Κείμενο με παρατηρήσεις και προτάσεις επί του εργασιακού νομοσχεδίου της κυβέρνησης, κατέθεσε η ΓΣΕΕ στην Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων στη Βουλή.
Στο κείμενο η Ομοσπονδία επιχειρεί να τεκμηριώσει τις θέσεις και τις διαφωνίες, υποβάλλοντας παράλληλα τις προτάσεις της.
Το νομοσχέδιο του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης φέρει τον τίτλο: «Για την ενίσχυση της εργασίας-Ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1152 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Ιουνίου 2019. Απλοποίηση ψηφιακών διαδικασιών και ενίσχυση της Κάρτας Εργασίας - Αναβάθμιση της επιχειρησιακής λειτουργίας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και της Επιθεώρησης Εργασίας».
* Ακολουθεί το κείμενο της ΓΣΕΕ.
Προς:
• ΠΡΟΕΔΡΟ της ΒΟΥΛΗΣ των ΕΛΛΗΝΩΝ
κ. Κωνσταντίνο Αν. Τασούλα
(Με την παράκληση να διαβιβαστεί στους Βουλευτές όλων των κομμάτων)
Κοινοποίηση:
• Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης
κ. Άδωνι – Σπυρίδωνα Γεωργιάδη
• Υφυπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης
κ. Βασίλειο – Πέτρο Σπανάκη
• Υφυπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης
κ. Παναγιώτη Τσακλόγλου
• Γενική Γραμματέα Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης
κα Άννα Στρατινάκη
Σκ/14092023
Θέμα: Παρατηρήσεις και προτάσεις στο Σχέδιο Νόμου (ΣχΝ) του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης με τίτλο «Για την ενίσχυση της εργασίας-Ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1152 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Ιουνίου 2019. Απλοποίηση ψηφιακών διαδικασιών και ενίσχυση της Κάρτας Εργασίας - Αναβάθμιση της επιχειρησιακής λειτουργίας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και της Επιθεώρησης Εργασίας.»
1. Πεδίο εφαρμογής (Άρθρο 3 του ΣχΝ)
Με το ΣχΝ εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής προστατευτικών διατάξεων της Οδηγίας κατηγορίες εργαζομένων, όπως εργαζόμενοι στο δημόσιο τομέα, οικόσιτοι μισθωτοί κ.λπ. Οι εξαιρέσεις αυτές ισχύουν γενικά χωρίς να προσδιορίζονται στο ΣχΝ οι «αντικειμενικά δικαιολογημένες περιπτώσεις / περιστάσεις» που τις επιβάλουν, όπως προβλέπει η Οδηγία στο άρθρο 1 παρ. 6.
Πρόταση:
Για λόγους προστασίας των εργαζομένων και αποτελεσματικής εφαρμογής των κανόνων ενσωμάτωσης απαιτείται η απάλειψη των εξαιρέσεων, ώστε το πεδίο εφαρμογής των προστατευτικών διατάξεων της Οδηγίας να καλύπτει το μεγαλύτερο δυνατό εύρος εργαζομένων και υπηρεσιών.
2. Δοκιμαστική Περίοδος (Άρθρα 4 και 19 του ΣχΝ)
Με το ΣχΝδεν μειώνεται η δοκιμαστική περίοδος από δώδεκα (12) σε έξι (6) κατ΄ ανώτατο όριο μήνες, αφού με το άρθρο 19 του ΣχΝ προστίθεται στον Κώδικα Ατομικού Εργατικού Δικαίου νέο άρθρο 325Α, σύμφωνα με το οποίο διατηρείται σε ισχύ η ρύθμιση ότι «η απασχόληση με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου για τους πρώτους δώδεκα μήνες από την ημέρα ισχύος της μπορεί να καταγγελθεί χωρίς προειδοποίηση και χωρίς αποζημίωση απόλυσης εκτός κι αν άλλο συμφωνήσουν τα μέρη». Το χρονικό διάστημα της δοκιμαστικής περιόδου (έως έξι μήνες) που εισάγει το ΣχΝπροσμετράται στον χρόνο των 12μηνών.
Με τον τρόπο αυτό, οι πιο πάνω ρυθμίσεις του ΣχΝ:
- παραβιάζουν την Οδηγία που υποχρεώνει ρητά σε δοκιμαστική περίοδο όχι μεγαλύτερη των έξι μηνών, αφού η δοκιμαστική περίοδος και ο χρόνος αναμονής για την υπαγωγή στις προστατευτικές διατάξεις του δικαίου της καταγγελίας ταυτίζονται σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό.
