ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER ΤΗΣ PROSLIPSIS.GR
Μάθετε πρώτοι τα νέα ...

  ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
 

 
Βάλτε Αγγελία      Δείτε Αγγελίες      Newsletters       
  Επικοινωνία     
 
 
 
 
 
 
 
 

 
  Επικαιρότητα Επιστροφή    
Ο Μίμης Ανδρουλάκης για τη διαχείριση της αβεβαιότητας (4/7)


Αθήνα 4.7.2005
Τι έχει να πει ένας πολιτικός και συγγραφέας για την διαχείριση της αβεβαιότητας στην οικονομία και την κοινωνία; Ποιο μοντέλο συμπεριφοράς προτείνει στον επιχειρηματικό και πολιτικό κόσμο και ποιο νόημα δίνει σε όρους όπως το ‘risk management’;

Όταν πρόκειται για τον Μίμη Ανδρουλάκη οι απαντήσεις δεν είναι προβλέψιμες. «Αν θέλετε να γίνετε πραγματικοί ηγέτες στις business προσθέστε στον μάνατζερ μια αναγκαία δόση του «πολιτικού» ή μάλλον αυτού που θα έπρεπε να είναι ο πολιτικός. Προσθέστε τον ανοικτό και ευρύ ορίζοντα», προτείνει.

H Proslipsis εξασφάλισε και παρουσιάζει το πλήρες κείμενο της ομιλίας του βουλευτή επικρατείας σε πρόσφατο συνέδριο της Ελληνικής Εταιρείας Διοικήσεως Επιχειρήσεων (ΕΕΔΕ), με θέμα: ∆ιαχείριση της Αβεβαιότητας – Risk Management σε Οικονοµία – Πολιτική. Όπου, ανάμεσα στα άλλα, ο Μίμης Ανδρουλάκης μιλάει για τη σαθρότητα της ρήσης «ομάδα που κερδίζει δεν την αλλάζεις».

Το πλήρες κείμενο της ομιλίας του είναι το ακόλουθο:


∆ιαχείριση της Αβεβαιότητας – Risk Management σε Οικονοµία – Πολιτική

ΤΟΥ ΜΙΜΗ ΑΝΔΡΟΥΛΑΚΗ
Είµαι µπροστά στο µικρόφωνο και ταλαντεύοµαι ακόµα: για ποιο ρίσκο να µιλήσω σε επιχειρηµατίες ή σε υποψήφια στελέχη επιχειρήσεων;

Το ρίσκο του ανθρώπου του επιχειρείν ή του πολιτικού που υποτίθεται ότι διαχειρίζεται την αβεβαιότητα συνολικά στην κοινωνία; Το ρίσκο που συνδέεται µε την επιχειρηµατική καινοτοµία και ευθύνη ή την Πολιτική; Το ρίσκο στη µικρή ή στη µεγάλη εικόνα; Τι σηµαίνει όµως αυτό; Μήπως ότι ο ιδιωτικός τοµέας αναφέρεται στη µικρή εικόνα ενώ η πολιτική µόνο στη µεγάλη; Όχι βέβαια! Αυτές οι διακρίσεις είναι χονδροειδείς.

Αν θέλετε να έχετε επιτυχία µε διάρκεια ποτέ µην κλείνεστε αυτιστικά στα τείχη της επιχείρησής σας. Από «µέσα» να βλέπετε προς τα «έξω», προς το σύνολο του κλάδου, της οικονοµίας, της κοινωνίας ευρύτερα, της ευρωπαϊκής και παγκόσµιας αγοράς. Και αντίστροφα «απέξω», από µια γόνιµη απόσταση κοιτάξτε «µέσα».

Αν θέλετε να γίνετε πραγµατικοί ηγέτες στις business προσθέστε στον µάνατζερ µια αναγκαία δόση του «πολιτικού» ή µάλλον αυτού που θα έπρεπε να είναι ο πολιτικός. Προσθέστε τον ανοικτό και ευρύ ορίζοντα.

Η επιλογή µου σήµερα είναι να σας µιλήσω για το risk management στο συνολικό επίπεδο της οικονοµίας και της κοινωνίας. Υποθέτω ότι έχετε αφοµοιώσει ότι η εργασία σας από δω και πέρα θα είναι µια διαρκής διαχείριση ρίσκου. Θα αναζητάτε πάντα το αρχιµήδειο σηµείο, εκείνο δηλαδή στο οποίο το ρίσκο είναι σχετικά χαµηλό και η
απόδοση µεγάλη. Αυτό θα είναι το στοίχηµα.

Επιχειρηµατίας και ρίσκο
Η πείρα µου λέει ότι οι επιχειρηµατίες συχνά είτε υποτιµούν τους συντελεστές της αβεβαιότητας και πιάνονται στον ύπνο από τις αλλαγές στο χρηµατοοικονοµικό περιβάλλον, στην τεχνολογία και στις προτιµήσεις των καταναλωτών ή από την εµφάνιση απρόβλεπτων ανταγωνιστών είτε υπερτιµούν τόσο πολύ το ρίσκο ώστε παραιτούνται από την προσπάθεια ανάλυσης πρόγνωσης και δουλεύουν αποκλειστικά µε το ένστικτο. Το πρώτο συνεπώς που θα κάνετε είναι να αξιολογήσετε το βαθµό και τα επίπεδα αβεβαιότητας στην επιχείρησή σας, στον κλάδο σας. Αν ο άγνωστος x , ο συντελεστής δηλαδή της αβεβαιότητας είναι ένας, έστω δύο η «εξίσωσή» µας είναι σχετικά απλή. Αν οι συντελεστές αβεβαιότητας αυξάνουν τότε έχετε µπροστά σας ένα τόξο πιθανοτήτων, ένα φάσµα εναλλακτικών σεναρίων. ∆εν αποκλείεται βέβαια να βρεθείτε και σε καταστάσεις, ας πούµε, απόλυτης αβεβαιότητας, όπου όλα σχεδόν παίζονται και θα είστε υποχρεωµένοι να ακολουθήσετε στρατηγική υψηλού ρίσκου.

