Proslipsis.gr | Αθήνα 22.5.2017, 14:03
Τα Φωτογραφικά Αρχεία του Μουσείου Μπενάκη σε συνεργασία με το Paddy & Joan Leigh Fermor Arts Fund εγκαινιάζουν την Τρίτη 22 Μαΐου 2018 μια έκθεση αφιερωμένη στη φωτογράφο Joan Leigh Fermor, σύζυγο του συγγραφέα Paddy Leigh Fermor, παρουσιάζοντας για πρώτη φορά στο ελληνικό κοινό άγνωστες φωτογραφίες της από τα ταξίδια της στην Ελλάδα.
Η έκθεση με τίτλο Joan Leigh Fermor. Φωτογράφος και αγαπημένη που θα πραγματοποιηθεί στο Μουσείο Μπενάκη Ελληνικού Πολιτισμού (Κουμπάρη 1) και θα διαρκέσει μέχρι τις 21 Οκτωβρίου 2018, περιλαμβάνει 146 φωτογραφίες από τη δεκαετία του 1940 μέχρι τη δεκαετία του 1960, στην πλειοψηφία τους ασπρόμαυρες. Ο Paddy και η Joan μοιράστηκαν τη ζωή τους, κυρίως στην Ελλάδα, ως εραστές και ως φίλοι. Εκείνη φωτογράφος και εκείνος συγγραφέας, απολάμβαναν ισότιμη αναγνώριση ως καλλιτέχνες. O ζωγράφος και φίλος της John Craxton γράφει για αυτήν: «Όπως όλοι οι αξιολάτρευτοι άνθρωποι, η Joan Leigh Fermor είχε στη φύση της κάτι το αινιγματικό, στοιχείο το οποίο σε συνδυασμό με την εξαίσια εξωτερική της εμφάνιση την καθιστούσε μια πολύ σαγηνευτική παρουσία».
H Joan χρησιμοποιούσε φωτογραφική μηχανή Rolleiflex με τετράγωνα αρνητικά μεγέθους 6x6. Εξαίρεση αποτελούν οι φωτογραφίες που πραγματοποίησε στην Καρδαμύλη. Δεν εκτύπωνε ούτε επεξεργαζόταν τις φωτογραφίες της. Κατέγραφε τις τοποθεσίες των φωτογραφιών σε λυτές καρτέλες από κοντάκτ, αν και σε αρκετές από αυτές δεν αναφέρεται ο τόπος. Οι πρώτες της φωτογραφίες δημοσιεύτηκαν στην Αγγλία στα περιοδικά Architectural Review και Horizon.
Η Joan από πολλούς θεωρείται μια από τις καλύτερες ερασιτέχνες φωτογράφους στην Αγγλία. Στη δεκαετία του ’30 ασχολήθηκε κυρίως με την αρχιτεκτονική φωτογραφία και με το ξέσπασμα του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου συμμετείχε στην προσπάθεια καταγραφής των κτηρίων εθνικής σημασίας που είχαν υποστεί ζημιές. Οι φωτογραφίες της με τα κατεστραμμένα από τον πόλεμο κτήρια, δύο από τις οποίες παρουσιάζονται στην έκθεση, συμβολίζουν αδήριτα τον σκοτεινό και ρημαγμένο κόσμο που θα άφηνε πίσω της.
Ταξίδια στην Ελλάδα Με αφορμή μια σειρά διαλέξεων του Paddy, ως εργαζόμενου του Βρετανικού Συμβουλίου, στην Ελλάδα, τη δεκαετία του ’40, η Joan ταξίδεψε μαζί του και ξεκίνησε να δημιουργεί το τεράστιο αυτό αρχείο θαυμάσιων φωτογραφιών που με εξαίρεση αυτές που δημοσιεύτηκαν στα βιβλία του Paddy, Μάνη και Ρούμελη, οι υπόλοιπες παρέμεναν μέχρι σήμερα άγνωστες. Τα ταξίδια συνεχίστηκαν και τη δεκαετία του ’50, με τον Paddy να κρατάει σημειώσεις για τα βιβλία που θα έγραφε αργότερα και τη Joan να φωτογραφίζει την ελληνική ύπαιθρο και τους ανθρώπους της. Πολλές από τις φωτογραφίες εικονίζουν τον Paddy, ενώ μια σειρά από αυτές αφορά μια κρουαζιέρα του ζεύγους Fermor στην Ελλάδα μαζί με τον John Craxton, την Margot Fonteyn και τον Freddy Ashton.
