Αναλυτικά:
Προσλήψεις
Άρθρο 11.
Με την αντικατάσταση της υφιστάµενης διάταξης του άρθρου 12 παρ.14 του ν. 4071/2012 παρέχεται η δυνατότητα και σε λοιπούς φορείς της αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α. β' βαθµού, νοµικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου της Αυτοδιοίκησης) να προσλαµβάνουν προσωπικό ορισµένου χρόνου και συµβασιούχους έργου, των οποίων οι αποδοχές δεν επιφέρουν δηµοσιονοµική επιβάρυνση, κατά παρέκκλιση των κοινών διατάξεων περί έγκρισης των συµβάσεων και του ποσοστιαίου περιορισµού τους κατ’ έτος. Η διεύρυνση του πεδίου εφαρµογής του άρθρου 12 παρ.14 κρίνεται επιβεβληµένη, καθώς πολλά Ν.Π.Ι.Δ. των Ο.Τ.Α. δραστηριοποιούνται στους ίδιους τοµείς µε τους Ο.Τ.Α. (π.χ. Δηµοτικές Επιχειρήσεις Ύδρευσης - Αποχέτευσης αντί για υπηρεσίες ύδρευσης δήµων, Φορείς Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων υπό τη µορφή ανωνύµων εταιρειών αντί Συνδέσµων, δηµοτικά ωδεία υπό τη µορφή Ν.Π.Ι.Δ. κ.λπ.) και ως εκ τούτου τα αιτήµατά τους για την πρόσληψη προσωπικού θα πρέπει να αντιµετωπίζονται στο ίδιο πλαίσιο. Επίσης µε την παρούσα διάταξη διασαφηνίζεται ότι τα αιτήµατα αυτά υπόκεινται σε διακριτή διαδικασία έγκρισης και δεν απαιτείται έγκριση της Επιτροπής της ΠΥΣ 33/2006 όπως ισχύει.
Οι παραπάνω συµβάσεις εξαιρούνται της υποχρέωσης έγκρισης της Επιτροπής της ΠΥΣ 33/2006, όπως ισχύει, καθώς και του περιορισµού της παρ. 3 του άρθρου 37 του ν. 3986/2011, όπως ισχύει κάθε φορά».
Άρθρο 12
Με το ν. 3833/2010 έχει επιβληθεί αναστολή διορισµών στο Δηµόσιο και στους Ο.Τ.Α.. Συνεπώς ακόµα σε περίπτωση που ήδη υπηρετούντες υπάλληλοι είχαν επιτύχει το διορισµό τους σε άλλη θέση του Δηµοσίου µε διαδικασίες ΑΣΕΠ, ο διορισµός τους δεν µπορούσε να γίνει διότι καταλαµβάνονταν και αυτοί από την αναστολή νέων διορισµών.
Με τη ρύθµιση του ν. 4057/2012 ο περιορισµός αυτός άρθηκε για να διευκολυνθεί η κινητικότητα των υπαλλήλων στο Δηµόσιο, αφού πρόκειται για ήδη υπηρετούντες υπαλλήλους και µάλιστα ο διορισµός τους σε άλλες θέσεις δεν προκαλεί επιπλέον επιβάρυνση του Κρατικού Προϋπολογισµού. Επειδή όµως, (προφανώς εκ παραδροµής) δεν είχαν περιληφθεί στην αρχική ρύθµιση οι ΟΤΑ α' και β' βαθµού προτείνονται τώρα με αυτό το άρθρο.
Άρθρο 13
Από τις διατάξεις του άρθρου 230 παρ. 4 του ν. 3584/2007 όπως ισχύει προβλέπεται ότι, ειδικά για το βοηθητικό προσωπικό (ΥΕ) µε σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου των Ο.Τ.Α. α΄ βαθµού, χρέη υπηρεσιακών-πειθαρχικών συµβουλίων ασκούν οι οικείες εκτελεστικές επιτροπές και, εάν αυτές δεν υπάρχουν, οι οικείες οικονοµικές επιτροπές. Ο διαχωρισµός αυτός κρίνεται άσκοπος και αναχρονιστικός, λαµβάνοντας υπόψη και τις σηµαντικές µεταβολές που έχουν επέλθει στο υπηρεσιακό και δη το πειθαρχικό καθεστώς που διέπει το προσωπικό ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Επιπλέον, είναι και αναντίστοιχος µε τα ισχύοντα για το βοηθητικό προσωπικό ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του λοιπού Δηµοσίου, καθώς και των αιρετών Περιφερειών. Με την κατάργηση της παρ. 4 του άρθρου 230 το βοηθητικό προσωπικό ΙΔΑΧ των Ο.Τ.Α. α΄ βαθµού περιέρχεται στην αρµοδιότητα των υπηρεσιακών συµβουλίων, όπως και το λοιπό τακτικό προσωπικό.
