Αθήνα 11.12.2013, 17:12
Το Μουσείο Μπενάκη παρουσιάζει στο δεύτερο όροφο του κτηρίου της οδού Πειραιώς έκθεση ζωγραφικής του Χρήστου Μποκόρου με τίτλο: Τα στοιχειώδη.
Ο Χρήστος Μποκόρος, 9 χρόνια μετά την τελευταία του έκθεση στην Αθήνα (Αδιάβαστο δάσος - Βίνιανη 2004), δημιουργεί ένα υπαινικτικό εικαστικό περιβάλλον με στόχο να υπενθυμίσει την αναγκαιότητα μιας καθημερινής, λιτής ευημερίας.
Στο πρώτο μέρος της έκθεσης, ξαπλωμένες ανθρώπινες φιγούρες, ακραία παραστατικές, δηλώνουν την παρουσία τους με δυναμισμό και προκαλούν τον επισκέπτη να ταυτιστεί μαζί τους, να αναγνωρίσει ίσως οικεία πρόσωπα, σπαράγματα του ατομικού και συλλογικού μας βίου. Μια μισάνοιχτη πόρτα φωτός χωρίζει τα δυο μέρη της έκθεσης. Στο δεύτερο μέρος, τα στοιχειώδη, είναι τα απολύτως αναγκαία, αλλά ταυτόχρονα τα επαρκή και ικανά να ορίσουν εκ νέου το χαμένο Μέτρο στα ζητούμενα του ανθρώπου: ’’λίγο φαί, νερό να ευπρεπιστούμε, ένα κατάλυμα, μια πόρτα ανοιχτή’’.
Σημαντικό κομμάτι του έργου του είναι το υλικό που χρησιμοποιεί: Σανίδια από ορεινές γέφυρες, προορισμένα να ενώνουν τους ανθρώπους, να τους εξασφαλίζουν τη μετάβαση και την επικοινωνία, στοιχειώδεις συνθήκες για την επιβίωσή τους. Η τραχύτητα του υλικού, παρά την κοπιώδη επεξεργασία που έχει υποστεί από τον ίδιο τον καλλιτέχνη ώστε να μπορεί να αποτελέσει ζωγραφική επιφάνεια, φανερώνει τα ίχνη της προηγούμενης χρήσης του. Έτσι, ζωγραφική και υλικό μεταφέρουν δύο διαφορετικές ιστορίες που εντέλει συνομολογούν μια κοινή αφήγηση: ’’Η στενότητα και το μήκος των έργων επισημαίνουν τη στενότητα και το μήκος της οδού που διαβαίνουμε ως την απέναντι όχθη. Τα πεπατημένα ξύλα, ανακαλούν το πλήθος των αγνώστων που τα περπάτησαν. Πάνω τους η ζωγραφική, επιμελημένο σήμα απ’ το πέρασμά μας, αντιστέκεται στη ζωή που μας δαπανά αδαπάνητη.’’
Η έκθεση του Χρήστου Μποκόρου θα διαρκέσει έως τις 26 Ιανουαρίου 2014. Κατά τη διάρκεια της έκθεσης θα κυκλοφορήσει αναλυτικός κατάλογος των έργων, ο οποίος θα παρουσιαστεί στο Μουσείο Μπενάκη στις 10 Ιανουαρίου 2014.
Πληροφορίες, Μουσείο Μπενάκη, Κτήριο οδού Πειραιώς, Πειραιώς 138, τηλ.: 210-3453111, www.benaki.gr.