Το δεύτερο βήµα είναι να χαράξετε τη στρατηγική σας. Υπάρχουν εναλλακτικά σενάρια, αρκετά στοιχήµατα, αλλά συχνά υπάρχει ένα κεντρικό δίληµµα: διατήρηση ή µεταβολή του status quo σ’ έναν κλάδο; Μεταβολή σηµαίνει ότι θέλεις να σχηµατίσεις το µέλλον, να στοιχηµατίσεις στην καινοτοµία, να φέρεις κάτι που κάνει τη διαφορά, να εισάγεις νέα στάνταρτ, να καθορίσεις εσύ σε σηµαντικό βαθµό τους κανόνες του παιχνιδιού στον κλάδο. «Κάψτε τα πλοία» διέταξε ο εξερευνητής Cortes για να µην υπάρχει άλλη επιλογή από τη δηµιουργία ενός νέου κόσµου. «Καινοτοµία ή θάνατος» είναι το πρόσταγµα του ανταγωνισµού που εξασφαλίζει την ανανέωση και το δυναµισµό του καπιταλισµού. Όµως ποτέ να µην ξεχνάτε να υπολογίζετε το ρίσκο της καινοτοµίας. «∆ηµιουργική καταστροφή» είναι το κάλεσµα του Σούµπετερ για να σαρωθεί το παλιό, να απελευθερωθεί το νέο αλλά ποτέ να µην ξεχνάτε ότι αρκετοί επιχειρηµατίες που επένδυσαν στη «δηµιουργική καταστροφή» γνώρισαν µόνο την καταστροφή, όχι τη δηµιουργία. Επειδή το ένστικτό µου είναι ριζοσπαστικό - και διανοητικά µε γοητεύει να στοιχηµατίζω στην ανατροπή του status quo στην επιχειρηµατικότητα, στην επιστήµη και στην πολιτική - οφείλω να σας προφυλάξω λέγοντας ότι υπάρχουν καταστάσεις που είναι καλύτερη στρατηγική µια ενεργητική – όχι παθητική- διατήρηση του status quo. Ενεργητική σηµαίνει ότι κάνεις έξυπνες αναπροσαρµογές και αξιοποιείς τις ευκαιρίες µέσα στην υπάρχουσα δοµή και διάταξη, προσπαθείς να καταλάβεις µέσα σ’ αυτήν µια προνοµιακή θέση και περιµένεις άγρυπνος να γίνει το περιβάλλον καλύτερο ή να δηµιουργηθούν συνθήκες µεταβολής του προς όφελός σου. Άλλο ενεργητική αναµονή, άλλο συντηρητισµός. Θα έχετε πληροφορηθεί ότι πολλοί επιχειρηµατίες οι οποίοι πίστεψαν ότι το µέλλον θα είναι όπως το παρελθόν εξαφανίστηκαν ή υποβαθµίζονται. «Μα κάνω έρευνα αγοράς» σου απαντούν. Ακούνε το παρελθόν, βλέπουν στατικές φωτογραφίες. ∆ιαβάζουν ιστορία. Παρακολουθούν την παλιά αγορά, εξυπηρετούν τους παλιούς πελάτες µε τον παλιό τρόπο, δεν υπολογίζουν τα νέα γούστα και τους εν δυνάµει νέους πελάτες, αφήνουν κενά και ξαφνικά βλέπουν να υποσκελίζονται από απρόβλεπτους ανταγωνιστές µε νέα προϊόντα ή από επιδέξιους µιµητές. Αυτή είναι η παγίδα της επιτυχίας. Το απόφθεγµα «οµάδα που κερδίζει δεν την αλλάζεις» γίνεται αρνητικό δόγµα σε ορισµένες καµπές που απαιτούν αλλαγή. Αυτή είναι η παγίδα της επιτυχίας που κτυπά επιχειρήσεις, Πανεπιστήµια, ποδοσφαιρικές οµάδες ή πολιτικά κόµµατα. Και πάλι προσοχή όµως! Συχνά θα αντιµετωπίσετε και άλλα διλήµµατα: Πόσο µου κοστίζει να κερδίσω έναν νέο πελάτη; Πόσο χρόνο π.χ. θέλω αν είµαι ασφαλιστική εταιρεία ή τράπεζα να βγάλω τα έξοδα προσέλευσης ενός νέου πελάτη; Μήπως πρέπει να δώσω βάθος στη σχέση µου µε τους υπάρχοντες πελάτες; ∆ιλήµµατα, διλήµµατα, ένα σωρό στοιχήµατα. Θέλω να υπογραµµίσω συνεπώς ότι το δίληµµα δεν είναι πάντα «µεγάλο στοίχηµα µε µεγάλο ρίσκο ή απουσία στοιχήµατος µε µηδενικό ρίσκο;». ∆εν είναι πάντα «επαναστατική ή σιγουρατζίδικη στρατηγική;». Υπάρχει η στρατηγική της ευέλικτης προσαρµογής, του πειραµατισµού µικρού σχετικά κόστους, του µικρού ή µηδενικού τραύµατος, του εσωτερικού, ήρεµου κινήµατος ανανέωσης και καινοτοµίας στις επιχειρήσεις.

Πολιτικός και Ρίσκο
Θα µπορούσαµε να δούµε γενικά την Πολιτική σαν µια διαχείριση της αβεβαιότητας. Να σκεφτόµαστε την Πολιτική σαν την κορυφαία εκδήλωση του risk management, της διαχείρισης κινδύνου στο σύνολο της κοινωνίας. Τότε µπορούµε πράγµατι να προσεγγίζουµε σ’ ένα New Public Management.