Ο Paddy και η Joan αγοράζουν τη δεκαετία του ’60 ένα κτήμα στην Καρδαμύλη της Μάνης, το οποίο θα μετατρέψουν σε ένα υπέροχο σπίτι και θα δωρίσουν αργότερα στο Μουσείο Μπενάκη. Η Joan αν και είχε πάψει να φωτογραφίζει, πραγματοποιεί μια σειρά φωτογραφιών που αποτυπώνει όλη την πορεία των επισκευών μέχρι την ανέγερση του σπιτιού. Μια επιλογή από τις πολυάριθμές αυτές φωτογραφίες παρουσιάζεται στην έκθεση. Την επιμέλεια της έκθεσης έχει η Olivia Stewart. H έκθεση συνοδεύεται από την αγγλική έκδοση The photographs of Joan Leigh Fermor. Artist and Lover, σε επιμέλεια της Olivia Stewart και του Ian Collins από το Haus Publishing.
* Ακολουθούν δύο κείμενα συντελεστών της Έκθεσης.
Κείμενο της Αλίκης Τσίργιαλου Υπεύθυνης Φωτογραφικών Αρχείων Μουσείου Μπενάκη
Τα Φωτογραφικά Αρχεία του Μουσείου Μπενάκη, τα οποία στοχεύουν στη συγκέντρωση, ταξινόμηση και αξιοποίηση αρχείων ελλήνων δημιουργών, συγκαταλέγουν στις δραστηριότητές τους την προβολή των φωτογράφων που δεν συμπεριλαμβάνονται στις συλλογές του Μουσείου, αλλά κρίνουν ότι το έργο τους οφείλει να γίνει γνωστό. Στην κατηγορία αυτή ανήκει η Joan Leigh Fermor για την ενδιαφέρουσα προσωπική της κατάθεση στο ελληνικό φωτογραφικό πανόραμα. Οι εικόνες χρονολογικά τοποθετούνται στη μεταπολεμική περίοδο όταν η φωτογραφία στην Ελλάδα εκφράζεται μέσα από το έργο των επαγγελματιών φωτογράφων όπως του Δημήτρη Χαρισιάδη και της Βούλας Παπαϊωάννου, σημαντικοί εκπρόσωποι της ανθρωπιστικής φωτογραφίας, καθώς και τω πολυάριθμων ερασιτεχνών του μέσου, μελών της Ελληνικής Φωτογραφικής Εταιρείας, που δραστηριοποιούνται έντονα από τις αρχές της δεκαετίας του 1950. Δεν γνωρίζουμε εάν η Joan Leigh Fermor παρακολουθούσε την πλούσια εκθεσιακή και εκδοτική δράση τους ή ακόμη εάν ξεφύλλιζε τα ελληνικά περιοδικά Εικόνες και Ταχυδρόμος, η εικονογράφηση των οποίων βασίζεται στη φωτογραφία για να σχολιάσουμε την όποια επιρροή της σε σχέση με τις φωτογραφικές της επιλογές ή τη σύνθεση του κάδρου της. Ενδεχομένως όμως να γνώριζε την φωτογραφική εικόνα της χώρας έτσι όπως την προέβαλε μέσα από τις διαφημιστικές του εκστρατείες ο Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού που επανιδρύεται το 1951. Ξεφυλλίζοντας το λεύκωμα και περιδιαβαίνοντας την έκθεση παρατηρούμε ότι νοερά συμπορεύεται με τους έλληνες συναδέλφους της. Από τεχνικής πλευράς, επιλέγει και