- η πολιτεία εξακολουθεί να είναι υπόλογη στα όργανα ελέγχου του Συμβουλίου της Ευρώπης για παραβίαση του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη
Πρόταση:
- Να καταργηθούν οι διατάξεις για τη θέσπιση της 12μηνης δοκιμαστικής περιόδου, να καθοριστεί η διάρκεια της δοκιμαστικής περιόδου όπως προβλεπόταν αρχικά, στους 2 μήνες και με ισχύ μόνο στις σχέσεις εργασίας αορίστου και όχι ορισμένου χρόνου.
- Να απαλειφθεί η πρόβλεψη του ΣχΝ για αυτοδίκαιη λύση της σύμβασης υπό δοκιμή, σε περίπτωση που η δοκιμαστική υπηρεσία του εργαζομένου δεν είναι επιτυχής. Η σύμβαση υπό δοκιμή να λύνεται με τον τρόπο που λύνονται όλες οι συμβάσεις εργασίας.
3. Απασχόληση σε περισσότερους εργοδότες – παράλληλη απασχόληση (Άρθρο 9 του ΣχΝ)
Δυνατότητα παροχής εργασίας και σε άλλους εργοδότες έχει ο εργαζόμενος και στο ισχύον μέχρι σήμερα δίκαιο, με τον αυτονόητο όρο ότι η απασχόλησή του σε περισσότερους εργοδότες δεν μπορεί να παραβιάσει τον ανώτατο επιτρεπόμενο νόμιμο χρόνο ημερήσιας και εβδομαδιαίας απασχόλησης. Αυτό που προσθέτει η Οδηγία είναι η υποχρέωση του εργοδότη να μην απαγορεύει την παράλληλη απασχόληση του εργαζόμενου.
Πρόταση:
- Επιπλέον, για λόγους προστασίας των εργαζομένων και αποφυγής καταχρηστικών πρακτικών, θα πρέπει να υπάρξει ρητή πρόβλεψη στο νόμο για την απαγόρευση παροχής εργασίας σε περισσότερους εργοδότες, που είναι, όπως και ο αρχικός εργοδότης, εταιρίες του ίδιου ομίλου. Πρέπει στο νόμο να γίνεται σαφές ότι θα προβλέπονται κυρώσεις που θα αναγράφονται στο ποινολόγιο του Υπουργείου Εργασίας.
- Θα πρέπει να διασφαλίζεται, μέσω εντατικών ελέγχων, ότι δεν παραβιάζεται το ανώτατο όριο όχι μόνο της ημερήσιας, αλλά και της εβδομαδιαίας διάρκειας εργασίας των εργαζομένων, που δεν μπορεί να υπερβαίνει ανά περίοδο το πολύ 4 μηνών τις 48 ώρες κατά μέσο όρο, συμπεριλαμβανομένων των υπερωριών.
4. Συμβάσεις κατά παραγγελία (Άρθρο 10 του ΣχΝ)
Η Οδηγία όχι μόνο δεν επιβάλλει την καθιέρωση σύμβασης μηδενικών ωρών, αλλά αποδοκιμάζει ρητά την υιοθέτησή της κατά τη διαδικασία ενσωμάτωσης της Οδηγίας (προοίμιο, αρ. 47).
Πρόταση:
Προκειμένου λοιπόν να ενισχυθεί η προστασία των εργαζομένων και να αποτραπούν καταχρηστικές εργοδοτικές συμπεριφορές:
- Οι συμβάσεις αυτές να συνάπτονται αποκλειστικά για την κάλυψη έκτακτων αναγκών, ώστε να μην υπονομεύονται οι μόνιμες θέσεις εργασίας
- Οι συμβάσεις αυτές να μην υπερβαίνουν το 10% των απασχολουμένων της επιχείρησης
- Να καθοριστεί στο νόμο ανώτατη χρονική διάρκεια της περιόδου αναφοράς το 15ήμερο
- Οι ώρες εργασίας μέσα στην περίοδο αναφοράς να ανέρχονται κατ΄ ελάχιστο στις 24 εβδομαδιαίως, με δυνατότητα των μερών να καθορίσουν (μόνο) μεγαλύτερο αριθμό ωρών εργασίας
- Από τις ελάχιστες ώρες εργασίας που θα καθορίζει ο νόμος ή τις τυχόν περισσότερες που θα καθορίζουν τα μέρη , το ½ αυτών να είναι αμειβόμενες , ακόμη και αν δεν παρασχεθεί η εργασία για λόγους που θα αφορούν τον εργοδότη, ο οποίος θα φέρει έτσι , έστω και εν μέρει, τις συνέπειες της υπερημερίας του.