Κανονικά η κυβέρνηση κεντρικά, κάθε υπουργείο και οργανισµός χωριστά θα έπρεπε να έχουν µια ανεξάρτητη οµάδα διαχείρισης κινδύνου, να ενσωµατώνουν στη λήψη των αποφάσεων την ανάλυση και διαχείριση του ρίσκου, τα πιθανά σενάρια και τις εναλλακτικές λύσεις. «Θα» έπρεπε οι κυβερνήσεις να κάνουν σ’ όλους τους τοµείς κάτι σαν αυτό που οι τράπεζες αποκαλούν stress testing. ∆υστυχώς αυτό δε συµβαίνει µε αποτέλεσµα η απουσία ενός σοβαρού risk management να µειώνει την αποτελεσµατικότητα της κυβερνητικής πολιτικής και να αυξάνει το ρίσκο και το κόστος των πολιτικών και προγραµµατικών επιλογών.

Γιατί η πολιτική φαίνεται να σνοµπάρει το risk management;
Ο πολιτικός παραδοσιακά θέλει να φαίνεται σίγουρος, υπερασφαλής, παντογνώστης, ο άνθρωπος που διαχειρίζεται µόνο βεβαιότητες, αυτός που θα ρίξει το µάννα εξ ουρανού. Κάποτε ρώτησαν τον µέγα πολιτικό φιλόσοφο Μαξ Βέµπερ γιατί δε γίνεται πολιτικός. «Ένας πολιτικός σε κάθε στιγµή της ηµέρας και της νύχτας πρέπει να φαίνεται σίγουρος και εγώ δεν µπορώ να εµπιστεύοµαι τον εαυτό µου» Είναι ξεκάρφωτη κοινωνικά αυτή η πολιτική συµπεριφορά; Είναι απλώς µια εκδήλωση του βολονταρισµού που χαρακτηρίζει ακόµα και τους πιο ρεαλιστές πολιτικούς; Όχι, σ’ ένα βαθµό είναι και προσαρµογή στις ψυχολογικές δυσκολίες και αντιστάσεις του κοινού όταν ακούει για ρίσκο, κινδύνους, πιθανότητες, αβεβαιότητες πράγµα που µας υποχρεώνει, είτε κάνουµε πολιτική, είτε πουλάµε χρηµατοοικονοµικά και ασφαλιστικά προϊόντα, να προσέχουµε το λεξιλόγιό µας, να αποφεύγουµε µία αρνητική και πεσιµιστική προσέγγιση, να αναζητούµε θετικά σηµεία αναφοράς, να µη ξυπνούµε τα αντανακλαστικά της «κουλτούρας του φόβου». Πρέπει να πείθουµε, φτάνει να το πιστεύουµε, ότι η αβεβαιότητα εµπεριέχει τις ευκαιρίες, τις καινοτοµίες, τις ελπίδες αλλά και τους κινδύνους και στόχος του risk management είναι να αυξήσει τις ευκαιρίες να µειώσει τους κινδύνους. ∆ηλαδή «πουλάµε» πρόσθετη ασφάλεια και ελπίδα ενώ στην πράξη απλώνουµε σε περισσότερους, µοιράζουµε, διαφοροποιούµε, σµικρύνουµε και κάνουµε ανεκτή την ανασφάλεια. Αποδεχόµαστε το ρίσκο να κάνουµε πράγµατα γιατί προσδοκούµε πολύ µεγαλύτερη ωφέλεια σε σχέση µε τους κινδύνους που αναλαµβάνουµε. Ειδικά στην Ελλάδα µε το συντηρητικό status quo, µε τη διάχυτη στην κοινωνία κρατικοδίαιτη κουλτούρα της εξάρτησης και της υπερασφάλειας όπου ο νέος κάνει ξανά Greek Dream µία θέση στο δηµόσιο, όπου ο αγρότης προσβλέπει σε ασφαλή εισοδήµατα των κοινοτικών επιδοτήσεων έξω από την αγορά και ο επιχειρηµατίας τη σιγουριά ενός κρατικού συµβολαίου, η γενίκευση του risk management θα ήταν µία οικονοµική, πολιτισµική και αξιακή επανάσταση που θα ενθάρρυνε και θα αντάµειβε τον risk lover, τον άνθρωπο της καινοτοµίας, της δηµιουργίας, του επιχειρείν. Αυτό ακριβώς επιδιώκει το risk management. Να απελευθερώσει τις καινοτόµες δυνάµεις και να πολλαπλασιάσει τον κοινωνικό πλούτο. ∆εν είναι συνεπώς αµυντικό, συντηρητικό. Αντίθετα ο φόβος του ρίσκου και της αποτυχίας παραλύει την επιχειρηµατικότητα και την πολιτική δηµιουργία και σηµαίνει χαµένες ευκαιρίες, χαµένες δυνατότητες, χαµένο κοινωνικό πλούτο.

Ο πετυχηµένος πολιτικός όµως του status quo είναι δέσµιος του κρατικίστικου βολονταρισµού του, προσποιείται ότι έχει την εξέλιξη στην τσέπη του, παραγνωρίζει ακόµη και τον οικονοµικό κύκλο, αγνοεί την αλυσιδωτή αντίδραση που ενεργοποιούν οι ίδιες οι αποφάσεις και οι νόµοι που θεσπίζει καθώς και την απόκλιση του τελικού αποτελέσµατος από τις επιθυµίες του και εµφανίζεται πάντα υπερβέβαιος ενώ στηρίζεται στην οργανωµένη παράνοια της ∆ηµόσιας ∆ιοίκησης και στο απρόβλεπτο της αγοράς.

