Αθήνα 1.10.2014, 18:32
«Η Ελλάδα δεν είχε ποτέ µια ευνοϊκή αντιµετώπιση της επιχειρηµατικότητας» διαπιστώνει η Συνήγορος του Πολίτη Καλλιόπη Σπανού με βάση την πλούσια εμπειρία της Αρχής σε τέτοια θέματα, σε συνέντευξη που παραχώρησε.
«Πέρα από το ζήτηµα της ρευστότητας -στο βαθµό που σχετίζεται µε τη λειτουργία του τραπεζικού τοµέα-, µεγάλο µέρος του προβλήµατος εντοπίζεται στις σχέσεις των επιχειρήσεων µε το κράτος και τις υπηρεσίες του», λέει η κ. Σπανού. «Το δηµόσιο δεν ανταποκρίνεται µε την ταχύτητα, τη σαφήνεια και την αποτελεσµατικότητα που απαιτεί η υποστήριξη της επιχειρηµατικής δραστηριότητας. Σηµαντικές καθυστερήσεις, πολύπλοκες διαδικασίες αλλά και συχνές αλλαγές του θεσµικού πλαισίου ή της ασκούµενης πολιτικής ανατρέπουν τα δεδοµένα βάσει των οποίων καλούνται να λειτουργήσουν οι επιχειρήσεις. Για παράδειγµα, δεν είναι δυνατόν λόγω ελλιπούς προετοιµασίας να καλούνται µετά από πολλά χρόνια να επιστρέψουν οι επιχειρήσεις φοροαπαλλαγές οι οποίες δόθηκαν ως κίνητρα για επενδύσεις σε συγκεκριµένες περιοχές προτεραιότητας, διότι εκ των υστέρων αποκαλύφθηκε ότι δεν ήταν συµβατές µε τους κανόνες της ΕΕ.
Από τα µεγάλα θέµατα στις σχέσεις κράτους - επιχειρήσεων είναι προφανώς τα φορολογικά (ΦΠΑ, τέλος επιτηδεύµατος κλπ) και ασφαλιστικά ζητήµατα (ΟΑΕΕ, ΙΚΑ), οι προϋποθέσεις και διαδικασίες αδειοδότησης για έναρξη επιχειρηµατικής δραστηριότητας, αλλά και οι καθυστερήσεις στην πληρωµή οφειλών εκ µέρους του δηµοσίου, οι δηµόσιοι διαγωνισµοί και οι συµβάσεις προµηθειών.
Απασχολούν επίσης περιπτώσεις απόρριψης επενδυτικών σχεδίων, ή απόρριψη από προγράµµατα ενίσχυσης µικροµεσαίων επιχειρήσεων ή παροχής εγγυήσεων του ελληνικού δηµοσίου για δάνεια από τράπεζες κλπ. Πολλά από αυτά τα προβλήµατα λύνονται µε την παρέµβαση του Συνηγόρου που διαµεσολαβεί εξωδίκως για να βρεθεί µια πιο γρήγορη και ευέλικτη λύση.
Ο Συνήγορος του Πολίτη είχε αναδείξει το θέµα των σχέσεων της επιχειρηµατικότητας µε τη δηµόσια διοίκηση ήδη πριν από δέκα περίπου χρόνια. Τα προβλήµατα που εντόπισε τότε παραµένουν τα ίδια µέχρι σήµερα, αυτά που γνωρίζαµε ή –καλύτερα- θέλαµε να αγνοούµε για καιρό. Όταν όµως ανατρέπεται άρδην το οικονοµικό περιβάλλον όχι µόνο για τις επιχειρήσεις αλλά και για τα δηµόσια οικονοµικά, οι συνθήκες γίνονται εκρηκτικές. Εδώ βρισκόµαστε σήµερα».
Ως προς τον ρόλο του κράτους απέναντι στην επιχειρηματικότητα, η κ. Σπανού λέει ότι αυτό έχει διπλό ρόλο: «Από τη µια πλευρά οφείλει να διασφαλίζει την ελεύθερη ανάπτυξή της προς όφελος της συνολικής οικονοµίας. Από την άλλη, να ελέγχει την τήρηση εκ µέρους των επιχειρήσεων ενός πλαισίου υποχρεώσεων, που διασφαλίζουν την προστασία ευρύτερων κοινωνικών αγαθών και της κοινωνίας στην οποία µετέχουν (π.χ. προστασία της απασχόλησης και του περιβάλλοντος, συµβολή στα οικονοµικά και λοιπά βάρη µέσω των φόρων και των κοινωνικών εισφορών). Η ισορροπία µεταξύ των δύο αυτών πλευρών στο ρόλο του κράτους µπορεί και πρέπει να καθορίζεται από σαφείς και διαφανείς κανόνες, που εφαρµόζονται ισότιµα σε όλες τις επιχειρήσεις. Αυτό όµως δεν συµβαίνει στη χώρα µας. Αντίθετα συχνά οι δύο αυτές λειτουργίες άτυπα αλληλοακυρώνονται και µάλιστα εκ των υστέρων.