- Σε περίπτωση που συμφωνηθεί μικρότερος αριθμός αμειβόμενων ωρών εργασίας από το ½ που ορίζει ο νόμος , ο όρος αυτός της συμφωνίας θα είναι ανίσχυρος και θα υπερισχύει ο νόμος. Δεν θα επέρχεται ως κύρωση η ακυρότητα της σύμβασης εργασίας (που βλάπτει τον εργαζόμενο , αφού αυτός θα μπορεί να αναζητήσει τον μισθό του με βάση τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, γεγονός που θα τον αποστερεί από σειρά μισθολογικών παροχών)
- Να καθοριστεί στο νόμο ότι η εργασία των εργαζομένων εάν παρεμβάλλονται διακοπές τότε αυτές θα αμείβονται με βάση τις εκάστοτε προβλέψεις περί διακοπής θέσης εργασίας.
5. Μετάβαση σε άλλη μορφή απασχόλησης(Άρθρο 11 ΣχΝ)
Η διάταξη όπως είναι διατυπωμένη δημιουργεί τον κίνδυνο το αίτημα του εργαζόμενου για τροποποίηση της σύμβασής του (ώστε να απασχολείται εφεξής με πιο προβλέψιμους και ασφαλείς όρους) να μη τύχει εξέτασης από τον εργοδότη ή ο τελευταίος να αρνηθεί, χωρίς ουσιαστικό λόγο, να το ικανοποιήσει. Η εξαίρεση που εισάγει η διάταξη υπέρ των πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες μπορούν να απαντούν στα σχετικά αιτήματα των εργαζομένων μέσα σε 2 μήνες (αντί για 1), αφορά τη συντριπτική πλειονότητα των ελληνικών επιχειρήσεων, αφού σε ποσοστό περίπου 99,9 % οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα είναι μικρο-μεσαίες (ΜμΕ). Ακόμη, ο χρόνος των 2 μηνών για την απάντηση του εργοδότη είναι μεγάλος, ιδίως αν λάβουμε υπόψη το πλήθος των μη τυπικών σχέσεων εργασίας, οι οποίες ενδεχομένως να έχουν στο διάστημα αυτό λήξει.
Πρόταση:
Για την αποτροπή των κινδύνων αυτών και χάριν μεγαλύτερης προστασίας των εργαζομένων, το ΣχΝ πρέπει:
- Να καθορίσει συγκεκριμένους λόγους και κριτήρια, με τη συνδρομή των οποίων μπορεί ο εργοδότης να αρνηθεί την ικανοποίηση του αιτήματος του εργαζομένου.
- Σε κάθε περίπτωση και για όλες τις επιχειρήσεις πρέπει να απαιτείται αιτιολογημένη γραπτή απάντηση του εργοδότη, είτε αυτός είναι φυσικό είτε νομικό πρόσωπο.
- Η προθεσμία εντός της οποίας πρέπει ο εργοδότης να απαντήσει στο αίτημα του εργαζομένου να οριστεί το 15ήμεροενιαία για όλες τις επιχειρήσεις
6. Συνέπειες παράλειψης του εργοδότη ως προς τη χορήγηση αναγκαίων εγγράφων. Δικαίωμα επανόρθωσης , προστασία από δυσμενή μεταχείριση (Άρθρα 14, 15 και 16 του ΣχΝ)
Με το ΣχΝ προβλέπεται ότι όταν ο εργοδότης παραλείπει να χορηγήσει στον εργαζόμενο αναγκαία έγγραφα και να ανταποκριθεί στο αίτημα του εργαζόμενου για παροχή πληροφοριών, ο εργαζόμενος έχει δικαίωμα να υποβάλει καταγγελία ενώπιον της Επιθεώρησης Εργασίας. Επιπλέον σε περίπτωση δυσμενούς μεταχείρισης σε βάρος εργαζομένων λόγω καταγγελίας που υπέβαλαν κατά του εργοδότη τους ή την κίνηση διαδικασιών για τη συμμόρφωσή του με τις υποχρεώσεις του , το ΣχΝαπειλεί τον τελευταίο με διοικητικές κυρώσεις.