Η αποφυγή του risk management από την πολιτική και η αρνητική απόχρωση που δίνεται στην αβεβαιότητα έχει και γνωσιολογικές αιτίες. Οι πολιτικές, οικονοµικές και κοινωνικές επιστήµες θεµελιώθηκαν στον 19ο αιώνα, σε µία εποχή που ηγεµόνευε επάνω τους η παραδοσιακή Φυσική µε τη σιδερένια της αιτιοκρατία και την µηχανιστική αντίληψη του κόσµου, η οποία ξόρκιζε την αβεβαιότητα σαν αδυναµία υπολογισµού. Βέβαια τώρα πια οι νόµοι της Φυσικής έγιναν πιθανοκρατικοί, διαχειρίζονται την απροσδιοριστία, µιλούν µε πιθανότητες όχι µε βεβαιότητες. Εδώ και µερικές δεκαετίες η πιθανοκρατική σκέψη έχει περάσει στις οικονοµικές επιστήµες αλλά η κληρονοµιά της παλιάς σκέψης είναι ακόµη πολύ ισχυρή. Μη ξεχνάµε ότι στην Ελλάδα ακόµη και στον µεγάλο ιδιωτικό τοµέα της οικονοµίας το risk management είναι αναιµικό ενώ είναι χαρακτηριστικό ότι παραµένει υποανάπτυκτη η αγορά παραγώγων και όλων των νέων χρηµατοοικονοµικών προϊόντων αντιστάθµισης κινδύνου.

Η αποφυγή του risk management από την πολιτική δεν οφείλεται µόνο σε αντιλήψεις, νοοτροπίες, προκαταλήψεις αλλά και σε πολλαπλά συµφέροντα. Το risk management προϋποθέτει εισαγωγή των value for money διαδικασιών, ανταποδοτικότητα σε κάθε δαπάνη, αποκέντρωση των αποφάσεων στο χαµηλότερο δυνατό επίπεδο επαρκούς πληροφόρησης, έλεγχο των αποτελεσµάτων σε ποιότητα υπηρεσιών, απόδοση λογαριασµού και ευθύνης, απόλυτη διαφάνεια στην κατανοµή του κινδύνου και στη σχέση κόστους – ωφέλειας, ενώ αντίθετα συµφέρει τα πράγµατα να µένουν εξαίσια θολά. Κοµµατοκρατία, γραφειοκρατικά – πελατειακά δίκτυα, οργανωµένες οµάδες προσοδούχων, µικρών και µεγάλων, του ευρύτερου δηµόσιου τοµέα, αυτές που συνήθως µπλοκάρουν τις ώριµες µεταρρυθµίσεις, είναι φυσικό να ενοχλούνται από την οργανική ενσωµάτωση του risk management στο έργο της κυβέρνησης και της διοίκησης. Έτσι, για παράδειγµα σήµερα, δεν έπρεπε να φανεί όλα αυτά τα χρόνια ότι τα µαζικά προγράµµατα πρόωρης συνταξιοδότησης των ∆ΕΚΟ ανακατανέµουν εισοδήµατα σε βάρος των χαµηλο-συνταξιούχων του ΙΚΑ, των φορολογουµένων, του ελεύθερου ανταγωνιστικού ιδιωτικού τοµέα που θα επιβαρύνεται µε υψηλές ασφαλιστικές εισφορές και φόρους και κυρίως σε βάρος των νέων γενεών. Αν ενσωµατώναµε το risk management και τον έλεγχο της απόδοσης των χρηµάτων των φορολογουµένων στην κατανοµή των πόρων του προϋπολογισµού να είστε βέβαιοι ότι θα ήταν αρκετά διαφορετικό το πρόγραµµα των δηµοσίων επενδύσεων και γενικά οι δηµόσιες δαπάνες στην Ελλάδα.

Το δηµόσιο risk management δεν είναι ουδέτερο. Εµπλέκεται στη δοµή των συµφερόντων της κοινωνίας. Μοιράζει το ρίσκο ανάµεσα σε δηµόσιο και ιδιωτικό τοµέα, ανάµεσα στις γενιές, ανάµεσα στα άτοµα, τις κοινωνικές οµάδες και ευρύτερα στην κοινωνία. Ρυθµίζει τις περιπτώσεις όπου τα άτοµα ή οι επιχειρήσεις δηµιουργούν και µεταβιβάζουν τους κινδύνους και το κόστος τους στους άλλους (από τα παράγωγα µέχρι την ρύπανση και το κάπνισµα).

Σκεφτείτε ότι µια γενικευµένη κρίση του τραπεζικού συστήµατος µπορεί να οδηγήσει σε δραµατική πτώση το ΑΕΠ και συνεπώς του επίπεδου ζωής των πολιτών. Καταπιάνεται µε κινδύνους που είναι πολύ µεγάλοι για να τους αντέξουν τα άτοµα ή οι επιχειρήσεις (επιδηµίες, φυσικές καταστροφές, παγκόσµιες οικονοµικές κρίσεις), είτε η πιθανότητά τους είναι πολύ µικρή και οι επιπτώσεις τους κατακλυσµιαίες και συνεπώς δεν συγκινούν την ασφαλιστική αγορά, όπως πρόσφατα φάνηκε µε το τσουνάµι. Το δηµόσιο risk management καλείται να κάνει κρίσιµες και δύσκολες επιλογές. Ας δούµε, για παράδειγµα, την αντισεισµική προστασία. Σε µία σεισµογενή χώρα όπως η Ελλάδα η «πλήρης» προστασία θα απαιτούσε πολλούς προϋπολογισµούς του κράτους πράγµα που θα ήταν ανόητο να το επιχειρήσουµε. Συνεπώς πρέπει να κατανέµουµε τους διαθέσιµους πόρους παίρνοντας υπόψη µας την «καµπύλη τρωτότητας», δηλαδή το βαθµό κινδύνου σε κάθε περιοχή της χώρας µε βάση πιθανολογούµενες τιµές µελλοντικών σεισµικών δράσεων. Είναι φυσικό να δώσουµε προτεραιότητα στα δίκτυα (ύδρευση, αποχέτευσης, ηλεκτρικά, οδικά, σιδηροδροµικά) και στην ενίσχυση των µαζικών δηµοσίων κτιρίων. Συνεπώς στο δηµόσιο risk management εµπλέκονται οικονοµικά, κοινωνικά, πολιτισµικά και ηθικά κριτήρια.