Κινητικότητα
Άρθρο 15
Με την προτεινόµενη διάταξη απαλείφεται ο περιορισµός της δυνατότητας απόσπασης υπαλλήλου δήµου ή ΝΠΔΔ αυτού προς άλλο Δήµο ή ΝΠΔΔ αυτού µόνο για λόγους συνυπηρέτησης µε σύζυγο δηµόσιο υπάλληλο ή υπάλληλο ΝΠΔΔ ή ΟΤΑ α' ή β' βαθµού, ενώ παράλληλα αυξάνεται το χρονικό διάστηµα της απόσπασης από το ένα στα δύο έτη, µε δυνατότητας παράτασης για ένα ακόµη.
* Άρθρο 16
Με την εφαρµογή του Προγράµµατος Καλλικράτη και την αναδιάρθρωση της τοπικής αυτοδιοίκησης, οι δήµοι ανέλαβαν ένα ευρύ φάσµα αρµοδιοτήτων, που ασκούνται, είτε από τις ίδιες τις υπηρεσίες των δήµων είτε από τα νοµικά τους πρόσωπα δηµοσίου και ιδιωτικού δικαίου.
Εντούτοις, το διαρκώς µειούµενο προσωπικό των ΟΤΑ λόγω συνταξιοδοτήσεων και ο δραστικός περιορισµός των νέων προσλήψεων λόγω δηµοσιονοµικής κρίσης, δηµιουργούν προβλήµατα στη στελέχωση των υπηρεσιών αυτών, που αδυνατούν να αντιµετωπιστούν µε τις χρονοβόρες διαδικασίες µετατάξεων/αποσπάσεων του υφιστάµενου θεσµικού πλαισίου. Κατόπιν των ανωτέρω, µε την προτεινόµενη διάταξη δίνεται η δυνατότητα στο δήµαρχο να µετακινεί το προσωπικό του δήµου αλλά και των δηµοτικών ιδρυµάτων και νοµικών προσώπων δηµοσίου και ιδιωτικού δικαίου του δήµου, συμπεριλαμβανοµένων των συνδέσµων που συµµετέχει ο δήµος, καθώς
και των δηµοτικών επιχειρήσεων και να το διαθέτει για την κάλυψη άµεσων υπηρεσιακών αναγκών των φορέων αυτών, αξιοποιώντας την εµπειρία του στα θέµατα των ΟΤΑ, σε όποια υπηρεσία κρίνεται αναγκαίο. Η µετακίνηση του υπαλλήλου µπορεί να διαρκεί έως πέντε (5) έτη και να παρατείνεται για πέντε (5) έτη ακόµα, µε διατήρηση της σχέσης εργασίας του µετακινούµενου υπαλλή-
λου και του υπηρεσιακού, συνταξιοδοτικού, ασφαλιστικού και µισθολογικού καθεστώτος του, ανεξαρτήτως φορέα µετακίνησης. Για τη διασφάλιση της τήρησης των αρχών της χρηστής διοίκησης και την προστασία της οικογενειακής κατάστασης των υπαλλήλων κατά την επιλογή των µετακινούµενων υπαλλήλων, οι σχετικές αποφάσεις των δηµάρχων υπάγονται στον υποχρεωτικό έλεγχο νοµιµότητας των κείµενων διατάξεων περί εποπτείας των δηµοτικών οργάνων.