Η Ελλάδα δεν είχε ποτέ µια ιδιαίτερα ευνοϊκή αντιµετώπιση της επιχειρηµατικότητας ενώ ταυτόχρονα οι αδυναµίες ή αµέλειες της διοίκησης µπορεί να εξυπηρετούσαν τα βραχυπρόθεσµα συµφέροντα ορισµένου αριθµού επιχειρηµατιών. Ωστόσο η στήριξη και προώθηση της επιχειρηµατικότητας δεν είναι συνώνυµα της «επιεικούς» ή κατ’ εξαίρεση αντιµετώπισης των (όποιων) επιχειρηµατιών που δεν ανταποκρίνονται στις φορολογικές και κοινωνικές υποχρεώσεις τους. ∆υστυχώς αυτή η (ηθεληµένη;) παρανόηση συσσώρευσε πολλά προβλήµατα και στρεβλώσεις στην προ κρίσης περίοδο που αποκαλύφθηκαν πανηγυρικά στη συνέχεια.
Από την εµπειρία µου στον Συνήγορο του Πολίτη µπορώ να επισηµάνω επίσης ότι το ίδιο το νοµικό πλαίσιο, αντί να διευκολύνει µε την απλότητα και την καθαρότητά του, οδηγεί σε απώλεια επιχειρηµατικών ευκαιριών, ενώ δίνει ευκαιρίες πίεσης για αθέµιτες συναλλαγές. Ποιος µπορεί να ξέρει, για παράδειγµα, τι κρύβεται πίσω από µια απλή εκ πρώτης όψεως καθυστέρηση απάντησης στην έγκριση ενός επενδυτικού σχεδίου, ή στην απόδοση µιας επιχορήγησης;
Ο Συνήγορος του Πολίτη είτε µε αφορµή υποθέσεις, είτε µε τη γενικότερη επεξεργασία των ζητηµάτων που του τέθηκαν, έχει επανειληµµένα διατυπώσει νοµοθετικές και οργανωτικές προτάσεις για την απλούστευση των διαδικασιών αδειοδότησης χωρίς να θυσιάζεται η προστασία ευρύτερων κοινωνικών αγαθών. Έχει επίσης παρέµβει για τον έλεγχο και τη διαφάνεια των αποφάσεων της διοίκησης όταν πρόκειται για απορρίψεις ένταξης σε προγράµµατα χρηµατοδότησης επενδύσεων, ή παροχής εγγυήσεων ή απαράδεκτες καθυστερήσεις στην απόδοση επενδυτικών κινήτρων».
Τι δείχνουν, όμως, τα πρόσφατα στοιχεία του ΣτΠ για την επιχειρηματικότητα, η Συνήγορος λέει: «Το κράτος αντιµετωπίζει τις επιχειρήσεις –όπως και τους πολίτες βέβαια- εκ προοιµίου ως ύποπτους για αθέτηση των υποχρεώσεών τους απέναντι του και δηµιουργεί ένα περίπλοκο νοµικό πλαίσιο και διαδικασίες για να τις ελέγχει. Η συγκεκριµένη τακτική δικαιολογείται ως τρόπος οριοθέτησης και ελέγχου, αλλά καταλήγει να γίνεται τροχοπέδη και για τις υγιείς επιχειρήσεις, που αδυνατούν να εκπληρώσουν πλήρως τις υποχρεώσεις τους και βρίσκονται συχνά προ δυσάρεστων εκπλήξεων. Αυτό συµβαίνει τις περισσότερες φορές στις σχέσεις µετην εφορία ή τα ασφαλιστικά ταµεία, αλλά συµβαίνει επίσης και µε υπηρεσίες, οι οποίες κανονικά θα έπρεπε να στηρίζουν ή να ενισχύουν τις επιχειρήσεις και τις επενδύσεις.
