθεί ένα ακόμη χτύπημα: όσοι «τυχεροί» από εμάς κατόρθωσαν μέσα από ανταγωνιστικές διαδικασίες να επιλεγούν ως μεταδιδακτορικοί ερευνητές σε κάποιο χρηματοδοτούμενο από το ΕΣΠΑ ερευνητικό πρόγραμμα (π.χ. Αριστεία Ι & ΙΙ, Θαλής, Αρχιμήδης, Δράση ενίσχυσης μεταδιδακτόρων ερευνητών κλπ), θεωρώντας ότι για μικρό έστω διάστημα θα ασχοληθούν απρόσκοπτα με την έρευνά τους, εγκλωβιστήκαν και πάλι σε μια νέα κατάσταση αβεβαιότητας και επισφάλειας, αν όχι εξαθλίωσης, δεδομένης της ήδη μακράς περιόδου ανεργίας. Παρόλες τις υποκριτικές δηλώσεις κυβερνητικών και "υπηρεσιακών" αξιωματούχων σχετικά με τη συμβολή τέτοιων προγραμμάτων στην ενίσχυση της έρευνας, η ροή χρηματοδότησης των προγραμμάτων ΕΣΠΑ, πολλά εκ των οποίων αποτελούν αντικείμενο διαχείρισης της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ), έχει στην πραγματικότητα σταματήσει εδώ και πολλούς μήνες. Αυτό δεν δημιουργεί μόνο το προφανές πρόβλημα της αμισθίας αλλά έχει επιπλέον σοβαρές συνέπειες όπως:
1. Πολλοί συνάδελφοι αναγκάστηκαν να κάνουν έναρξη επαγγέλματος, και κατά συνέπεια να καταβάλουν εισφορές σε ασφαλιστικά ταμεία καθώς και το τέλος επιτηδεύματος, διαπιστώνοντας μήνες μετά ότι τα χρήματα των αμοιβών τους δεν έχουν ακόμη αποδεσμευτεί. Με άλλα λόγια καλούνται να πληρώσουν επιπλέον ανελαστικά ποσά λόγω της εμπλοκής τους στα προγράμματα αυτά χωρίς να τους έχουν καταβληθεί τα δεδουλευμένα.
2. Όσοι ξεκίνησαν κάποια στιγμή να πληρώνονται διαπίστωσαν ξαφνικά, και χωρίς καμία προειδοποίηση, ότι σταμάτησε η αμοιβή τους τινάζοντας για μια ακόμη φορά στον αέρα τον όποιο επαγγελματικό ή/και οικογενειακό προγραμματισμό είχαν τολμήσει να κάνουν.
3. Πολλοί εξ αυτών αντιμετωπίζουν το οικονομικό αυτό αδιέξοδο ενώ διαμένουν στο εξωτερικό στα πλαίσια προγραμμάτων που τους υποχρεώνουν να διεξάγουν μέρος του ερευνητικού τους έργου σε ιδρύματα άλλων χωρών (πχ. «Ενίσχυσης μεταδιδακτορικών ερευνητών»), με ότι αυτό συνεπάγεται για την καθημερινότητα των νέων αυτών ερευνητών αλλά και τον επαναλαμβανόμενο διασυρμό της χώρας.
4. Ταυτόχρονα, όλοι υπόκεινται στη βάσανο μιας εξοντωτικής γραφειοκρατίας και οικονομικής αφαίμαξης που συνεπάγεται η εμπλοκή σε τέτοια προγράμματα και δράσεις, στη βάση διεθνώς πρωτότυπων επιλογών όπως, η απασχόληση των ερευνητών ως ελεύθερων επαγγελματιών και η αμοιβή τους «με μπλοκάκι», η υποχρέωση απόδοσης ΦΠΑ κατά παράβαση σχετικής κοινοτικής και εθνικής νομοθεσίας, το ροκάνισμα πάνω του 50% των μικτών αμοιβών τους σε φόρους, κρατήσεις και εισφορές και .... ουκ έσται τέλος.
Στη νέα αυτή κατάσταση ομηρίας δεν είναι πλέον εγκλωβισμένα μόνο ορισμένα αδιόριστα μέλη ΔΕΠ αλλά και πολλοί άλλοι συνάδελφοι, νέοι ερευνητές, στο κατώφλι της επιστημονικής τους ωριμότητας, με κίνητρα και δυνάμεις να προσφέρουν ερευνητικό έργο πρώτης στάθμης, με πολυετείς σπουδές και συχνά σημαντική ήδη μεταδιδακτορική εμπειρία.