Στην δική µας πολιτική φιλοσοφία το δηµόσιο risk management σε µία ανοιχτή οικονοµία της αγοράς πρέπει να κατανέµει δίκαια και αναλογικά τους κινδύνους και τα βάρη ανάµεσα στις κοινωνικές οµάδες και τις γενιές και να οδηγεί σε µία µετρήσιµη αύξηση των ευκαιριών, των δυνατοτήτων και των επιλογών για όλους και πρωταρχικά για τους οικονοµικά ασθενέστερους και τους νέους.

Η επέκταση της σφαίρας του ρίσκου
Η πολιτική βρίσκεται σήµερα αντιµέτωπη µε την ραγδαία επέκταση της σφαίρας του ρίσκου και της αβεβαιότητας. Πολύ σωστά σήµερα µιλάµε για risk society. Βέβαια σε άλλες εποχές ο άνθρωπος ήταν έρµαιο στις ανεξέλεγκτες τυφλές φυσικές και κοινωνικές δυνάµεις. Αυτό που άλλαξε δεν είναι το ποσοτικό µέγεθος της αβεβαιότητας και των κινδύνων αλλά η φύση και η πηγή τους. Η λέξη ρίσκο δεν υπήρχε πριν τον 17ο αιώνα. Εµφανίστηκε µε τις µεγάλες εξερευνήσεις, την πρώτη εµφάνιση της παγκόσµιας εµπορικής αγοράς, την άνοδο του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. ∆εν συµφωνώ πάντως µε τις ρητορείες του συρµού ότι ο κόσµος έγινε πιο επικίνδυνος. Οι οικονοµικές κρίσεις µεταπολεµικά δεν οδήγησαν σε γενικευµένη οικονοµική καταστροφή όπως το 1929-1932 και κυρίως δε συµπαρέσυραν το τραπεζικό σύστηµα όπως στο παρελθόν. Έχουν δηµιουργηθεί «µαξιλαράκια» όπως η αντικυκλική δηµοσιονοµική και νοµισµατική πολιτική, ασφαλιστικοί και ρυθµιστικοί µηχανισµοί διαχείρισης του ρίσκου και συστήµατα συναγερµού, ελέγχου και διαχείρισης των κρίσεων. Υπάρχουν προληπτικοί µηχανισµοί και περιορισµοί όπως το Σύµφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο κρίνεται βέβαια σήµερα ανελαστικό.

Η πολιτική σήµερα βιώνει την πρόκληση του ρίσκου από τρεις κυρίως πηγές:
- Α
πό την επιστηµονική και τεχνολογική επανάσταση (κλωνοποίηση, γενετικά τροποποιηµένα τρόφιµα, νέα φάρµακα, νανοτεχνολογία, πληροφορικά συστήµατα σε σχέση µε το απόρρητο και την προστασία της ιδιωτικής ζωής). Πηγή απροσδιοριστίας και ρίσκου προέρχεται από την άγνοιά µας για το ποιο θα είναι το Next Big Thing, το επόµενο κύµα τεχνολογικής καινοτοµίας και ποιες οι επιπτώσεις του στην παραγωγικότητα και στους σηµερινούς κλάδους παραγωγής και υπηρεσιών. Η ίδια η τεχνολογία όµως που αυξάνει το ρίσκο µας προµηθεύει και τα µέσα για να το ελέγξουµε.

- Από την παγκοσµιοποίηση την επέκταση και την ολοκλήρωση των αγορών, η οποία αυξάνει τις ευκαιρίες αλλά συνοδεύεται από νέους κινδύνους και προκαλεί νέα διλήµµατα. Αυτές τις µέρες στις ανεπτυγµένες χώρες αυξάνεται ο σκεπτικισµός για τις συνέπειες στην ιεραρχία της ανταγωνιστικότητας από την επέκταση του outsourcing από τις χαµηλής ειδίκευσης ρουτινιάρικες εργασίες στους τοµείς της έρευνας, της καινοτοµίας και των νέων προϊόντων και υπηρεσιών. Πρέπει να διαχειριστούµε από την αβεβαιότητα της τιµής του πετρελαίου και τη διακύµανση του δολαρίου µέχρι τους κινδύνους από το «δίδυµο» έλλειµµα των Ηνωµένων Πολιτειών. Τη µεγαλύτερη αβεβαιότητα δηµιουργεί η θεµελιώδης ανισορροπία της παγκόσµιας οικονοµίας καθώς οι ΗΠΑ και η Κίνα τρέχουν ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ιαπωνία έχουν κολλήσει. Η µείωση των κινδύνων απαιτεί η Ευρώπη να προχωρήσει σε διαρθρωτικές αλλαγές, οι ΗΠΑ, δηµόσιο και νοικοκυριά, να αυξήσουν την αποταµίευσή τους, ενώ η Κίνα πρέπει να αυξήσει την κατανάλωση, να µειώσει την εξάρτησή της από τις εξαγωγές και να αυτοπεριορίσει την νοµισµατική και εµπορική της επιθετικότητα. Η προσφυγή σε προστατευτικά µέτρα θα ήταν µία πολύ κακή διαχείριση της αβεβαιότητας.