Άρθρο 17
Το ισχύον θεσµικό πλαίσιο, βάσει του οποίου η κατάρτιση (και τροποποίηση) των Κανονισµών Προσωπικού των Περιφερειακών Ταµείων Ανάπτυξης, τα οποία αποτελούν νοµικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου του β΄ βαθµού αυτοδιοίκησης, εγκρίνεται από τον Υπουργό Εσωτερικών, έρχεται σε αντίθεση µε τη συνταγµατικά κατοχυρωµένη αυτοτέλεια της Αυτοδιοίκησης, υποβαθµίζει το ρόλο της Αποκεντρωµένης Διοίκησης ως ασκούσης εποπτεία (µέχρι τη θέση σε ισχύ του θεσµού του Ελεγκτή Νοµιµότητας) στους φορείς χωρικής της αρµοδιότητας και επιβαρύνει την Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Εσωτερικών µε φόρτο εργασίας η οποία δεν συνάδει µε τον επιτελικό ρόλο που του έχει ανατεθεί.
Τα Περιφερειακά Ταµεία Ανάπτυξης είναι - εκτός από το τακτικό τους προσωπικό ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου - στελεχωµένα µε αποσπασµένους υπαλλήλους των Αποκεντρωµένων Διοικήσεων (πρώην κρατικών Περιφερειών του ν. 2503/1997), καθώς και µε υπαλλήλους της οικείας Περιφέρειας (αιρετής, του ν. 3852/2010), σύµφωνα µε τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 193 του ν. 3852/2010. Για τους υπαλλήλους που είναι αποσπασµένοι στα Περιφερειακά Ταµεία η µισθοδοσία γίνονταν µέχρι την έναρξη εφαρµογής του ν. 4024/2011 από τις υπηρεσίες της οργανικής τους θέσης, δηλαδή από την Περιφέρεια για τους υπαλλήλους της Περιφέρειας και την Αποκεντρωµένη Διοίκηση για τους δικούς της υπαλλήλους. Όµως σύµφωνα µε το άρθρο 25 του ν. 4024/ 2011 όπως τροποποιήθηκε και ισχύει: «Οι υπάλληλοι που αποσπώνται ή µετακινούνται από την Υπηρεσία τους σε άλλη Υπηρεσία του Δηµοσίου, Ν.Π.Δ.Δ., Ν.Π.Ι.Δ. και ΟΤΑ λαµβάνουν τις µηνιαίες αποδοχές του βαθµού και του µισθολογικού τους κλιµακίου. Σε κάθε περίπτωση από 1.1.2012 η καταβολή των αποδοχών των αποσπασµένων διενεργείται από την υπηρεσία στην οποία έχουν τοποθετηθεί…».
Η παραπάνω διάταξη εµφανίζει προβλήµατα εφαρµογής για τους ακόλουθους λόγους: α) δεν µπορεί να µισθοδοτούνται δηµόσιοι υπάλληλοι µέσα από το Πρόγραµµα Δηµοσίων Επενδύσεων, β) δεν υπάρχει η δυνατότητα µεταφοράς πιστώσεων είτε από την Περιφέρεια
είτε από την Αποκεντρωµένη Διοίκηση για την καταβολή µισθοδοσίας των υπαλλήλων στα Περιφερειακά Ταµεία Ανάπτυξης και γ) ο νόµος και ο κανονισµός λειτουργίας τους δεν προβλέπει πουθενά τέτοια διαδικασία, οπότε είναι ανάγκη να ρυθµιστεί το πρόβληµα µε άµεση τροποποίηση των σχετικών διατάξεων.
Στα Περιφερειακά Ταµεία Ανάπτυξης (Π.Τ.Α.) υπηρετούν αποσπασµένοι υπάλληλοι είτε από την αιρετή Περιφέρεια είτε από τις Αποκεντρωµένες Διοικήσεις µε πολύ µεγάλη εµπειρία και υψηλών προσόντων. Η διετία που δίνει δυνατότητα για ανανέωση των αποσπάσεών τους λήγει ή έχει λήξει για πολλούς από αυτούς και τα Π.Τ.Α. βρίσκονται αποδυναµωµένα από έµπειρο προσωπικό. Θα
µπορούσε να τους δοθεί δυνατότητα για ανανέωση των αποσπάσεων τους περαιτέρω. Επιπλέον είναι σπατάλη ανθρώπινου δυναµικού να χάνεται η τεχνογνωσία της κάθε θέσης ανά τέσσερα έτη ενώ η εναλλαγή προσώπων προκαλεί προβλήµατα στη λειτουργία των Ταµείων.