Η κύρωση που προκρίνει το ΣχΝ στερείται αποτελεσματικότητας, δεδομένου ότι η καταγγελία του εργαζόμενου στην Επιθεώρηση Εργασίας δεν οδηγεί σε επανόρθωση και μάλιστα ικανοποιητική και αποτελεσματική, όπως απαιτεί η Οδηγία, αφού όπως είναι γνωστό, η διαδικασία που ακολουθείται από την Επιθεώρηση Εργασίας δεν καταλήγει σε αποτελέσματα με υποχρεωτικό χαρακτήρα για τον εργοδότη.
Πρόταση:
Για λόγους προστασίας των εργαζομένων και για τη συμμόρφωση με τις επιταγές της Οδηγίας προς τα κράτη μέλη να προβλέπουν αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις σε περίπτωση παραβίασης των υποχρεώσεων που απορρέουν από την οδηγία, πρέπει να θεσπιστούνευνοϊκά τεκμήριαυπερ των εργαζομένων, όπως προκρίνει και η οδηγία (π.χ. ότι ο εργαζόμενος έχει εργασιακή σχέση αορίστου χρόνου, ότι δεν υπάρχει καμία δοκιμαστική περίοδος ή ότι ο εργαζόμενος κατέχει θέση πλήρους απασχόλησης, σε περίπτωση που λείπουν οι σχετικές πληροφορίες).
7. Καταχώρηση αλλαγής ωραρίου και υπερωριών στο Πληροφοριακό Σύστημα ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ από επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις που έχουν ενταχθεί στην ψηφιακή κάρτα εργασίας (Άρθρο 22 ΣχΝ)
Με την ρύθμιση του άρθρου 22 του ΣχΝ οι εργοδότες των οποίων οι επιχειρήσεις έχουν ενταχθεί στο σύστημα μέτρησης του χρόνου εργασίας με τη χρήση ψηφιακής κάρτας, απαλλάσσονται από την υποχρέωση να προ-δηλώνουν στο ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ τις αλλαγές ή την τροποποίηση του ωραρίου εργασίας πριν από την έναρξη πραγματοποίησής τους.
Πρόταση:Διατήρηση του κανόνα της προ-δήλωσης των αλλαγών και των τροποποιήσεων του ωραρίου και της οργάνωσης του χρόνου εργασίας , πριν την έναρξη πραγματοποίησή τους. Μόνο έτσι μπορεί να διενεργηθεί ουσιαστικός έλεγχος από τους Επιθεωρητές εργασίας , να διαπιστωθούν οι παραβάσεις και να επιβληθούν κυρώσεις στους παραβάτες.
8. Διαδικασία υποβολής στο ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ των περιπτώσεων λύσης της σύμβασης εργασίας (Άρθρο 23 του ΣχΝ)
Σύμφωνα με το ΣχΝ, η αυθαίρετη απουσία του εργαζομένου για διάστημα μεγαλύτερο των 5 ημερών μπορεί να θεωρηθεί καταγγελία της σύμβασης εργασίας από πλευράς του.
Υπάρχουν περιπτώσεις, που η απουσία του εργαζόμενου είναι δικαιολογημένη, όταν, ενδεικτικά, οφείλεται σε ανυπαίτια αδυναμία παροχής εργασίας, πχ ασθένεια , ή σε άσκηση δικαιώματος, πχ επίσχεση εργασίας κ.ά. Στο ισχύον σήμερα δίκαιο, με βάση και τη σχετική νομολογία των δικαστηρίων, η παρέλευση ορισμένου χρόνου αποχής από την εργασίας δεν μπορεί να εξομοιωθεί με παραίτηση / καταγγελία του εργαζομένου, όταν δεν αποδεικνύεται η σαφής βούλησή του να καταγγείλει τη σχέση εργασίας (βλ. ΟλΑΠ 32/1088). Συναφώς, θα πρέπει να προηγείται διάγνωση για το δικαιολογημένο ή μη της απουσίας, η οποία μπορεί να γίνει μόνο από το δικαστήριο. Η χρήση της διάταξης από τους εργοδότες μπορεί να οδηγήσει σε καταχρηστικές πρακτικές, που μπορεί να οδηγήσουν τους εργαζόμενους σε απώλεια θέσεων εργασίας τους.