- Από τις διαδικασίες εξατοµίκευσης στις σύγχρονες κοινωνίες που υποχρεώνουν το άτοµο να αναλαµβάνει την ευθύνη του εαυτού του, να βιώνει πιο άµεσα τις νέες ευκαιρίες και τους κινδύνους, να καταστρώνει από νωρίς το προσωπικό του “risk management” στις σπουδές, στη δια βίου εκπαίδευση, στην κινητικότητα της εργασίας του, στις αναπόφευκτες αλλαγές τις καριέρας του, στις ποικίλες µορφές ασφάλισης και επένδυσής του. Όλα αυτά σηµαίνουν ρίσκο, ρίσκο, ρίσκο.

Η πολιτική δεν µπορεί να είναι παθητικός παρατηρητής της αύξησης του ρίσκου στη σύγχρονη κοινωνία. Η ίδια πρέπει να γίνει ένας ενεργός παράγοντας δηµιουργικής επέκτασης του χώρου του ρίσκου. Η πολιτική πρέπει να διεγείρει τον ανταγωνισµό, να επεκτείνει τις αγορές και την χρηµατοοικονοµική σφαίρα, να χρησιµοποιήσει ευρύτερα τα χρηµατοοικονοµικά εργαλεία στην άσκηση της κυβερνητικής πολιτικής, να εισάγει το risk management σε νέες περιοχές της οικονοµικής και κοινωνικής ζωής, σε νέους χώρους δηµόσιας και κοινωνικής ευθύνης.

Πρώτο, η πολιτική και ειδικά οι ανεξάρτητοι ρυθµιστικοί µηχανισµοί πρέπει µε προσοχή να κοιτάξουν πέρα από τους παραδοσιακούς θεσµούς διαχείρισης του ρίσκου, όπως είναι οι τράπεζες και τα χρηµατιστήρια, προς τα νέα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα αντιστάθµισης κινδύνου από εµπορικές, συναλλαγµατικές, τραπεζικές και άλλες πράξεις, τα περίφηµα παράγωγα. Στόχος µίας ευέλικτης ρύθµισης σε αυτό το νέο τοµέα είναι να προσφέρουµε περισσότερες και πιο ασφαλείς επιλογές στους επενδυτές και όχι να τον πνίξουµε µε γραφειοκρατικούς ελέγχους ή να επιτρέψουµε µία διαχείριση του ρίσκου που στην πραγµατικότητα πολλαπλασιάζει το ρίσκο και µπορεί ενδεχοµένως να το µετατρέψει σε όπλο «µαζικής καταστροφής». Να είµαστε συνεπώς σε θέση να προτείνουµε µε ασφάλεια ένα συνδυασµό χρηµατοοικονοµικών προϊόντων σε ασφαλιστικούς οργανισµούς και σε καθηµερινούς ανθρώπους, αποταµιευτές – επενδυτές. Σήµερα δεν µπορούµε να το κάνουµε. Βέβαια ορισµένα συνταξιοδοτικά ταµεία όπως της Nestle και άλλα αύξησαν το ποσοστό επενδύσεων τους σε hedge funds µε καλές, προς το παρόν, αποδώσεις. Στην πραγµατικότητα το ρίσκο στο χρηµατοοικονοµικό σύµπαν (τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρίες, αµοιβαία κεφάλαια, hedge funds, κλπ) εδώ µεταβιβάζεται από τοµείς όπως είναι οι τράπεζες, όπου υπάρχει υψηλή ρύθµιση και µεγάλο κόστος αλλά καλύτερη γνώση των κινδύνων, σε τοµείς µε λιγότερη ρύθµιση και γνώση, λιγότερο κόστος, όπως είναι τα hedge funds.

∆εύτερο, η πολιτική πρέπει να ενθαρρύνει την καινοτοµία και τον πειραµατισµό ώστε να έρθει στην αγορά µια νέα γενιά µικτών χρηµατοοικονοµικών και ασφαλιστικών προϊόντων που όχι µόνο αντισταθµίζουν τους κινδύνους από τις αιφνίδιες αυξήσεις των τιµών του πετρελαίου ή των επιτοκίων ούτε µόνο από τις µεταβολές των συναλλαγµατικών ισοτιµιών αλλά καλύπτουν µια κοινωνική θεµατολογία που συνδέεται µε τον κίνδυνο να χάσεις τη δουλειά σου από µια τεχνολογική ανατροπή ή από τη µετανάστευση της επιχείρησής σου στο εξωτερικό ή από την πτώση της αξίας των ακινήτων σου σε µια περιοχή ή από την ατυχή έκβαση ενός επιχειρηµατικού σχεδίου σε τοµείς υψηλού ρίσκου. Στην ουσία προσδοκούµε ένα ριζικό µετασχηµατισµό και µια πρωτοφανή επέκταση της ασφαλιστικής σφαίρας µε νέα χρηµατοοικονοµικά εργαλεία και µια δηµοκρατικοποίηση του financial ώστε να µην αφορά µόνο µια ελίτ παγκόσµιων επενδυτών αλλά να εξασφαλίζει µια ευκολότερη και ασφαλέστερη πρόσβαση ακόµα και σε µεσαίους επενδυτές κα σε ασφαλιστικά ταµεία.