Άρθρο 22
Η θέσπιση, µε διατάξεις των άρθρων 215 - 240 του ν. 3852/2010 (Α΄ 87), του θεσµού των Αυτοτελών Υπηρεσιών Εποπτείας Ο.Τ.Α., για την άσκηση του ελέγχου νοµιµότητας των πράξεων των οργανισµών τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δευτέρου βαθµού και τον πει-
θαρχικό έλεγχο των αιρετών τους, υπήρξε µια σηµαντική καινοτοµία αφού διασφάλιζε την ανεξάρτητη κρίση, εκτός διοικητικής πυραµίδας, των οργάνων αυτών.
Παρά ταύτα, η υλοποίηση του θεσµού συνέπεσε µε το αποκορύφωµα της περιόδου των δηµοσιονοµικών περιορισµών στις δαπάνες του ελληνικού δηµοσίου, λόγω της σοβούσας οικονοµικής κρίσης που εκδηλώθηκε στη χώρα µας την τελευταία τετραετία. Η έναρξη της λειτουργίας των µονάδων αυτών συνεπαγόταν υψηλό κόστος για τα οικονοµικά δεδοµένα όλης αυτής της περιόδου, αφού επρόκειτο για δοµές µε διοικητική και δηµοσιονοµική αυτοτέλεια και τούτο παρά το γεγονός ότι κατά την πρώτη φάση της λειτουργίας τους η στελέχωση θα γινόταν µε µετατάξεις προσωπικού από άλλους δηµόσιους φορείς και αποφοίτους της Εθνικής Σχολής Δηµόσιας
Διοίκησης, ενώ θα προέκυπταν επιπλέον σηµαντικές δαπάνες διά την στέγαση και τον επαρκή εξοπλισµό των νέων υπηρεσιών.
Παράλληλα, λόγω των υψηλών και εξειδικευµένων τυπικών προσόντων που απαιτούνταν τόσο για τους επικεφαλής Ελεγκτές Νοµιµότητας όσο και για τους υπαλλήλους που θα στελέχωναν τις ΑΥΕ ΟΤΑ, και παρά τις επανειληµµένες προσπάθειες των αρµοδίων υπηρεσιών του Υπουργείου Εσωτερικών, σε συνεργασία µε το ΑΣΕΠ, δεν κατέστη δυνατό να καλυφθεί ο απαραίτητος αριθµός για τη στελέχωσή τους. Μετά την ολοκλήρωση του σχετικού διαγωνισµού επελέγησαν µόνον 4 προϊστάµενοι των υπηρεσιών αυτών (Ελεγκτές Νοµιµότητας). Οµοίως ο αριθµός των αιτήσεων υπαλλήλων προς µετάταξη υπήρξε σαφώς µικρότερος από τις ανάγκες στελέχωσης όλων των ΑΥΕ ΟΤΑ, και ιδιαίτερα αυτών των πιο αποµακρυσµένων Αποκεντρωµένων Διοικήσεων της χώρας (π.χ. Κρήτη). Η χαµηλή συµµετοχή, παρά τη δηµοσιότητα που δόθηκε, επιτάθηκε στη συνέχεια λόγω της αδυναµίας µεταφοράς πιστώσεων από τους Κεντρικούς Αυτοτελείς Πόρους προς τον Κρατικό Προϋπολογισµό για µετατάξεις υπαλλήλων από πρωτοβάθµιους Ο.Τ.Α., αλλά και ιδίως από το ρευστό κλίµα που προέκυψε λόγω των συνεχών µεταρρυθµίσεων σε ό,τι αφορά στο υπηρεσιακό και µισθολογικό καθεστώς των δηµοσίων υπαλλήλων, πράγµα που τους κατέστησε απρόθυµους σε κάθε µεταβολή της υπηρεσιακής τους κατάστασης υπαλλήλους, που υπό κανονικές συνθήκες θα επιθυµούσαν να στελεχώσουν τις υπηρεσίες αυτές.