εκείνη το ασπρόμαυρο κυρίως φιλμ σε τετράγωνο format. Η Rolleiflex, η μηχανή που χρησιμοποιούσε, ξεχώριζε άλλωστε στις προτιμήσεις των φωτογράφων που ασχολήθηκαν με την τοπιογραφία γιατί όπως πολύ σωστά υποστηρίζει και ο Robert McCabe στο λεύκωμα το συγκεκριμένο σχήμα συμβάλλει στην ορθολογική απόδοση των θεμάτων. Ο φακός της στρέφεται σε θέματα που μας είναι οικεία: θα μπορούσαμε μάλιστα να τη φανταστούμε να στέκεται δίπλα στη Βούλα Παπαϊωάννου και να φωτογραφίζει τους ψαράδες που μαζεύουν τα δίχτυα τους, να είναι μαζί με τον Νικόλαο Τομπάζη και να αποτυπώνει με έντονες φωτοσκιάσεις που αναδεικνύουν τα αρχαία ανάγλυφα των Δελφών και πλάι στον Δημήτρη Χαρισιάδη να αποδίδει με γεωμετρική ακρίβεια το τοπίο της Ζακύνθου. Ακόμη και η καταγραφή των μικρών και καθημερινών στιγμών με πρωταγωνιστή τον σύντροφό της, μας θυμίζουν τις αυθόρμητες και γεμάτες ζωντάνια λήψεις του Ιωάννη Λάμπρου. όπως και οι συνάδελφοί της φωτογραφίζει με έντονο το πνεύμα αισιοδοξίας που επικράτησε μετά τον πόλεμο. Απαθανατίζει τη ραστώνη κάτω από τον αιγαιοπελαγίτικο ήλιο σε μια περίοδο που τα ελληνικά νησιά καθιερώνονται ως ιδανικός τρόπος ζωής, τα ήθη και τα έθιμα του τόπου μας. Στα πρόσωπα των ανθρώπων της υπαίθρου δεν εικονίζεται ο μόχθος αλλά η χαρά. Στις περισσότερες εικόνες είναι εμφανής η οικειότητα που αναπτύσσει ο εικονιζόμενος με τη δημιουργό. Η ματιά της προς την Ελλάδα είναι αγνή, καθαρή και τρυφερή!
Κείμενο της Ειρήνης Γερουλάνου Προέδρου Διοικητικής Επιτροπής Μουσείου Μπενάκη
Αγαπητοί φίλοι, Joan Leigh Fermor. Μια γυναίκα της εποχής της, ανήσυχη, βαθιά καλλιεργημένη, αθόρυβη από επιλογή, διακριτική αλλά και τολμηρή, σημαντική καλλιτέχνης, ερασιτέχνης αλλά και επαγγελματίας φωτογράφος, πρωτοποριακή, αγαπητή και αγαπημένη, αφοσιωμένη, οξύνους, κομψή στην συμπεριφορά και εκθαμβωτικά όμορφη. Ένας άνθρωπος στιβαρός, επαναστατικός, διερευνητικός, ακαταπόνητος ταξιδευτής και κοσμοπολίτης. Αποτελούσε έναν διακριτικό πόλο έλξης των διανοητών και των καλλιτεχνών της εποχής της, με τους οποίους άλλωστε διατηρούσε βαθιά φιλία. Είναι εντυπωσιακό ότι για την Joan Leigh Fermor την τελευταία χρονιά έχουν κυκλοφορήσει δύο βιβλία. Το ένα αμιγώς βιογραφικό και το άλλο, το δικό μας –αν μου επιτρέπεται να το πω έτσι γιατί δεν είναι έκδοση του Μουσείου- αφιερωμένο στην ίδια και το φωτογραφικό της έργο και ταλέντο.