Στα παραπάνω, πολλαπλά αρνητικά για την αναπαραγωγή και ενίσχυση του επιστημονικού- ερευνητικού κεφαλαίου της χώρας έρχονται να προστεθούν: α) οι παλινωδίες και καθυστερήσεις στην αξιολόγηση των προγραμμάτων (π.χ. ΑΡΙΣΤΕΙΑ ΙΙ) πολλά χρόνια μετά την προκήρυξή τους, β) η οριζόντια περικοπή όλων των προγραμμάτων του ΕΣΠΑ για την κάλυψη των ψηφιακών συνδρομών των επιστημονικών περιοδικών, γ) η «απειλή» προς τα ερευνητικά κέντρα για νέα μείωση των προϋπολογισμών τους κατά 22% για το 2014 αλλά και η συστηματική υπονόμευση καταξιωμένων ερευνητικών κέντρων με στρατηγική σημασία για τη χώρα (π.χ. ΙΓΜΕ) δ) η σταθερή υποχρηματοδότηση των πανεπιστημίων τα τελευταία χρόνια, που τα έχει ήδη οδηγήσει σε τεράστια προσκόμματα στο ερευνητικό έργο, ειδικά μετά τις υπό υλοποίηση απολύσεις των διοικητικών υπαλλήλων τους, ε) η αναστολή κάθε νέας προκήρυξης για προσλήψεις ερευνητών και διδασκόντων σε Πανεπιστήμια και ερευνητικά ιδρύματα εδώ και πάνω από τρία (3) χρόνια, και στ) η ουσιαστική κατάργηση των θέσεων των συμβασιούχων διδασκόντων (ΠΔ 407/80) οι οποίες παρείχαν, εκτός της επούλωσης κενών, τη δυνατότητα πειραματισμού σε νέα αντικείμενα και μεθοδολογίες από νεότερους συναδέλφους. Σε όλα αυτά προστίθενται επιπλέον και άλλες αρνητικές παρεμβάσεις όπως, η συρρίκνωση των πενιχρών μεταδιδακτορικών υποτροφιών από το ΙΚΥ αλλά και η εντελώς ανεπαρκής υποστήριξη, θεσμική προστασία και αναγνώριση των υποψηφίων διδακτόρων.
Λαμβάνοντας υπόψη όλα αυτά δε μπορεί παρά να προκαλεί θυμηδία η πρόσφατη (10/11/2013) αναφορά του υπουργού Παιδείας σε τοποθέτηση του στη Βουλή πως «Η Ελλάδα έχει το Ανθρώπινο Δυναμικό και στα Πανεπιστήμιά της και στα Ερευνητικά της Ιδρύματα, για να αποκτήσει το συγκριτικό πλεονέκτημα σε αυτούς τους τομείς στην ευρύτερη γεωπολιτική περιοχή». Από την πλευρά μας, αυτή των αδιόριστων εδώ και πάνω από τρία χρόνια πανεπιστημιακών –νέων ερευνητών, δεν υπάρχει αμφιβολία πως οι πολιτικές που στοχεύουν τη συστηματική κατεδάφιση- επιχειρηματικοποίηση της δημόσιας ανώτατης εκπαίδευσης και έρευνας προϋποθέτουν τον προσωπικό και επαγγελματικό ευτελισμό μας. Και έχουμε χρέος απέναντι στον ίδιο μας τον εαυτό αλλά και απέναντι στη νεότερη γενιά να αντισταθούμε με όλους τους τρόπους στην επιστημονική αυτή γενοκτονία που επιχειρείται. Καλούμε δε εκπροσώπους πολιτικών φορέων, φορείς της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αλλά και τις διοικήσεις των Πανεπιστημίων να αναλάβουν το μερίδιο της ευθύνης τους, πιέζοντας τους αρμόδιους κυβερνητικούς παράγοντες ώστε να σταματήσει αυτή η απαξίωση.
Επιβάλλεται ως ένα ελάχιστο βήμα η άμεση καταβολή των χρηματοδοτήσεων από τη ΓΓΕΤ στα ιδρύματα καθώς και η επίλυση των γραφειοκρατικών προβλημάτων που έχουν ενταθεί το τελευταίο διάστημα προς όφελος της απρόσκοπτης ερευνητικής εργασίας των συναδέλφων.
Παράλληλα, ζητάμε την ουσιαστική ενίσχυση και όχι η απαξίωση των ερευνητικών δομών, και μέσω της θέσπισης υποτροφιών υποψηφίων διδακτόρων, αλλά και τον άμεσο διορισμό όλων των εκλεγμένων μελών ΔΕΠ.