Με τις προτεινόµενες διατάξεις επιχειρείται αφ’ ενός µεν να αντιµετωπιστούν οι παραπάνω δυσκολίες σε οικονοµικούς πόρους και διαθέσιµο ανθρώπινο δυναµικό, αφετέρου δε να διατηρηθεί η διοικητική αυτοτέλεια των µονάδων που θα ασκούν τον έλεγχο νοµιµότητας και τον πειθαρχικό έλεγχο των αιρετών, µε την συνύπαρξη – συ- στέγαση των ΑΥΕ Ο.Τ.Α. µε τις υφιστάµενες αποκεντρωµένες διοικήσεις. Παράλληλα, διασφαλίζεται το κατάλληλο πλαίσιο παρακολούθησης και εποπτείας που θα επιτρέπει την οµαλή εξέλιξη των δράσεων που συνδέονται µε την ταχεία και απρόσκοπτη λειτουργία των ελεγχοµένων πράξεων των Ο.Τ.Α.. Ειδικότερα:
Με την τροποποίηση της παρ. 6 του άρθρου 216 του ν. 3852/2010 ορίζεται το πρόσωπο του προϊσταµένου της Διεύθυνσης Εποπτείας ΟΤΑ ως ο αναπληρωτής του ελεγκτή νοµιµότητας σε περίπτωση που αυτός α- πουσιάζει ή κωλύεται.
Με την αντικατάσταση του άρθρου 218 του ν. 3852/2010 ανακαθορίζεται η διάρθρωση των ΑΥΕ Ο.Τ.Α.. Αντί τριών Διευθύνσεων προβλέπεται µια Διεύθυνση εποπτείας ΟΤΑ µε τρεις µονάδες επιπέδου τµήµατος, ώστε να επιτευχθούν οι ανάλογοι οργανωτικοί και δηµοσιονοµικοί στόχοι.
Με την αντικατάσταση του άρθρου 239 του ν. 3852/2010 ικανοποιείται η ανάγκη άµεσης στελέχωσης και συνεπώς ταχείας έναρξης της λειτουργίας των ΑΥΕ Ο.Τ.Α..
Συγκεκριµένα:
Προβλέπεται στην παράγραφο 1 του νέου άρθρου 239 η στελέχωση των υπηρεσιών µεταβατικά, κατά την πρώτη πενταετία από την έναρξη της λειτουργίας αυτών µε αυτοδίκαιη µεταφορά του προσωπικού που υπηρετεί σε κάθε Αποκεντρωµένη Διοίκηση και ασχολείται µέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόµου µε τον έλεγχο νοµιµότητας των Ο.Τ.Α. και τα θέµατα της πειθαρχικής και ποινικής ευθύνης των αιρετών της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, στις οικείες Αυτοτελείς Υπηρεσίες Εποπτείας ΟΤΑ. Το προσωπικό αυτό θεωρείται αποσπασµένο σε αυτές, ανεξαρτήτως τυπικών προσόντων ή κατηγορίας.
Ρυθµίζονται στην παράγραφο 2 τα θέµατα της µετάταξης υπαλλήλων από δηµόσιες υπηρεσίες, νοµικά πρόσωπα δηµοσίου δικαίου και οργανισµούς τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθµού στις Αυτοτελείς Υπηρεσίες Εποπτείας Ο.Τ.Α. Με τις διατάξεις αυτές διευρύνονται οι κατηγορίες ΠΕ που έχουν τη σχετική δυνατότητα, ενώ προβλέπεται και η αντίστοιχη δυνατότητα για τους αποφοίτους της Εθνικής Σχολής Δηµόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης και καθορίζεται η διαδικασία υποβολής αιτήσεων και µετάταξης των ως άνω υπαλλήλων.
Στην παράγραφο 3 προβλέπεται ότι µε την ίδια διαδικασία µπορούν να ζητήσουν τη µετάταξή τους στην Αυτοτελή Υπηρεσία Εποπτείας ΟΤΑ υπάλληλοι ΔΕ Διοικητικών Γραµµατέων και ΥΕ Γενικών Καθηκόντων δηµόσιων υπηρεσιών, νοµικών προσώπων δηµοσίου δικαίου
και οργανισµών τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δευτέρου βαθµού.