* Ακολουθεί κείμενο του ποιητή με τίτλο «Απολογία»
Απολογία
Συχνά βαρύνομαι από όσα αφελή και ανόητα λέω κατά καιρούς, ερωτώμενος για αυτά που κάνω. Ακόμη κι όταν ενθουσιάζομαι μιλώντας, μετανοώ διαβάζοντας τα λεγόμενά μου. Ωστόσο, συνεχίζω να μιλώ και να γράφω, παρ’ όλη την επίγνωση του επισφαλούς των εκστομίσεων και των καταγραφών. Ίσως γι’ αυτήν ακριβώς την ζωοποιό καταβύθιση στη μετά-νοια να συνεχίζω τη φλυαρία. Κι απ’ τα έργα μου βαρύνομαι, αλλά τουλάχιστον τα έργα μας έχουν από μόνα τους τη δική τους απολογία. Αυτά είναι, ίσως, οι πλέον αμερόληπτοι μάρτυρες και κριτές μας στον κόσμο.
Όσο για το ερώτημα, αν η τέχνη μας έχει νόημα και ποιο είν’ αυτό, δεν αφορά ακριβώς τα έργα μας αλλά εμάς τους ίδιους και τις προσδοκίες μας, ως πρόσωπα και, κυρίως, ως κοινότητα. Μπορεί η διαπραγμάτευση του υψηλού, της ομορφιάς ή της ηθικής να είναι προσωπική μας ευθύνη και αρετή, αλλά μόνον ως κοινωνικά αγαθά αξιώνονται.
Αυτό, πάντως, που αντιλαμβάνομαι σαν τέχνη και επιδιώκω να προσεγγίσω με τα έργα μου, είναι η, επ’ αγαθώ, συγκράτηση νοήματος αιωνιότητας στην εφήμερη χειρονομία μας, η μνημείωση του ελάχιστου και καθημερινού, του περαστικού και ήδη φευγάτου παρόντος, ένα σημάδι στο πέρασμα ανώνυμων ή δικών μας ανθρώπων, ένα κεράκι στην απουσία τους, ο υπαινιγμός μιας παρουσίας άφθαρτης, η ομολογία ζεστού φωτός στον ψυχρό τόπο του άδειου.
Eπιμένω στη ζωγραφική αναπαράσταση, επειδή αυτή μου δίνει τη δυνατότητα να αποδίδω το στιγμιότυπο ως αρχέτυπη εικόνα, το συμβάν ως ιδέα.
Χρησιμοποιώ, επιφάνειες φθαρμένες από προηγούμενες βιοτικές χρήσεις, για να ενσαρκωθεί στο έργο, εκτός από το θέμα και την όποια αναπαραστατική δεξιότητα, η συνεχής υπόμνηση του συλλογικού τόπου και χρόνου από τον οποίο κατάγεται ο συλλογισμός μου και στον οποίο θα ήθελα να απευθύνεται το τελικό αποτέλεσμα της χειροτεχνίας μου.
Eπιλέγω τα θέματά μου με κριτήριο την αναγνώριση τους, τόσο ως εντόπια σήματα όσο και ως οικουμενικά σύμβολα επικοινωνίας των ανθρώπων με την άφατη οικειότητα του μυστήριου που περιβάλει τα υλικά αντικείμενα γύρω μας.
Η διαδικασία της προετοιμασίας και της ζωγραφικής με οδηγεί, κάποιες στιγμές προσήλωσης και πειθαρχίας, σε απρόοπτα ξέφωτα αυτογνωσίας και συμφιλίωσης με την κοινή μας συνθήκη, τον τετελεσμένο κόσμο. Εκεί μου αποκαλύπτεται η επιφάνεια της ομορφιάς, εκεί συντελείται και η υπέρβασή στην αιωνιότητα και την αλήθεια. Aυτά τα ξέφωτα προσδοκώ και γι’ αυτά εργάζομαι.
Λόγια λέω πάλι, κι η ζωγραφική απομακρύνεται. Σαν να είναι πάντα κάπου αλλού η ύλη και το πνεύμα που ενσαρκώνει. Μακρυά από τις εικόνες της και τις περιγραφές της. Κρατάει μιαν απόσταση, όσο κοντά της κι αν βρισκόμαστε. Στην αύρα αυτής της απόστασης σώζεται το μυστικό της, σώζεται και κάτι από εμάς μαζί του. |