Τρίτο, η πολιτική θα διευρύνει το βασίλειο του risk management όχι µόνο στο βαθµό που απελευθερώνει τις αγορές υπηρεσιών (ενέργεια, τηλεπικοινωνίες, χρηµατοπιστωτικά) αλλά και προωθεί µια νέα γενιά µεταρρυθµίσεων σε τοµείς δηµόσιας ευθύνης όπως είναι η τριτοβάθµια εκπαίδευση και το σύστηµα υγείας οι οποίες θα εισάγουν τις market - like διαδικασίες, την «εσωτερική δηµόσια αγορά», θα διεγείρουν τον ανταγωνισµό των χρηµατοοικονοµικά αυτόνοµων πλέον ιδρυµάτων, θα κατοχυρώνουν το δικαίωµα της επιλογής στους χρήστες των υπηρεσιών, θα αυξάνουν τις ευκαιρίες πρόσβασης των οικονοµικά αδυνάτων, ενώ το κράτος θα κρατά το ρυθµιστικό εργαλείο της αξιολόγησης- χρηµατοδότησης και θα διασφαλίζει τα standards της ποιότητας. Κάθε µεταρρύθµιση οδηγεί σε µια νέα κατανοµή του ρίσκου. Στα πανεπιστήµια σήµερα οι φοιτητές παίρνουν το ρίσκο να ξοδέψουν χρόνο και χρήµα συχνά σε χαµηλής ποιότητας σπουδές δίχως επαγγελµατική προοπτική ενώ το ρίσκο για τους καθηγητές τους και τα ιδρύµατα είναι µηδενικό στις συνθήκες της ακραίας υπαλληλοποίησης και ισοπέδωσης. Μετά τη µεταρρύθµιση το Πανεπιστήµιο και οι καθηγητές του µπορούν να προσβλέπουν σε αυξηµένη ή µειωµένη χρηµατοδότηση από το κράτος και ιδιωτικούς φορείς ανάλογα µε την ποιότητα του διδακτικού και ερευνητικού τους έργου. ∆ηλαδή αναλαµβάνουν και αυτοί, συλλογικά και ατοµικά, ένα µερίδιο του ρίσκου.

Το κράτος µπορεί γενικότερα να αγοράζει υπηρεσίες για τους πολίτες του ή για τους οικονοµικά αδύνατους σε συνθήκες ανταγωνισµού στην ελεύθερη αγορά ή σε sui generis «εσωτερικές δηµόσιες αγορές» ή από µη κρατικά, µη κερδοσκοπικά ιδρύµατα και εθελοντικές ενώσεις. Πρόκειται για το πέρασµα από την σπάταλη, κάθετη κρατικίστικη γραφειοκρατική δοµή παραγωγής και διανοµής υπηρεσιών στην εποχή των συµβολαίων του κράτους µε ανεξάρτητους φορείς, δηµόσιους και ιδιωτικούς. Η επιχειρούµενη σήµερα σύµπραξη ∆ηµοσίου – Ιδιωτικών φορέων θα έχει επιτυχία µόνο αν γίνει σωστή η κατανοµή κινδύνων. Ένα διεθνές µοντέλο risk management από τα κράτη αποτελεί η θέσπιση της αγοράς δικαιωµάτων εκποµπής αερίων θερµοκηπίου (emission credits) µε το οποίο επιβραβεύονται οι οικολογικά πρωτοπόρες επιχειρήσεις που επενδύουν σε καθαρές τεχνολογίες ενώ επιβαρύνονται οι ρυπογόνες µε στόχο να συγκρατήσουµε µέχρι το τέλος του αιώνα τη συγκέντρωση διοξειδίου του άνθρακα στο όριο συναγερµού των 550 ppm (µέρη ανά εκατοµµύριο). Θέλω να υπογραµµίσω πως όταν προχωρούµε σε µεταρρυθµίσεις πρέπει επίσης προκαταβολικά να ενσωµατώνουµε στις προτάσεις µας την ανάλυση και διαχείριση του σχετικού ρίσκου των αλλαγών.

Το ρίσκο της ασφάλισης
Κορυφαίο θέµα του κυβερνητικού risk management τις επόµενες δυο δεκαετίες θεωρώ την απάντηση στη δηµογραφική ανατροπή και στη νέα µορφή του ασφαλιστικού προβλήµατος που θα επιφέρει η µαζική συνταξιοδότηση της λεγόµενης γενιάς του baby boom. Πρόκειται για την πιο προβλέψιµη οικονοµική και κοινωνική κρίση στην ανθρώπινη ιστορία, που µπορεί, αν δεν δράσουµε έγκαιρα, να εξελιχθεί σε µια νέα κοινωνική καταιγίδα, σε µια νέα κρίση και σύγκρουση των γενεών.

Υπάρχουν και στο ζήτηµα αυτό δυο ακραίες συµπεριφορές, όπως σε όλα τα θέµατα που εξετάζονται από το risk management, η υπεραντίδραση µε σπασµωδικές, δραµατικές αποφάσεις, όπως τα αχρείαστα bypass στην ιατρική, και η αδιαφορία και η αναβλητικότητα του δεν «θέλω να γνωρίζω», του «άστο γι αργότερα», πράγµα που πολλαπλασιάζει γεωµετρικά το κόστος της µελλοντικής επίλυσης.