Mε την διάταξη της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, το άρθρο 240 καταργείται, αφού αφορούσε την µετάταξη συγκεκριµένων αποφοίτων της Εθνικής Σχολής Δηµόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης.
Στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου περιλαµβάνονται µεταβατικές διατάξεις που αφορούν τις λειτουργικές δαπάνες (περίπτωση α΄) και την διοικητική υποστήριξη (περίπτωση β΄) των νέων Αυτοτελών Υπηρεσιών Εποπτείας Ο.Τ.Α. από τις οικείες Αποκεντρωµένες Διοικήσεις. Συγκεκριµένα, για τα δύο πρώτα έτη λειτουργίας αυτών οι δαπάνες των ΑΥΕ Ο.Τ.Α. καλύπτονται από τον προϋπολογισµό της οικείας Αποκεντρωµένης Διοίκησης, ενώ οι σχετικές δαπάνες διενεργούνται από την αρµόδια υπηρεσία της Αποκεντρωµένης Διοίκησης.
Κατά το τρίτο έτος επιτάσσεται η εγγραφή πιστώσεων στον προϋπολογισµό της οικείας Αποκεντρωµένης Διοίκησης αποκλειστικά για την κάλυψη των αναγκών της Αυτοτελούς Υπηρεσίας Εποπτείας Ο.Τ.Α. προκειµένου να προχωρήσει σταδιακά σε καθεστώς δηµοσιονοµικής αυτοτέλειας.
Οµοίως, µέχρι την πλήρη στελέχωσή τους οι Αυτοτελείς Υπηρεσίες Εποπτείας Ο.Τ.Α. υποστηρίζονται διοικητικά από τις αρµόδιες υπηρεσίες της οικείας Αποκεντρωµένης Διοίκησης.
Με τη διάταξη της περίπτωσης γ΄ ρυθµίζεται µεταβατικά η κάλυψη των θέσεων προϊσταµένου των ΑΥΕ Ο.Τ.Α. για την πρώτη πενταετία από την έναρξη της λειτουργίας τους, ώστε να καταστεί δυνατή η ταυτόχρονη έναρξη της λειτουργίας όλων των ΑΥΕ Ο.Τ.Α., είτε από αυτούς που ήδη επελέγησαν από το ΑΣΕΠ µε την προκήρυξη του 2011, εφόσον αυτοί συνεχίζουν να το επιθυµούν, είτε στην περίπτωση των κενών θέσεων που θα προκύψουν, να καλύπτονται για την ίδια περίοδο αλλά µέχρι την ανάληψη των καθηκόντων των ελεγκτών που θα επιλεγούν κατόπιν της διενέργειας νέας προκήρυξης και επιλογής τους από το ΑΣΕΠ, µε αναπλήρωση από πρόσωπα που έχουν τα προσόντα της παραγράφου 2 ή 3 του άρθρου 216 του ν. 3852/2010. Η αναπλήρωση αυτή γίνεται µε απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών.
Στην περίπτωση δ΄ αυτού παρέχεται η δυνατότητα για όσους έχουν υποβάλει αιτήσεις για µετάταξη στις Αυτοτελείς Υπηρεσίας Εποπτείας ΟΤΑ να υποβάλουν γραπτή δήλωση τους ότι συνεχίζουν να ενδιαφέρονται για την µετάταξή τους σε αυτές, η οποία υποβάλλεται στην Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Εσωτερικών, εντός προθεσµίας ενός (1) µηνός από τη δηµοσίευση του παρόντος νόµου. Οι αιτήσεις εξετάζονται από το Υπηρεσιακό Συµβούλιο της παραγράφου 1 του άρθρου 219 του παρόντος.
Με την περίπτωση ε΄ ορίζεται ότι τα καθήκοντα των προϊσταµένων των τµηµάτων της διεύθυνσης εποπτείας Ο.Τ.Α. του άρθρου 218 ν. 3852/10 ανατίθενται µε απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών σε υπαλλήλους που µετα- τάχθηκαν στις υπηρεσίες αυτές.