Πρόταση:
Να αποσυρθεί η διάταξη για τους παραπάνω λόγους.
9. Επιχειρησιακός Συντονισμός με την Επιθεώρηση εργασίας(Άρθρο 25 του ΣχΝ)
Το ΣχΝ συμπληρώνει τις αρμοδιότητες της Επιθεώρησης εργασίας η οποία θα υποχρεούται να ελέγχει την εφαρμογή των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας «όπως αυτές ερμηνεύονται από τις εγκυκλίους των αρμοδίων οργάνων».
Μετά την απόσχιση του ΣΕΠΕ από τον επιχειρησιακό έλεγχο και εποπτεία του ΥπουργείουΕργασίας και τη μετατροπή της σε ανεξάρτητη αρχή, επιχειρείται ποδηγέτησή της με τη θέσπιση υποχρέωσης των Επιθεωρητών να ακολουθούν την ερμηνεία που δίδουν τα όργανα του Υπουργείου Εργασίας μέσω των εγκυκλίων τουςΑπό πουθενά δεν προκύπτει, στο σήμερα ισχύον καθεστώς για το ΣΕΠΕ, ότι μπορεί να επιβληθεί υποχρέωση συμμόρφωσης με εγκυκλίους του Υπουργείου Εργασίας.
Πρόταση:
Η Επιθεώρηση Εργασίας πρέπει να επανέλθει οργανικά στον επιχειρησιακό έλεγχο και την ευθύνη του Υπουργείου Εργασίας
10. Δυνατότητα συμφωνίας περί διευθέτησης του χρόνου εργασίας μεταξύ του εργοδότη και του εργαζόμενου (Άρθρο 28 του ΣχΝ)
Επαναδιατυπώνεται η διάταξη του άρθρου 192 παρ. 6 για τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας, με συμφωνία εργοδότη εργαζόμενου. Καταργείται η πρόβλεψη για υποβολή αίτησης εκ μέρους του εργαζομένου, η οποία ούτως ή άλλως δεν είχε αξία δεδομένου ότι, λόγω της υπάρχουσας εγγενούς ανισότητας στη σχέση εργαζόμενου – εργοδότη, σε καμιά περίπτωση, ιδίως σε συνθήκες αυξημένης επισφάλειας, ο εργαζόμενος δεν θα μπορούσε κατά κανόνα να αρνηθεί την πρόταση του εργοδότη να υποβάλει αίτημα διευθέτησης του χρόνου εργασίας, αφού στο επίπεδο αυτό -και μάλιστα χωρίς τη μεσολάβηση συνδικαλιστικής οργάνωσης- ο εργοδότης είναι κυρίαρχος και θα μπορεί να επιβάλει τη θέλησή του στον εργαζόμενο.
Πρόταση:
Κατάργηση της δυνατότητας διευθέτησης με ατομική συμφωνία εργοδότη – εργαζόμενου.
11. Ποινικοποίηση απεργίας (Άρθρο 31 του ΣχΝ)
Το ΣχΝ εισάγει ρύθμιση με την οποία ποινικοποιείται η υπεράσπιση της αποτελεσματικής άσκησης του απεργιακού δικαιώματος από τους απεργούς και τη συνδικαλιστική τους οργάνωση, ιδίως για την απόκρουση παράνομων ενεργειών του εργοδότη κατά της αποτελεσματικής άσκησης του δικαιώματος απεργίας, όπως είναι η απαγορευόμενη πρόσληψη απεργοσπαστών κατά τη διάρκεια μιας απεργίας και γενικά οι παράνομες απεργοσπαστικές πρακτικές των εργοδοτών.
Η διάταξη αυτή, μάλιστα, σε επίπεδο κυρώσεων είναι αυστηρότερη από την αντίστοιχη ποινική διάταξη που περιείχε ο ν. 330/ 1976.
Η απάλειψη της άσκησης «ψυχολογικής βίας» από την αντικειμενική υπόσταση του αδικήματος δεν μεταβάλει τα πράγματα, δεδομένου ότι το ΣχΝ θεωρεί ποινικά κολάσιμη την παρεμπόδιση όσων επιθυμούν να εργαστούν «με οποιοδήποτε τρόπο»από τους απεργούς.
Πρόταση:
Απόσυρση της διάταξης γιατί προσβάλει τον πυρήνα του συνταγματικά προστατευόμενου δικαιώματος της απεργίας (άρθρο 23 παρ. 2 Σ).