Από την άλλη πλευρά, το ίδιο το κράτος επί σειρά ετών δεν παρακολουθούσε µε συνέπεια και συνέχεια αν και κατά πόσο οι επιχειρήσεις έχουν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις τους απέναντί του. Οι µεγάλες ληξιπρόθεσµες οφειλές, ιδίως των µικροµεσαίων επιχειρήσεων προς ασφαλιστικά ταµεία (ΙΚΑ, ΟΑΕΕ) και την εφορία έχουν δηµιουργηθεί και λόγω της προβληµατικής λειτουργίας του ∆ηµοσίου. Από όσα γνωρίζω, για παράδειγµα, ένα µεγάλο µέρος των οφειλών προς ασφαλιστικά ταµεία γεννήθηκαν στα χρόνια πριν την κρίση και αυτά τα χρήµατα δεν αναζητήθηκαν εγκαίρως. Πράγµατι λοιπόν, κάποιες επιχειρήσεις ήταν πάντοτε ασυνεπείς. Γιατί όµως δεν λαµβάνονταν εγκαίρως µέτρα; Φοροδιαφυγή και εισφοροδιαφυγή ήταν γνωστές από δεκαετίες. ∆εν υπάρχουν δικαιολογίες για το παρελθόν, µπορούµε όµως και πρέπει να αλλάξουµε τον τρόπο λειτουργία τους κράτους. Ήδη υπάρχουν πρωτοβουλίες σε αυτή την κατεύθυνση (σύστηµα παρακολούθησης οφειλών από το ΙΚΑ απλουστεύσεις διαδικασιών, συµψηφισµοί οφειλών δηµοσίου-ιδιωτών κλπ.) των οποίων το αποτέλεσµα µένει να φανεί στην πράξη.
Ένα από τα βασικά προβλήματα των επιχειρήσεων είναι η ρύθμιση των οφειλών, για την είσπραξη των οποίων το κράτος ακολουθεί λανθασμένη πολιτική, διαπιστώνει η κ. Σπανού: «Ο Συνήγορος του Πολίτη δεν παρεµβαίνει στις σχέσεις των επιχειρήσεων µε τις τράπεζες, εκτός κι αν η τράπεζα απλώς διαµεσολαβεί για οφειλή προς το δηµόσιο. Όµως, αυτό που θα πω ισχύει σε κάθε περίπτωση. Η ρύθµιση των οφειλών πρέπει να γίνεται µε ρεαλιστικούς όρους. Σε αυτή τη φάση η συσσώρευση οικονοµικών υποχρεώσεων καθιστά αδύνατη την ανταπόκριση τόσο των επιχειρήσεων όσο και των ιδιωτών. Ένα απλό παράδειγµα είναι η ανελαστικότητα στο ζήτηµα του καθορισµού των δόσεων για την αποπληρωµή οφειλών. Σε τι ωφελεί να είναι δυσβάστακτες και ανεπιεικείς προς τους οφειλέτες οι «ρυθµίσεις» των χρεών τους;».
Μετά την επί σειράν ετών αµέλεια των υπηρεσιών στην είσπραξη φόρων και κοινωνικών εισφορών, σήµερα, υπό την µεγάλη δηµοσιονοµική πίεση, έχουµε πλέον φτάσει στο άλλο άκρο. Η λογική της συγκέντρωσης χρηµάτων δεν λαµβάνει υπόψη καµιά άλλη παράµετρο.
Άλλωστε, δεν χρωστούν µόνο οι επιχειρήσεις. Ταυτόχρονα, το κράτος µπορεί να τους οφείλει την απόδοση του ΦΠΑ ή να καθυστερεί µε γραφειοκρατικές περιπλοκές να καταβάλει τις αµοιβές για αγαθά και υπηρεσίες που εκείνες έχουν προσφέρει.
Είχαµε ζητήσει επισταµένως τη δυνατότητα συµψηφισµού των εκατέρωθεν οφειλών σε όλο το εύρος του δηµοσίου, ανεξάρτητα δηλαδή αν πρόκειται για ασφαλιστικό ταµείο, δήµο, εφορία κλπ. Φαίνεται ευτυχώς ότι τα πράγµατα κινούνται σε αυτή την κατεύθυνση, αλλά µάλλον µε αργούς ρυθµούς. Μέχρι αυτό να γίνει πραγµατικότητα, πολλές επιχειρήσεις µπορεί πλέον να µην υπάρχουν, και δυστυχώς όχι µόνον αυτές που χρόνια χρωστούν στο κράτος.
Αυτά -µεταξύ άλλων- ανέδειξε Ειδική Έκθεση για την επιχειρηµατικότητα που δηµοσιοποιήθηκε το 2013 και αφορά ειδικά τη δηµοσιονοµική διάσταση. Προσεχώς θα επανέλθουµε σε µια άλλη πτυχή του θέµατος της επιχειρηµατικότητας: τις αδειοδοτήσεις που εµπλέκουν ζητήµατα χωροθέτησης και τον έλεγχο λειτουργίας για την προστασία του περιβάλλοντος». |