Τι να κάνουµε λοιπόν; Όταν καλούµαστε να σχεδιάσουµε το µέλλον βασισµένοι στη δυσάρεστη υπόθεση ότι ο νεανικός πληθυσµός θα µειώνεται τότε για να αυξήσουµε τον κοινωνικό πλούτο ώστε να φτάσει για όλες τις γενιές, εργαζόµενους και συνταξιούχους, πρέπει να στοιχηµατίσουµε στην υψηλή παραγωγικότητα της ανθρώπινης εργασίας. Υπολόγισα ότι χρειαζόµαστε στην Ευρώπη µια µέση αύξηση της παραγωγικότητας επί 20 χρόνια σίγουρα πάνω από το 2% κοντά στο 3%. Το ευρωπαϊκό αυτό στοίχηµα κερδίζεται καταρχήν, πέρα από το ασφαλιστικό, στο µέτωπο της εκπαίδευσης, της έρευνας, της καινοτοµίας, της έκρηξης του επιχειρείν. Ο παράγοντας κλειδί συνεπώς για ένα νέο συµβόλαιο των γενεών είναι η υψηλή παραγωγικότητα αλλά είναι αυτονόητο ότι αισθανόµαστε αβεβαιότητα για το αν θα καταφέρουµε µια τόσο υψηλή αύξησή της επί δύο δεκαετίες και συνεπώς πρέπει να αναζητήσουµε συµπληρωµατικές «ζώνες ασφαλείας» για να εξασφαλίσουµε τις συντάξεις. Και αυτές κυρίως είναι δύο. Πρώτο, πρέπει να διευρύνουµε τον εργαζόµενο πληθυσµό στην αγορά εργασίας, να αυξήσουµε, όπως στον σκανδιναβικό βορρά, τον συνολικό όγκο της εργασίας στο διάβα της ζωής των ανθρώπων, να αποκρούσουµε τον αυτοκανιβαλισµό των µαζικών συνταξιοδοτήσεων, να δώσουµε κίνητρα για νέες εθελοντικές µορφές ευέλικτης συνταξιοδότησης και µερικής απασχόλησης. ∆εύτερο, να προχωρήσουµε στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως προτείνω στο τελευταίο βιβλίο µου «Βαµπίρ και Κανίβαλοι», σε µια ευφυή σύνθεση του κυρίαρχου αναδιανεµητικού µε το κεφαλαιοποιητικό σύστηµα της κοινωνικής ασφάλισης ώστε να κατανέµουµε πιο δίκαια τα βάρη και τις δυνατότητες ανάµεσα στις γενιές, ανάµεσα στο άτοµο και στην κοινωνία. Έχω προτείνει τη δηµιουργία συµπληρωµατικού ασφαλιστικού προσωπικού βιβλιαρίου σε κεφαλαιοποιητική βάση. Ο Έλληνας θα αυξήσει µε ενθουσιασµό την ασφαλιστική αποταµίευση – επένδυση µόνο αν είναι για το ατοµικό του όφελος, µόνο αν κληρονοµείται. Όχι µε νέους – κοινωνικούς υποτίθεται – φόρους. Αυτό έδειξε η παγκόσµια πρωτιά του Έλληνα σε ιδιόκτητη κατοικία.

∆ιαφορετικά, αν αφήσουµε αργότερα να ενεργήσουµε αναγκαστικά σε συνθήκες κρίσης και κατάρρευσης του ασφαλιστικού συστήµατος, µοιραία θα γλιστρήσουµε σε µια ελάχιστη κρατική σύνταξη από τη φορολογία και από κει και πέρα «ο σώζων εαυτόν σωθήτω» για όσους βέβαια µπορούν να έχουν ιδιωτική ασφάλιση, αποταµιεύσεις, επενδύσεις σε τίτλους και ακίνητα ή έστω παιδιά µε εισοδήµατα και υψηλό αίσθηµα ευθύνης απέναντι στους γονείς τους. Άλλωστε η οικογένεια αποτέλεσε στην ανθρώπινη ιστορία το πρωταρχικό κύτταρο του risk management µε καλές αλλά και µε κακές επιδόσεις.

Κάθε σοβαρός πολιτικός, κάθε σοβαρός επιχειρηµατίας ασφαλώς κάνει το δικό του αυτοσχέδιο risk management µε βάση την εµπειρία της ζωής και τις γνώσεις του δίχως κατά κανόνα να καταφεύγει στους ειδικούς, στα επιστηµονικά µοντέλα και τις θεωρίες της διαχείρισης του ρίσκου. Να είστε βέβαιοι πάντως πως αν τα καταφέρουµε, µε συντεταγµένο επιστηµονικό τρόπο, να ενσωµατώσουµε το risk management στη λήψη των κυβερνητικών αποφάσεων αυτό θα σήµαινε µια ποιοτική αλλαγή στην πολιτική σκέψη και στην άσκηση της εξουσίας. Τότε πράγµατι θα έχουµε κάνει ένα καίριο βήµα στο New Public Management.

Προς θεού όµως µε όλα αυτά δεν εννοούµε ότι θα προστρέχουµε στους νέους µάγους του risk management όπως κάποτε οι άνθρωποι έτρεχαν στους µάντεις, στους προφήτες, στους αστρολόγους και στις χαρτορίχτρες για να αποκρυπτογραφήσουν την αβεβαιότητα που τους περιέβαλλε. Το risk management έχει τα όριά του και δεν πρέπει ποτέ να ξεχνούµε και το ρίσκο από τη διαχείριση του ρίσκου.

 

 

 

 

 



 

 

 

 

 

 

 Επιστροφή  Κορυφή σελίδας

ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η με οποιονδήποτε τρόπο αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, κατά παράφραση ή διασκευή απόδοση του περιεχομένου της εφημερίδας, χωρίς την γραπτή άδεια του εκδότη. Κάθε δημόσια αναφορά στο περιεχόμενο της συνεπάγεται και αναφορά του ονόματός της, όπως η δημοσιογραφική δεοντολογία επιτάσσει.

 

 

[Αρχική σελίδα]  [Αγορά Εργασίας]  [Επιχειρηματικότητα]  [Προσλήψεις στο Δημόσιο]  [Εκπαίδευση]  [Σεμινάρια]  [Νομοθεσία]  [Βιβλία]
Διεύθυνση: Λ. Ριανκούρ 73, 11524 Αθήνα, email: info@proslipsis.gr , Τηλ: 6949244434
©  2004-2021  proslipsis.gr, All rights reserved