Μαζί με την μεγάλη της αγάπη και σύντροφο της ζωής της, τον Patrick Leigh Fermor, δώρισαν στο Μουσείο Μπενάκη το μυθικό σπίτι τους στην Καρδαμύλη. Ένα από τα ωραιότερα ακίνητα της Ελλάδας, για το οποίο ξέρετε ήδη αρκετά. Είναι η πιο πρόσφατη προσθήκη στο δορυφορικό σύστημα των παραρτημάτων του Μουσείου Μπενάκη, που του ανοίγει την προοπτική της συνεργασίας με σημαντικά Πανεπιστήμια του κόσμου και της φιλοξενίας ανθρώπων του πνεύματος, προσφέροντάς τους ένα ιδανικό περιβάλλον συγκέντρωσης και δημιουργίας. Για την ίδια την Joan Leigh Fermor και το έργο της θα σας μιλήσουν πιο αναλυτικά οι άλλοι ομιλητές. Εκ μέρους της Διοικητικής Επιτροπής του Μουσείου Μπενάκη, θέλω να ευχαριστήσω θερμά: Πρώτα από όλους την Olivia Stewart. Για την πρωτοβουλία της να ξεκινήσει η έκθεση αυτή από το Μουσείο Μπενάκη, για την επιμέλειά της, για την επιλογή των φωτογραφιών, για τις συνεννοήσεις με την Εθνική Βιβλιοθήκη της Σκωτίας όπου βρίσκεται το αρχείο της Joan, για την επιμονή της στα θέματα του σχεδιασμού των αιθουσών και για την συνεχή και καθοριστική της παρουσία κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας. Θα διαπιστώσατε άλλωστε ότι για πρώτη φορά, μια περιοδική έκθεση βγαίνει έξω από τα συνηθισμένα όριά της, όπως και το ότι η αίθουσα έγινε ανισόπεδη!!. Η Olivia ήταν πραγματική και στενή φίλη του ζευγαριού μέχρι το τέλος, και είναι ένας από τους διαχειριστές της πνευματικής περιουσίας του Patrick Leigh Fermor. Είναι επίσης, ο μόνος άνθρωπος –Αγγλικής καταγωγής– που υποστήριξε και συμπαραστάθηκε στο Μουσείο Μπενάκη σε όλη την πολύ δύσκολη περίοδο από την παράδοση και παραλαβή του σπιτιού μέχρι την απόφαση του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος να στηρίξει, με μια πολύ μεγάλη δωρεά, τις εργασίες της επισκευής του ώστε να μπορέσει να λειτουργήσει. Την ευχαριστώ ιδιαίτερα και προσωπικά για αυτό. Θέλω ακόμα να ευχαριστήσω: Το “Patrick and Joan Leigh Fermor Arts Fund” και συγκεκριμένα τους Martin Mitchell και Chris Paton, την National Library of Scotland και ιδιαίτερα την Helen Symington, τον πολύτιμο Λεωνίδα Κουργιαντάκη για την ηλεκτρονική επεξεργασία των Φωτογραφιών, την ψηφιοποίησή τους και τις εκτυπώσεις τους, τη Ναταλία Μπούρα για τον σχεδιασμό έκθεσης, για την πολύ δύσκολη υλοποίηση όλων των κατασκευών, αλλά και για την αδιαμαρτύρητη υπομονή της στις δυσκολίες, την Ιωάννα Μωραϊτη και την Γεωργία Ιμσιρίδου για τον μάλλον πολύπλοκο συντονισμό της έκθεσης, την Ντόρα Πικιώνη για τις γραφιστικές της εφαρμογές, το Τμήμα Συντήρησης, την Ντέση Γρίβα, τον Βασίλη Αργυράτο, τον Χάρη Γραμματικό, τον Βασίλη Πασχάλη και τον Νίκο Σμυρνάκη, για την τέλεια όψη της έκθεσης και για τις αλάνθαστες “λεπτές πινελιές”, τον Στέφανο Γιαγτζή για την συνεχή τεχνική υποστήριξη και τους απαιτητικούς φωτισμούς, τη Μαρία Θρουβάλα για το χορηγικό πρόγραμμα, τη Νικολέττα Μέντη και την Αθηνά ΗσαΪα για την επικοινωνία, και όλους τους ανθρώπους του Μουσείου που φρόντισαν με έγνοια την πραγματοποίηση της έκθεσης. Να ευχαριστήσω επίσης, την Aegean, μόνιμο και στιβαρό υποστηρικτή της δραστηριότητας του Μουσείου Μπενάκη, τον χορηγό φιλοξενίας, την εταιρεία Aria Hotels, και τον επίσης μόνιμο συνεργάτη και υποστηρικτή, τον Τάκη Χριστοφιλέα και το Δειπνοσοφιστήριο του. Τέλος, και ιδιαίτερα, θέλω να ευχαριστήσω για πολλοστή φορά την Μυρτώ Καούκη που έχει αναλάβει πια στη πλάτη της όλη την υπόθεση της Οικίας Fermor, των έργων της επισκευής της, καθώς και τον προγραμματισμό και τον συντονισμό του μέλλοντός της.
Σας ευχαριστώ |